Αμέσως μετά τα γεγονότα της 7ης Οκτωβρίου, ο ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου κάλεσε σε εκδίκηση. Τέσσερις μήνες αργότερα, ανάμεσα στις φρικτές εικόνες πανωλεθρίας που μας φτάνουν καθημερινά, ίσως ξεχνιέται εύκολα το εναρκτήριο κήρυγμα. Εξαιτίας αυτού, ωστόσο, κάθε πράξη βίας αυξάνει τον κίνδυνο ολοκληρωτικής καταστροφής και των δυο λαών.

Ας διδαχτούν οι ισραηλινοί ηγέτες – που θέλουν ο κόσμος να τους θεωρεί «Ευρωπαίους» που παλεύουν για τον πολιτισμό μέσα σε μια θάλασσα βαρβαρότητας – όχι από τους άραβες γείτονές τους (αφού τους περιφρονούν), αλλά από μια ευρωπαϊκή κοινωνία, και δη ελληνική. Εννοώ την ορεινή Δυτική Κρήτη, όπου εδώ και μισό αιώνα ασχολούμαι ως κοινωνικός ανθρωπολόγος, συγκεκριμμένα στα Ζωνιανά Μυλοποτάμου – χωριό όπου οι περισσότεροι κάτοικοι επιδεικνύουν, διαψεύδοντας τα στερεότυπα, μια στάση συλλογικής αξιοπρέπειας και υπευθυνότητας.

Ανάμεσα στoυς τοπικούς θεσμούς, θεμελιακός θεωρείται ο κώδικας εκδίκησης και συμφιλίωσης. Εζησα την τελετουργική συμφιλίωση, το λεγόμενο «σασμό», όταν καβγάδισα με έναν χωριανό. Αντιστάθηκε για τα προσχήματα στις πρώτες προσπάθειες να μας συμφιλιώσουν, όπως απαιτούσε ο εθιμικός ανδρισμός, αλλά από τότε που πραγματοποιήθηκε επιτέλους η τελετή με λέει «κουμπάρο», όχι για θρησκευτικούς λόγους, που δεν συμμεριζόμαστε, αλλά γιατί όντως συμφιλιωθήκαμε.

Δεν νομίζω ότι διέτρεχα σοβαρό κίνδυνο στα χέρια του. Η υπόθεση, άλλωστε, ήταν πολύ ασήμαντη. Τελικά όμως ο σασμός έγινε μάθημα για το πώς, σε τέτοια πλαίσια, ένας καβγάς μπορεί να εξελιχθεί σε φιλία, όπως η τολμηρή «κλεψά» αιγοπροβάτων οδηγεί σε σχέσεις αμοιβαίου σεβασμού μεταξύ κτηνοτρόφων από αντίπαλα χωριά.

Οταν όμως η λογική της εκδίκησης ξεχειλίζει από τοπικές αναμετρήσεις και εξαπλώνεται στο επίπεδο εθνικών διενέξεων, οι μηχανισμοί συμφιλίωσης γίνονται… αμήχανοι. Με τη δυσανάλογη αντίδραση στην (αναμφισβήτητα) τρομοκρατική επιδρομή της Χαμάς, το Ισραήλ εξαπέλυσε σειρά αλλεπάλληλων επιθέσεων με αποτέλεσμα το δικό του μέλλον να απειλείται. Σημαντικό μάθημα η μοίρα της πρώην Γιουγκοσλαβίας, όπου η λογική της εκδίκησης κατέληξε σε μεγάλης έκτασης γενοκτονίες και οργανωμένους ομαδικούς βιασμούς.

Ενα αποτέλεσμα, σύμφωνα με τη λογική της «πατροπαράδοτης» ταυτότητας, ήταν τα παιδιά των βιασμένων θυμάτων να αποκτήσουν αυτόματα την εθνική ταυτότητα των βιαστών. Ο βιασμός έγινε στρατηγική κυριολεκτικής γενοκτονίας και «εθνικής εκκαθάρισης», που συνέβαλε οριστικά στον διαμελισμό του ομοσπονδιακού κράτους.

Η εκδίκηση, λοιπόν, στο επίπεδο των αναμετρήσεων μεταξύ κρατών δεν οδηγεί στην ειρήνη. Αντίθετα, η διεθνοποίηση των προστριβών απειλεί να οδηγήσει ολόκληρη την περιοχή σε ανεξέλεγκτη καταστροφή. Ακόμη και η παραδοσιακή και πατριαρχική μέριμνα για την αγνότητα των γυναικών μετατρέπεται σε όργιο σεξουαλικών εγκλημάτων (όπως ήδη έγινε), το οποίο κανονικά δεν συμβαίνει στην περίπτωση των αντιπαλοτήτων στα ορεινά χωριά.

Οταν η εκδίκηση ξεφεύγει από τον τοπικό κοινωνικό έλεγχο, δεν σέβεται πλέον ούτε αξίες ούτε ανθρώπους. Επικαλείται τις δήθεν «διεθνείς» αξίες του φιλελευθερισμού, του πολιτισμού, της δημοκρατίας για να δικαιολογήσει το αδικαιολόγητο. Στα διεθνή πλαίσια, ο κοινωνικώς αδέσποτος εκδικητής πυροδοτεί την πυρκαγιά γνωρίζοντας ή ελπίζοντας ότι δεν υπάρχουν πυροσβέστες. Κάτι που στα κρητικά αλλά και στα αραβικά χωριά ξεπερνάει κάθε έννοια κοινωνικά αποδεκτής εκδίκησης. Πρόκειται για εσκεμμένη ανευθυνότητα. Για ανεύθυνη εκδίκηση.

Ο κ. Μάικλ Χέρτσφελντ είναι κοινωνικός ανθρωπολόγος, ομότιμος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ.