Στον αγγλοσαξονικό χώρο τα πανεπιστήμια διακρίνονται σε τρεις κατηγορίες. Αυτά που είναι κορυφαία στην έρευνα, όσα συνδυάζουν έρευνα και διδασκαλία και τέλος εκείνα που βασίζονται κυρίως στη διδασκαλία. Από αυτές τις τρεις κατηγορίες το πιθανότερο είναι να ιδρύσουν παραρτήματα στην Ελλάδα μόνο όσα ανήκουν στην τρίτη καθώς τα έσοδά τους βασίζονται στα δίδακτρα και όχι τόσο στην έρευνα. Μπορεί επιμέρους συνεργασίες με ελληνικά πανεπιστήμια σε κάποια μεταπτυχιακά να υπάρξουν, αλλά παραρτήματα στην Ελλάδα θα ιδρυθούν (αν ιδρυθούν) μόνο από τριτοκλασάτα ξένα πανεπιστήμια ή διεθνή funds.
Ποιο σοβαρό πανεπιστήμιο θα διακινδυνεύσει τη φήμη του για να ανοίξει παράρτημα σε αχαρτογράφητα νερά και γιατί να το κάνει; Τα καλά πανεπιστήμια δεν έχουν ανάγκη από τα χρήματα των διδάκτρων γιατί διεκδικούν μεγάλα ερευνητικά προγράμματα. Από την έρευνα και από ταoverheads των προγραμμάτων προέρχονται τα έσοδά τους. Με ποια υποδομή θα τα διεκδικήσουν αυτά στην Ελλάδα; Το ερευνητικό περιβάλλον είναι δύσκολο να στηθεί μέσα σε λίγα χρόνια και όσοι έχουν την εμπειρία ξένων πανεπιστημίων το γνωρίζουν αυτό. Ποιος νέος ερευνητής θα αφήσει τη θέση του σε ξένο πανεπιστήμιο για να υπηρετήσει σε ένα παράρτημα που αρχίζει σχεδόν από το μηδέν;
Ως εκ τούτου, τα μη κρατικά πανεπιστήμια θα είναι μηχανισμοί παραγωγής πτυχιούχων αμφιβόλου ποιότητας και κάτι τέτοιο ανατρέπει και το επιχείρημα ότι ο ανταγωνισμός θα καταστήσει τα δημόσια πανεπιστήμια καλύτερα. Με ποιον τρόπο; Ανταγωνιζόμενα τρίτης κατηγορίας ιδρύματα παραγωγής πτυχιούχων και όχι έρευνας; Πώς θα βελτιωθούν τα δημόσια πανεπιστήμια όταν δεν έχουν να πληρώσουν το ρεύμα που καταναλώνουν; Ο ανταγωνισμός στον χώρο της Παιδείας έχει αποκτήσει παγκόσμιες διαστάσεις και επιμερίζεται στα πανεπιστήμια διδασκαλίας που επιδίδονται στην προσέλκυση φοιτητών, χρησιμοποιώντας ακόμη και ατζέντηδες, και στα ερευνητικά πανεπιστήμια που αναζητούν τους καλύτερους ερευνητές, προσφέροντας ελκυστικές υποδομές.
Τούτο εξηγεί για ποιον λόγο η Ελλάδα έχει περισσότερους προπτυχιακούς φοιτητές στο εξωτερικό σε σχέση με τη Βρετανία ή άλλες χώρες (π.χ. Πορτογαλία); Παρά τα υπέρογκα δίδακτρα οι Βρετανοί δεν φεύγουν για να σπουδάσουν αλλού ενώ θα περίμενε κανείς ένα κύμα φοιτητικής μετανάστευσης. Γνωρίζουν όμως ότι ένα πτυχίο από κάποιο πανεπιστήμιο τρίτης κατηγορίας δεν θα έχει πέραση. Και τούτο οφείλεται στο ότι στη Βρετανία η αγορά εργασίας είναι σε θέση να ξεχωρίσει την ήρα από το σιτάρι. Και ένας αριστούχος είναι πράγματι αριστούχος, δεδομένου ότι τα γραπτά βαθμολογούνται από δύο εξεταστές και υπάρχει τρίτος εξωτερικός εξεταστής από άλλο πανεπιστήμιο για να διασφαλίζεται το επίπεδο σπουδών.
Επομένως, μην υπάρχουν αυταπάτες ότι θα έρθουν αξιόλογα ξένα ερευνητικά πανεπιστήμια στη χώρα. Απλώς κάποια κολέγια θα αναβαθμιστούν σε πανεπιστήμια ώστε να προσελκύουν Έλληνες φοιτητές που, αντί να πάνε στην Κύπρο ή στη Βουλγαρία, θα αφήνουν τα χρήματά τους στην Ελλάδα. Ανώτατη Παιδεία όμως σημαίνει πρωτίστως έρευνα και όχι δίδακτρα.
O κ. Δημήτρης Tζιόβας είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Birmingham της Aγγλίας.