Η «Παναγία των Παρισίων» είναι, μαζί με τους «Αθλίους», από τα λίγα ξένα μυθιστορήματα που έχουν γραφεί ανεξίτηλα στη συλλογική μνήμη μας, ακόμα και στις συλλογικές φαντασιώσεις μας. Αυτό οφείλεται στο ότι μεταφράστηκαν εγκαίρως («Οι Αθλιοι» το 1861, την ίδια χρονιά που εκδόθηκε το γαλλικό πρωτότυπο) κι ότι γενιές μεταφραστών και αναγνωστών τα έκαναν κυριολεκτικά «δικά τους». Δεν είναι τυχαίο ότι είναι τόση η δύναμη των πρώτων μεταφράσεων που τον ποιητή Πιερ Γκρενγκουάρ, στην «Παναγία των Παρισίων», τον λέμε Πέτρο Γρηγορά και, φυσικά, εξακολουθούμε να λέμε Γιάννης Αγιάννης (Ζαν Βαλζάν) και Τιτίκα (Κοζέτ) τους ήρωες των «Αθλίων».

Το μυθιστόρημα του Ουγκό «Notre-Dame de Paris» εκδόθηκε το 1831 στη Γαλλία. Η πρώτη ελληνική μετάφρασή του χρονολογείται όμως το 1867. Στις ελληνικές συνθήκες των αρχών της δεκαετίας του 1830 δεν θα μπορούσαμε να περιμένουμε μια ταυτόχρονη μετάφραση. Αλλά στη δεκαετία του 1860, ιδιαίτερα μετά την εκδοτική επιτυχία των «Αθλίων», στη μετάφραση του Ισίδωρου Σκυλίτση, και με ανεπτυγμένα πλέον τα μέσα της εποχής (εφημερίδες και περιοδικά), η μετάφραση της «Παναγίας» έγινε δυνατή. Μεταφραστής ήταν ο ποιητής και καθηγητής Γαλλικών Ιωάννης Καρασούτσας, ένας εύθραυστος διανοούμενος που αυτοκτόνησε το 1873, σε ηλικία 49 ετών. Το μυθιστόρημα, «υπό Βίκτωρος Ούγου», εκδόθηκε σε δύο τόμους από το τυπογραφείο Σ.Κ. Βλαστού. Από τότε επανεκδιδόταν ασταμάτητα, μέχρι πολύ αργά στον 20όν αιώνα.

Περιεχόμενο για συνδρομητές

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Έχετε ήδη
συνδρομή;

Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω

Θέλετε να γίνετε συνδρομητής;

Μπορείτε να αποκτήσετε την συνδρομή σας από εδω