Θεωρητικά εμείς οι δημοσιογράφοι καλούμαστε να κατακτήσουμε μια, δύσκολη αλλά αναγκαία για την άσκηση των καθηκόντων μας, συναισθηματική απόσταση από τα γεγονότα τα οποία καταγράφουμε. Αυτό δεν είναι πάντα εύκολο. Η θέση στην οποία βρέθηκαν οι έλληνες δημοσιογράφοι να πρέπει να μεταδώσουν την καταδίκη της χώρας τους από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την ελλιπή λειτουργία του κράτους δικαίου, ήταν πραγματικά στενάχωρη.
Με το χέρι στην καρδιά, κανένας έλληνας δημοσιογράφος δεν επιχαίρει όταν πρέπει να ανοίξει με θάρρος αυτή τη συζήτηση είτε με την πολιτική ηγεσία του τόπου του είτε με τους συμπολίτες του.
Όμως ποιος είναι πραγματικά περισσότερο «πατριώτης»: αυτός που οδηγεί με τους χειρισμούς του τη χώρα του σε διασυρμό και στη συνέχεια την εκθέτει εκ νέου προσπαθώντας να συγκαλύψει τα γεγονότα μέσα από «ψεκασμένες» θεωρίες συνωμοσίας ή εκείνος που λέει ανοιχτά ότι η πατρίδα του αξίζει πραγματικά καλύτερους θεσμούς;
Ποιος είναι πραγματικά περισσότερο «Ευρωπαίος»: εκείνος που καταστρατηγεί κάθε θεσμικό πήχη που βάζει η ευρωπαϊκή του οικογένεια, που αμφισβητεί το ψήφισμα του ανώτερου εκλεγμένου (από τους ευρωπαίους πολίτες) οργάνου της Ενωμένης Ευρώπης, που λοιδορεί εκλεγμένους ευρωβουλευτές ως έρμαια της μικροπολιτικής και του παρασκηνίου ή εκείνος που δέχεται με γενναιότητα την κριτική και προσπαθεί να βελτιώσει τη θέση της χώρας του;
Είναι δυνατόν να είναι κάποιος α λα καρτ «Μένουμε Ευρώπη»; Δηλαδή «Μένουμε Ευρώπη» όταν μας βολεύει, «Δεν Μένουμε Ευρώπη» όταν κάποιος μας κάνει αντιπολίτευση. Αυτό το σχήμα λοιπόν δεν είναι ούτε φιλοευρωπαϊκό ούτε πατριωτικό, παρά περισσότερο φλερτάρει με τον ευρωσκεπτικισμό, δόγμα με το οποίο θεωρητικά διαφωνεί η πλειονότητα των ελληνικών κομμάτων αλλά και η ευρωπαϊκή μήτρα της Νέας Δημοκρατίας, το ΕΛΚ.
Αν η κυβέρνηση επιθυμεί να προσχωρήσει στον ευρωσκεπτικισμό, τότε ορθώς έχουμε βρεθεί στην ίδια λίστα με τον Όρμπαν και επίσης ας το πουν ανοιχτά στους έλληνες πολίτες, ότι δεν πρέπει να εμπιστεύονται τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.
Η πρώτη αντίδραση της ελληνικής κυβέρνησης δεν ήταν να αποδομήσει με επιχειρήματα, αποδείξεις και στοιχεία τις αιχμές του ψηφίσματος παρά να αναπτύξει ναπολεόντειες θεωρίες περί του μεγαλείου της που κατά τη γνώμη της προκάλεσαν και τη «φθονερή» επίθεση.
Αδιαφορώντας βεβαίως ή αποκρύπτοντας ότι το ψήφισμα-κόλαφος στηρίχθηκε και από το Renew, την ευρωπαϊκή εκφορά του κόμματος Μακρόν. Μήπως είναι και ο Μακρόν αριστερός; Μπορεί…
Στην ουσία του ψηφίσματος δυστυχώς η χώρα μας δεν έχει επαρκείς απαντήσεις για τα 28 σημεία έγκλησης. Δεν έχει απαντήσεις για το ναυάγιο στην Πύλο, για τους 57 θανάτους στα Τέμπη, γιατί παρακολουθήθηκαν ο αρχηγός του στρατεύματος και αρχηγοί κομμάτων στη χώρα, γιατί επιτρέπει τις καταχρηστικές αγωγές σε βάρος δημοσιογράφων, για το ξήλωμα ανεξάρτητων αρχών μέσα στη νύχτα. Κατά τα άλλα, μάλλον είμαστε όλοι ανθέλληνες.