Με την έκδοση των αποτελεσμάτων των φετινών πανελλαδικών εξετάσεων ένας μεγάλος κύκλος αγωνίας έκλεισε για τους φετινούς υποψηφίους. Eνας κύκλος αγωνίας που «επισήμως» ξεκινάει στις τελευταίες τάξεις του Λυκείου, όμως τυπικά αρχίζει και διαγράφεται από τη μέρα που εισέρχονται στο εκπαιδευτικό σύστημα, ενώ χρόνο με τον χρόνο το άγχος που συνοδεύει τη «μεγάλη στιγμή» της εξέτασης καραδοκεί ολοένα και περισσότερο.
Το άγχος αυτό είναι μεν δικαιολογημένο, αν λάβει κανείς υπόψη την προετοιμασία που προηγείται και τη σημασία των επικείμενων αποτελεσμάτων για την είσοδο στο Πανεπιστήμιο, μπορεί δε κανείς να πει πως η όλη διαδικασία απομυθοποιείται τη στιγμή που έρχεσαι αντιμέτωπος με το πρώτο εξεταζόμενο μάθημα. Γιατί τότε καταλαβαίνεις πως οι πανελλαδικές εξετάσεις δεν παύουν να είναι εξετάσεις.
Σίγουρα το διακύβευμα και η προετοιμασία είναι μεγαλύτερα, πρέπει όμως να έχουμε κατά νου πως, ειδικά στη σύγχρονη πραγματικότητα, εξεταζόμαστε καθημερινά, τόσο στο πλαίσιο του σχολείου όσο και συνολικά στη ζωή μας. Το πρόβλημα του εν λόγω συστήματος, κατά τη δική μου γνώμη και έχοντας πλέον ολοκληρώσει τον κύκλο αυτόν, είναι η «βιομηχανοποίησή» του. Και γι’ αυτό θεωρώ πως το σύστημα των Πανελλαδικών έχει αποβεί τόσο αγχογόνο για τους υποψηφίους. Κάθε κίνηση και επιλογή του μέσου υποψηφίου, ιδιαίτερα στις δύο τελευταίες τάξεις του λυκείου, γίνεται για να εξυπηρετήσει την επιτυχία του στις Πανελλαδικές.
Το σχολείο χάνει τον παιδευτικό, ανθρωποπλαστικό και ηθοπλαστικό χαρακτήρα του και λειτουργεί σχεδόν αποκλειστικά ως μεταδότης γνώσεων, των συγκεκριμένων γνώσεων που καλύπτουν την εξεταστέα ύλη. Και στο πλαίσιο αυτό το σχολείο έρχεται σε δεύτερη μοίρα, καθώς τον πρώτο λόγο έχουν πλέον τα φροντιστήρια. Φροντιστήρια που, δεδομένων των συνθηκών, είναι μάλλον απαραίτητα για τους περισσότερους, εξαιτίας του τεράστιου ανταγωνισμού και της αδυναμίας – σε αρκετές περιπτώσεις – του σχολείου να καλύψει τις «ανάγκες» των μαθητών. Και η υποβάθμιση αυτή του σχολείου έναντι του φροντιστηρίου, επιφανειακά φαίνεται ότι επωφελεί τους μαθητές όσον αφορά στις εξετάσεις καθ’ εαυτές, συνολικά όμως διαταράσσει πολλές ισορροπίες.
Η σχολική εμπειρία και η συμμετοχή σε όλων των ειδών τις σχολικές δράσεις, από τα 15μελή συμβούλια μέχρι τις εκδρομές, κινητοποιούν, κοινωνικοποιούν και εφοδιάζουν τους μαθητές με αξίες αναγκαίες για την ατομική και κοινωνική ζωή τους. Oμως όλα αυτά και ακόμη περισσότερα παραμερίζονται όταν συγκεντρώνεται κανείς αποκλειστικά και αυστηρά στην επιτυχία στις Πανελλαδικές. Είναι χαρακτηριστικό πως η πλειονότητα των μαθητών της Γ’ Λυκείου, ακόμη και πριν τις διακοπές των Χριστουγέννων, σταματάει να παρακολουθεί τα σχολικά μαθήματα. Θεωρώ, ωστόσο, πως η λογική αυτή εν τέλει δεν είναι τόσο αποτελεσματική. Φυσικά και χρειάζεται να επικεντρωθείς στο διάβασμα, να είσαι συνεπής και οργανωμένος με τις υποχρεώσεις σου. Εξίσου σημαντικό όμως, ειδικά για τη συναισθηματική και ψυχική υγεία, είναι η τήρηση μιας ισορροπίας, έστω προσαρμοσμένης στο πιεστικό πρόγραμμα των Πανελλαδικών.
Επομένως, ζητούμενο δεν είναι μόνο να εξυγιανθεί το εκπαιδευτικό σύστημα, ώστε ο μαθητής να μη βλέπει τα εξωσχολικά μαθήματα ως μονόδρομο. Πρέπει πάνω απ’ όλα οι μελλοντικοί υποψήφιοι να επαναπροσδιορίσουν τον τρόπο που προσεγγίζουν τις πανελλαδικές εξετάσεις και να ξεφύγουν από την – σχεδόν τρομακτική – ιδέα που επιβάλλουν για αυτές οι συγγενείς, τα φροντιστήρια, άλλοι υποψήφιοι, ακόμη και το ίδιο το σχολείο. Ο καθένας οφείλει να χαράξει υπεύθυνα μια αυθεντικά δική του πορεία, να πάρει δικές του ευθύνες, πρωτοβουλίες και αποφάσεις, όπως θα αντιμετωπίζαμε κάθε άλλη δοκιμασία στη ζωή μας.
Ο κύριος Κρίτωνας Θεοδωρόπουλος είναι αριστούχος τελειόφοιτος του 26ου Μαρασλείου Λυκείου Αθηνών και πέτυχε εφέτος βαθμολογία 19,7 στις πανελλαδικές εξετάσεις του Ιουνίου.