Αι νύµφαι», «Μηνιαίον φιλολογικόν περιοδικόν εκδιδόµενον υπό ερασιτεχνών νέων τη συνεργασία των ενταύθα λογίων, Ζάκυνθος». Ξεφυλλίζω το τεύχος του Ιανουαρίου του 1920, στο εσώφυλλο του οποίου οι συντάκτες εύχονταν στους αναγνώστες «πανευδαίµον και αίσιον το νέον έτος».
Οµως η ευδαίµονη και χαρίεσσα ατµόσφαιρα άρχιζε να θολώνει από το πρώτο κιόλας εορταστικό(;) άρθρο: «Λίγο ακόµα µας χωρίζει από τη στιγµή που ο γέρω χρόνος, παραδίδοντας τα σκήπτρα του σ’ εκείνον που αφ’ το άπειρο θα γεννηθή θα κατρακυλίση στο αχανές του περασµένου φορτωµένος από αναµνήσεις θλιβερές» γράφει κάποιος Ρέννος, και συνεχίζει: «Με ποιες ελπίδες τον χαιρετίσαµε σαν εγεννήθη, µε ποιες ευχές! Αλλά όπως όλα στη µάταιη ζωή µας είν’ ένας φαύλος κύκλος που κέντρο έχει το ψέµα, κι αυτός ήλθε µοναχά για να µοιράσει στον κόσµο πίκρες και χαρές! Μας χάρισε πολλές φορές το γέλοιο µα του έδινε για σύντροφο το δάκρυ κι έτσι την κάθε µέρα που την προσµέναµε πειο από τες άλλες χαρωπή, την φώτιζε ο ήλιος δυστυχισµένη και θλιβερή!».
Αναρωτήθηκα αν ο καταθλιπτικός υπογράφων ήταν ένας από τους «ερασιτέχνες νέους» ή από τους «ενταύθα λόγιους» που εξέδιδαν το περιοδικό, για να ξέρω αν θα λυπηθώ τα νιάτα που ξεκινούσαν τη ζωή τους µε τόση µαυρίλα, ή τα χρόνια της ωριµότητας που σέρνονταν µαραµένα από το βάρος των διαψεύσεων, των αποτυχιών και των απωλειών. Και να ήταν µόνο ο Ρέννος των «Νυµφών»…
Σύµφωνα µε πρόσφατη έρευνα, οι νέοι σε όλη τη Βόρεια Αµερική είναι πλέον λιγότερο ευτυχισµένοι από τους µεγαλύτερους σε ηλικία, ενώ το ίδιο αναµένεται να συµβεί και στην Ευρώπη. Ο πεσιµισµός µε τον οποίο ο Ρέννος υποδεχόταν το 1920, πριν από έναν αιώνα και κάτι, είναι, ως φαίνεται, διαχρονικός. Ή έστω επανήλθε τα τελευταία χρόνια, µε τα προβλήµατα και τις ανασφάλειες που ξύπνησε η οικονοµική κρίση, µε τη µοναξιά και την αποξένωση που έφεραν η υπερβολική χρήση και ο εθισµός του Διαδικτύου, µε τις φοβίες και την αναστάτωση των ανησυχητικών πολιτικών εξελίξεων σε ΗΠΑ και Ευρώπη, των πολέµων που έχουν ξεσπάσει και δεν λένε να σταµατήσουν και των πολέµων που όλοι φοβόµαστε πως µπορεί να ξεκινήσουν από στιγµή σε στιγµή.
Περπατώ και σηκώνω το βλέµµα στα µπαλκόνια που λάµπουν από τα δεκάδες χρωµατιστά φωτάκια που αναβοσβήνουν.
Και που καταφέρνουν για µερικές έστω ηµέρες να κάνουν τους καταθλιπτικούς δρόµους λαµπερούς. Αναρωτιέµαι πώς να ήταν στολισµένη η Ζάκυνθος του 1920. Και αν το «αίσιον 1920» έφερε στη ζωή του απαισιόδοξου Ρέννου µια µικρή έστω ευτυχία που να του άλλαξε όχι απλώς τη διάθεση, αλλά την κοσµοθεωρία του.
Νοµίζω ότι, ανεξαρτήτως ηλικίας, ό,τι και αν σου συµβεί, όλα είναι θέµα αντίληψης: Να παίρνεις δύναµη από την ελπίδα ακόµα και αν για να τη βρεις πρέπει να σκάψεις, να απολαµβάνεις και τις πιο µικρές χαρές, να επενδύεις στο καλό, να συµπορεύεσαι µε τους σωστούς, µόνο µε εκείνους. Κακά τα ψέµατα, την ευτυχία σου ή τη δυστυχία σου εσύ θα τις φτιάξεις, δεν θα τις φέρει µαζί του κανένας νέος χρόνος. Να το έµαθε άραγε ποτέ αυτό ο Ρέννος; Να ευτύχησε ποτέ στη ζωή του;