Στο παρελθόν, η άνοδος της Ακρας Δεξιάς σε Ελλάδα και Ευρώπη έχει παρατηρηθεί σε συνθήκες κρίσης. Τέτοιες συνθήκες ήταν η οικονομική κρίση του 2010, αλλά και η λεγόμενη «προσφυγική» κρίση του 2015. Σήμερα, παρά τις πολλαπλές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα, δεν βρισκόμαστε σε μια τέτοια συνθήκη. Βρισκόμαστε σε συνθήκες σχετικής κανονικότητας, τουλάχιστον έτσι φαίνεται να το εκλαμβάνει μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος. Γιατί λοιπόν βλέπουμε την Ακρα Δεξιά σε άνοδο;
Το ζήτημα είναι σύνθετο, ωστόσο μια πτυχή που δεν μπορούμε να αγνοήσουμε είναι αυτή της κανονικοποίησης της Ακρας Δεξιάς, διαδικασία που ενισχύεται και από τη διάβρωση των δημοκρατικών νορμών. Ας το θέσουμε με την αντιπαραβολή δύο εικόνων. Αν προσπαθήσει κανείς να ανακαλέσει την προσφυγική κρίση του 2015, τότε είναι πιθανό μια από τις πρώτες εικόνες που θα του/της έρθουν στο μυαλό να είναι οι «γιαγιάδες της Λέσβου».
Μια εικόνα που λειτούργησε ως σύμβολο αλληλεγγύης και ανθρωπιάς, ενδεικτική μιας κουλτούρας φιλοξενίας και φροντίδας. Αν σκεφτεί κανείς το Προσφυγικό από το 2019 και έπειτα, τότε πιθανό είναι να του/της έρθει στο μυαλό η εικόνα της Προέδρου της Δημοκρατίας στον φράχτη στον Εβρο. Μια εικόνα που λειτουργεί ως διαρκής υπόμνηση για την εξωτερική απειλή της χώρας από τα μεταναστευτικά ρεύματα.
Τέτοιες εικόνες δεν είναι τυχαίες. Εχουν βαρύνουσα συμβολική αξία, παράγουν νόημα, συμπυκνώνουν τελικά το κλίμα δύο εποχών. Σήμερα, ο αντιμεταναστευτικός λόγος έχει γίνει σε μεγάλο βαθμό κομμάτι του μέινστριμ, βρίσκοντας έκφραση σε στελέχη και πολιτικές της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, όσο και στη μορφή μιας μπανάλ, καθημερινής ξενοφοβίας που παρεισφρέει σε σταθμούς ενημέρωσης και τηλεοπτικές εκπομπές («τι πιο σύνηθες…»). Σε συνδυασμό με την παγίωση ενός λόγου περί νόμου και τάξης ή «ασφαλειοποίησης», η Ακρα Δεξιά βλέπει τα δύο προνομιακά πεδία δραστηριοποίησής της να έχουν μπει στο προσκήνιο. Αυτό της επιτρέπει να απευθύνεται στο εκλογικό ακροατήριο από προνομιακή θέση.
Για να το πούμε αλλιώς, ο λόγος της Ακρας Δεξιάς έχει σήμερα καταστεί πιο προσιτός, δεν τρομάζει. Τα όρια της ανεκτικότητας γύρω από μια σειρά ζητημάτων και ιδεών έχουν μετακινηθεί προς τα δεξιά. Και αφού οι ιδέες της έχουν εισχωρήσει στο «κέντρο», τόσο και αυτή μπορεί να προβάλλει με αξιώσεις ως ο προνομιακός τους εκφραστής. Πέρα από το την επίδραση της κανονικοποίησης των ιδεών της, σημαντικό ρόλο στην άνοδο της Ακρας Δεξιάς παίζουν και ο κατακερματισμός και η έλλειψη αξιοπιστίας στα αριστερά του πολιτικού φάσματος.
Η απουσία ενός φορέα που να μπορεί να εκφράσει τις αγωνίες και τη δυσαρέσκεια σημαντικού μέρους των πολιτών γύρω από ζητήματα οικονομικής και κοινωνικής ανασφάλειας, αλλά και δυσφορίες για τη λειτουργία της δημοκρατίας στη χώρα, θέτοντάς τες σε μια προοδευτική προοπτική, επιτρέπει σε φορείς της Ακρας Δεξιάς να εμφανίζονται ως οι μόνες φωνές πραγματικής διαμαρτυρίας εναντίον της κυβέρνησης.
Από τον συνδυασμό των παραπάνω δείχνει να ωφελείται ιδιαίτερα η Ελληνική Λύση. Μένει να φανεί αν οι τάσεις των δημοσκοπήσεων θα επιβεβαιωθούν και στην κάλπη των ευρωεκλογών. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει άμεσα να ανοίξει η συζήτηση για τις ευθύνες όσων διαμορφώνουν την ατζέντα στον δημόσιο λόγο από θέσεις ισχύος σε μια κατεύθυνση που επιτρέπει και ευνοεί μια τέτοια άνοδο.
Ο κ. Γιώργος Κατσαμπέκης είναι ερευνητής στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ).