Δεν είναι λίγες οι φορές που ο Νάσος Βαγενάς έχει ασχοληθεί με το ζήτημα της θεωρίας της λογοτεχνίας από τις σελίδες των «Νέων Εποχών». Στις 15/3/2020 («Θεωρητικά και θεωριακά») διατύπωνε αιχμηρές επισημάνσεις για τη διαφορά των όρων: «Xρησιμοποιώ», τόνιζε, «τον όρο θεωριακόςγια τις λανθασμένες χρήσεις της θεωρίας· το θεωρητικόςγια τις ορθές». Στις 10/7/2022 επανέρχεται («Η λογοτεχνία στο πανεπιστήμιο») για να διευκρινίσει ότι «φιλολογία που δεν περιέχει κρίσιν του μελετώμενου κειμένου δεν είναι φιλολογία· και κρίσις που δεν περιέχει ενδελεχή γνώσιν του δεν είναι κριτική»· επίσης, ότι «είκοσι χρόνια μετά το «Τέλος της Θεωρίας» ανθεί ακόμη στον τόπο μας ο θεωριακός ιμπρεσιονισμός. Αλήθεια, πόση πραγματική φιλολογία καλλιεργείται σήμερα στα Νεοελληνικά Φιλολογικά μας Τμήματα; Πόσοι από εκείνους που αναμασούν ακόμη τα ονόματα των Μπαρτ, Ντε Μαν, Ντερριντά, Μπλανσό, Φουκό (τώρα τελευταία ανακαλύψαμε και τον Μπουρντιέ) είναι σε θέση να διδάξουν ένα μάθημα Νεοελληνικής Μετρικής;». Τέλος, στο πιο πρόσφατο άρθρο του («Θεωριακός ιμπρεσιονισμός», 26/3/2023) ανάμεσα σε άλλες ερεθιστικές παρατηρήσεις τονίζει ότι «με καμία άλλη κριτική κατεύθυνση η παραμέληση της έρευνας δεν παράγει – ποσοτικώς -τόσα λάθη (πραγματολογικά, ερμηνευτικά και αξιολογικά) όσο με την κατεύθυνση του θεωριακού ιμπρεσιονισμού».
Για τη σχέση ιστορίας και θεωρίας στο πεδίο της τέχνης, ο γερμανός ιστορικός Ερβιν Πανόφσκι (1892-1968) μας προσφέρει ένα εξαιρετικό περίγραμμα: «Η θεωρία της τέχνης και η ιστορία της τέχνης (…) βρίσκονται σε σταθερή και αμοιβαία σχέση μεταξύ τους. Αυτή η αμοιβαιότητα δεν είναι κάτι τυχαίο: πρόκειται για το γεγονός ότι το έργο τέχνης, όπως όλα τα προϊόντα της πνευματικής δημιουργίας, έχει από τη φύση του την ιδιότητα, αφενός, να προσδιορίζεται εκ των πραγμάτων από τη συνθήκη του τόπου και του χρόνου· αφετέρου, να διαπραγματεύεται τα ζητήματα με τρόπο απόλυτο και έξω από τον χρόνο. Να παράγεται δηλαδή στη ροή της ιστορικής εξέλιξης και ωστόσο να προσεγγίζει τη σφαίρα μιας υπεριστορικής σημασιοδότησης. Ως εκ τούτου το καλλιτεχνικό φαινόμενο, αν πρέπει οπωσδήποτε να γίνει αντιληπτό στο σύνολό του (…) οφείλει αφενός να γίνει κατανοητό ως προς τη σχετικότητά του, δηλαδή να ενταχθεί στην ιστορική ροή αιτίου και αιτιατού· αφετέρου να γίνει κατανοητό ως προς την απόλυτη φύση του, να αποσπαστεί δηλαδή από την ιστορική σχέση αιτίου και αιτιατού και να προσληφθεί (…) ως μια απάντηση άσχετη με τον χρόνο και τον τόπο» (μεταγραφή δική μου).
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.