Είναι τόσο σημαντικό και τόσο σαφές το άρθρο του εκλεκτού συναδέλφου Ηλία Κανέλλη στα «Νέα» (8/3), που αποτολμώ να το παραθέσω στη στήλη μου σχεδόν ως έχει:

«Εκτός απ’ τους μπαχαλάκηδες που ήδη επανεμφανίστηκαν στις πλατείες με τα όπλα τους, η προσπάθεια ανάστασης των κινημάτων της Αγανάκτησης στην πλατεία επανέφερε τις καταλήψεις στα πανεπιστήμια. Πρόκειται για καταλήψεις νέου τύπου, αφού πλέον δεν ψηφίζονται καν σε μειοψηφικές φοιτητικές συνελεύσεις από τις οποίες απουσιάζει η πλειονότητα των φοιτητών, αλλά επιβάλλονται από ομάδες αυτόκλητων επαναστατών, στο όνομα της κάθε φοράς κοινωνικής έντασης – στις μέρες μας λόγω της εκμετάλλευσης του τρομερού δυστυχήματος των Τεμπών από τους εμπόρους της θλίψης και της οργής.

Τέτοιες ομάδες στο όνομα της Αριστεράς και των Τεμπών, εδώ και δύο εβδομάδες, έχουν διαλύσει και το αρχαιότερο Πανεπιστήμιο της χώρας, το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Τίποτα δεν λειτουργεί. Οχι μόνο δεν γίνονται μαθήματα, αλλά επιπλέον δεν έχουν δικαίωμα να πατήσουν το πόδι τους στη σχολή οι καθηγητές, δεν επιτρέπεται να πάνε στα γραφεία τους – ενώ δεν λειτουργούν ούτε οι γραμματείες των τμημάτων. Αν κάποιος τολμήσει να διαμαρτυρηθεί, φοιτητής ή πολύ περισσότερο καθηγητής, λειτουργεί άμεσα η νέμεσις του κουκουλοφόρου (κρύβονται μη φάνε και καμιά μήνυση).

Είναι αυτό Πανεπιστήμιο; Οχι, λέει κάθε λογικός άνθρωπος. Η κυβέρνηση δεν αντιδρά, δεν θέλει να οξύνει την κατάσταση. Η πρυτανεία δεν αντιδρά, δεν θέλει να τα βάλει με τις ισχυρές μειοψηφίες που, άλλωστε, στηρίζονται από αρκετούς καθηγητές και από τα αριστερά κόμματα. Οι φοιτητές δεν αντιδρούν, φοβούνται ή βαριούνται, μόνο οι εξετάσεις μη χαθούν.

Κι όμως. Αυτή τη φορά, κάποιοι φοιτητές κουράστηκαν η δικτατορία των μειοψηφιών να καταργεί όποτε το θελήσει τον ρόλο του Πανεπιστημίου. Μια ομάδα φοιτητών του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών συνέταξε επιστολή την οποία απευθύνει στον πρύτανη, τον κοσμήτορα και σε όλους τους προέδρους της σχολής, ζητώντας το αυτονόητο: Το Πανεπιστήμιο να προστατέψει όσους επιδιώκουν να κάνουν πραγματικές σπουδές, να διασφαλίσει τη λειτουργία του. Διεκδικούν μαθήματα, γνώση και μαζί την κοινότητα της γνώσης, την πανεπιστημιακή ζωή που τους στερούν κάποιοι στο όνομα της ιδεολογίας και των κομμάτων με τα οποία συνδέονται.

Οι φοιτητές αυτοί, μάλιστα, δεν μιλάνε πίσω από κουκούλες και κράνη. Η επιστολή υπογράφεται με τα ονοματεπώνυμά τους και την πανεπιστημιακή τους ιδιότητα. Με γενναιότητα, διεκδικούν το αυτονόητο: Να μην αποφασίζουν άλλοι γι’ αυτούς – και όταν συμβαίνει, συχνά και όχι μόνο τώρα, διεκδικούν από το Πανεπιστήμιο να προστατέψει τον κόπο τους και τα έξοδα των οικογενειών τους. Δεν είναι επιλογή χωρίς κόστος. Επειδή θα κυκλοφορούν στο Πανεπιστήμιο μαζί με εκείνους που το χρησιμοποιούν ως εργαλείο στις πολιτικές επιδιώξεις τους, συχνά με τη βία.

Αλλά, προφανώς, δεν αντέχουν να ζουν υπό καθεστώς φόβου – σε χώρους που υποτίθεται ότι προάγουν τη γνώση και την ελευθερία. Ούτε άντεξαν να υφίστανται σιωπηλά την τυραννία των μειοψηφιών με τις προσβάσεις σε κόμματα και σε μηχανισμούς δημοσιότητας αλλά και σε δημόσιες σχέσεις που φτάνουν ακόμα και σε γραφεία καθηγητών. Τίποτε από αυτά δεν δικαιολογεί ό,τι συμβαίνει σήμερα: Να κλείνουν τα Πανεπιστήμια διά της βίας». Και το υπουργείο Παιδείας αδιάφορο αδρανεί και σιωπά.