Η Αρετή Ασημακοπούλου, μια γυναίκα ξεχωριστή, πολυσπουδαγμένη, αξιόπιστη, δυναμική, παραγωγική και ταπεινή μαζί, έφυγε πριν λίγες μέρες από τη ζωή. Ανήκε στον κύκλο των δημόσιων λειτουργών που υπηρέτησαν το κράτος με ήθος, ευσυνειδησία και αυταπάρνηση, χωρίς να φείδονται κόπων και προσωπικών θυσιών.
Από τα πρόσωπα που χρήζουν τιμής και αναγνώρισης. Επί σχεδόν τέσσερις δεκαετίες εργάστηκε σκληρά στο υπουργείο Οικονομικών και συγκεκριμένα στο κρίσιμο και απαιτητικό Γενικό Λογιστήριο του Κράτους. Εζησε μαζί με τον αποβιώσαντα προ ετών σύζυγό της Δημήτρη Δρίτσα όλες τις δημοσιονομικές θύελλες και κρίσεις του μεταπολιτευτικού κράτους, χωρίς να μετακινηθεί κατ’ ελάχιστον από το καθήκον που της εμπιστεύθηκε η Πολιτεία.
Απόφοιτος του Παντείου Οικονομικού Πανεπιστημίου το 1964, ενώ αργότερα, το 1968, έλαβε και πτυχίο Νομικής από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Αμέσως μετά, κατόπιν εξετάσεων, εισήχθη με υποτροφία στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης της Γαλλίας, της γνωστής ΕΝΑ.
Ολοκληρώνοντας τις σπουδές της διορίστηκε, πάλι κατόπιν εξετάσεων, στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, όπου υπηρέτησε επί 38 ολόκληρα έτη. Προήχθη στον βαθμό του διευθυντή το 1991 και μέχρι τον Απρίλιο του 1998, που προήχθη στον βαθμό του γενικού διευθυντή, διετέλεσε διευθύντρια στις Διευθύνσεις Δημοσιονομικών Σχέσεων με την Ευρωπαϊκή Ενωση, στην Υπηρεσία Δημοσιονομικού Ελέγχου και αλλού.
Από το 1998 μέχρι την αποχώρησή της στα τέλη του 2001 είχε την ευθύνη της Γενικής Διεύθυνσης Θησαυροφυλακίου και Προϋπολογισμού, κατά τα κρίσιμο δηλαδή χρονικό διάστημα που εκρίθη η ένταξη της χώρας στην ευρωζώνη και η συγκεκριμένη Διεύθυνση είχε την ευθύνη παρουσίασης των δημοσιονομικών στοιχείων και η Αρετή συμμετείχε ενεργά στις διαπραγματεύσεις.
Εκ της θέσεώς της επίσης συμμετείχε ως εκπρόσωπος της κυβέρνησης στην Τράπεζα της Ελλάδος, διετέλεσε αντιπρόεδρος του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους και μέλος στο ΔΣ του Ωνασείου Καρδιοχειρουργικού Κέντρου. Μετά την αποχώρησή της από την υπηρεσία τοποθετήθηκε αντιπρόεδρος στα Ολυμπιακά Ακίνητα, όπου παρέμεινε μέχρι το 2004.
Οπου και αν βρέθηκε ήταν υπόδειγμα δημόσιου λειτουργού. Οσοι τη γνωρίσαμε ξέρουμε πως έδρασε ως εγγυήτρια της χρηστής και αποτελεσματικής διοίκησης χωρίς εκπτώσεις, με απαράμιλλο ζήλο και άοκνες προσπάθειες. Της αξίζει, αν μη τι άλλο, τιμή και δόξα.