Η άσκηση είναι φάρμακο. Είναι πλέον τεκμηριωμένο από σειρά μελετών ότι οι ευνοϊκές επιδράσεις της άσκησης δεν περιορίζονται μόνο στην πρόληψη των καρδιαγγειακών επεισοδίων σε υγιείς, αλλά και στη βελτίωση αρκετών παραμέτρων του καρδιαγγειακού συστήματος σε διάφορες καρδιακές παθήσεις. Η καρδιακή ανεπάρκεια (ΚΑ) συνιστά κλινικό σύνδρομο το οποίο μπορεί να οφείλεται σε δομικές ή λειτουργικές ανωμαλίες (έμφραγμα, βαλβιδοπάθειες κ.λπ.) και έχει ως κλινικές εκδηλώσεις εύκολη κόπωση, ή/και δύσπνοια σε μικρή προσπάθεια. Παρά την εφαρμογή νέων θεραπευτικών σχημάτων και τη χρήση ακόμα και εμφυτεύσιμων συσκευών με αξιόλογη αποτελεσματικότητα, η ΚΑ συνεχίζει να  αποτελεί μια  σοβαρή πάθηση, με πενταετή θνητότητα που αγγίζει το 67% (ανάλογη αρκετών νεοπλασμάτων). Είναι ενδιαφέρον ότι λίγες δεκαετίες πριν, ο περιορισμός της φυσικής δραστηριότητας αποτελούσε βασικό στοιχείο της θεραπείας των πασχόντων από ΚΑ, ενώ σήμερα είναι αποδεκτό ότι προγράμματα καρδιακής αποκατάστασης βασισμένα στην άσκηση βελτιώνουν τη λειτουργική ικανότητα, την ποιότητα  ζωής και, ενδεχομένως, ακόμα και τη θνητότητα.

Παρά τις διαφορετικές αιτιολογίες ΚΑ και την ποικίλλουσα βαρύτητα της πάθησης μεταξύ των ασθενών, η συμπτωματολογία, αλλά και η πρόγνωση σχετίζονται, μεταξύ άλλων, με ορισμένους κοινούς μηχανισμούς, όπως είναι η μειωμένη καρδιακή παροχή σε σχέση με την επιτελούμενη άσκηση, η υπερβολική αναπνευστική κινητοποίηση σε σχέση με το επιτελούμενο έργο, η διαταραγμένη κατανομή της αιματικής ροής μεταξύ αναπνευστικών και σκελετικών μυών, αλλά και η αλληλεπίδραση μεταξύ αυτών των συστημάτων. Εχει βρεθεί ότι η άσκηση μπορεί να μειώσει τη συμπαθητική διέγερση  με αποτέλεσμα τη βελτίωση της καρδιακής λειτουργίας και να οδηγήσει σε μειωμένη περιφερική αγγειοσύσπαση και ενίσχυση της αιμάτωσης των σκελετικών μυών.

Τεχνικές που στοχεύουν στην εκλεκτική εκγύμναση των αναπνευστικών μυών φαίνεται να συμβάλλουν ευνοϊκά σε πολλές αιμοδυναμικές και λειτουργικές παραμέτρους ασθενών με ΚΑ. Ο ρόλος των αναπνευστικών μυών ως διαμεσολαβητών του προτύπου παθολογικής αναπνοής που καταγράφεται στην ΚΑ, ενδεχομένως παρέχει το θεωρητικό υπόστρωμα βελτίωσης των ασθενών αυτών με τη γιόγκα. Η γιόγκα έχει ως πυρηνικό χαρακτηριστικό τη διαχείριση της αναπνοής σε συνδυασμό με ασκήσεις διάτασης, δύναμης, στάσης σώματος, αλλά και στοχευμένου διαλογισμού. Προηγούμενες μελέτες έχουν αναφέρει θετικά δεδομένα σχετικά με την επίδρασή της σε διάφορους παράγοντες κινδύνου, όπως είναι η υπέρταση, η υπερλιπιδαιμία, ο σακχαρώδης διαβήτης και η αντίσταση στην ινσουλίνη, ενώ πρόσφατες ανακοινώσεις υποστηρίζουν ότι μπορεί να ενισχύσει τη λειτουργική ικανότητα σε ασθενείς με ΚΑ.

Παρότι αρχικά πιστευόταν ότι οι περισσότερες από αυτές τις δράσεις επιτελούνται κυρίως μέσω της αδιαμφισβήτητης βελτίωσης ψυχοσωματικών παραμέτρων, μελέτες σε ασθενείς με παθήσεις των πνευμόνων και της καρδιάς (άσθμα, χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, ΚΑ) αναφέρουν βελτίωση της αναπνευστικής λειτουργίας και της λειτουργικής ικανότητας, όπως αυτή εκτιμάται αντικειμενικά με καρδιοαναπνευστική κόπωση, μελέτες διάχυσης αερίων και μετρήσεων πνευμονικών όγκων. Παράλληλα, η γιόγκα ενισχύει ιδιότητες όπως η ευλυγισία, η ισορροπία, η μυϊκή δύναμη, οι οποίες μπορεί να έχουν σημαντικό ρόλο στην επιτέλεση βασικών καθημερινών δραστηριοτήτων και την αυτοεξυπηρέτηση. Θεωρητικό πλεονέκτημά της έναντι άλλων μορφών άσκησης αποτελεί η δυνατότητα διενέργειας και από άτομα με περιορισμένη φυσική κατάσταση, χωρίς προηγούμενη εμπειρία άσκησης, ή ακόμη και με μυοσκελετικές διαταραχές, με ελάχιστες απαιτήσεις κόστους και εξοπλισμού.

Ιδανικά η θεραπευτική άσκηση σε ασθενείς με ΚΑ εντάσσεται σε προγράμματα που περιλαμβάνουν μια πολυπαραμετρική προσέγγιση, στο πλαίσιο της οποίας οφείλουν να καλύπτονται και ζητήματα ενημέρωσης, δίαιτας, ψυχολογικής υποστήριξης. Για διάφορους λόγους πάντως, τα προγράμματα αυτά παγκοσμίως αξιοποιούνται σε πολύ μικρό βαθμό σε σχέση με την ισχυρή επιστημονική τεκμηρίωση που τα στηρίζει.

Ο κ. Γιώργος Σταυρουλάκης είναι καρδιολόγος.