Στο ζήτημα των λεγόμενων «μη κρατικών» ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, η κυβέρνηση δημιούργησε, σε δόσεις, μια εικονική πραγματικότητα: άλλα έλεγε, άλλα ήθελε, άλλα καταστρώνει στην πράξη.
Ως προς τη μέθοδο εισαγωγής στο ελληνικό σύστημα κάποιου είδους «ιδιωτικών πανεπιστημίων», παρά τις ρητές αναφορές και τις αντίστοιχες απαγορεύσεις του άρθρου 16 του Συντάγματος – ότι η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται «αποκλειστικά από νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου» (παράγραφος 5), ότι οι καθηγητές είναι όλοι «δημόσιοι λειτουργοί» (παράγραφος 6), ότι «απαγορεύεται η σύσταση από ιδιώτες» (παράγραφος 8) –, επιχειρήθηκαν, και εγκαταλείφθηκαν, αρκετοί και αντιφατικοί δρόμοι.
Αρχικά έγινε λόγος για σύναψη διεθνών συμφωνιών, σύμφωνα με το άρθρο 28 του Συντάγματος. Μετά προωθήθηκε η «σύμφωνη με το ενωσιακό δίκαιο ερμηνεία του Συντάγματος» – που δεν μπορεί όμως να μεταβάλει το «απαγορεύεται» σε «επιτρέπεται». Στη συνέχεια, υπήρξε σκέψη για μελλοντική αναθεώρηση του άρθρου 16 αλλά εν τω μεταξύ – στο όνομα ποιου κατεπείγοντος συμφέροντος ή λόγου άραγε; – αρχή υλοποίησης του νέου τύπου πανεπιστημιακών ιδρυμάτων με νόμο. Τελικώς φαίνεται να προκρίνεται η ρύθμιση μόνο με νόμο, αφού αυτό που δήθεν επιχειρείται είναι απλώς η εγκατάσταση στην Ελλάδα «παραρτημάτων» αλλοδαπών ιδρυμάτων.
Μόνο που το ίδιο το κυβερνητικό νομοσχέδιο αποδεικνύει ότι και αυτή είναι μια εικονική πραγματικότητα. Δεν χρειάζεται ερμηνεία, αρκεί η ανάγνωση των σχετικών άρθρων του νομοσχεδίου. Αρθρο 127: «Σκοπός του παρόντος είναι η ρύθμιση της εγκατάστασης, οργάνωσης και λειτουργίας στην Ελλάδα Νομικών Προσώπων Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΝΠΕΕ). Τα ΝΠΕΕ απονέμουν τίτλους σπουδών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και συνδέονται με ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, τα οποία είναι αναγνωρισμένα σε άλλα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης ή σε τρίτες χώρες…». Αρθρο 129 στοιχ. β: «ΝΠΕΕ είναι νομικό πρόσωπο ειδικού σκοπού μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα… το οποίο συνδέεται απευθείας με το μητρικό ίδρυμα και αποτελεί παράρτημά του στη Ελλάδα… η δε εσωτερική μεταξύ τους σχέση αντανακλάται επί του κεφαλαίου ή με συμφωνίες πιστοποίησης (validation) ή δικαιόχρησης (franchising)». Ως προς το διδακτικό προσωπικό, το άρθρο 151 ορίζει ότι η πρόσληψή του γίνεται «με προσόντα, τρόπους επιλογής και όρους υπηρεσίας αντίστοιχους με εκείνους του μητρικού ιδρύματος», ενώ δεν θα είναι αναγκαστικά όλοι διδάκτορες αλλά «τουλάχιστον το 80%» αυτών.
Τι σημαίνουν τα παραπάνω στην «πραγματική πραγματικότητα» (κατ’ αντιπαράθεση με την εικονική); Πρώτον, ότι δημιουργούνται νέα νομικά πρόσωπα, υπό μορφή ΝΠΕΕ, άρα όχι με τη μόνη κατά το Σύνταγμα (παρ. 5 άρθρου 16) παραδεκτή μορφή των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου (ο «μη κερδοσκοπικός» χαρακτήρας δεν έχει επιρροή επ’ αυτού). Δεύτερον, ότι δεν πρόκειται για παραρτήματα, αλλά για νέα ιδρύματα που θα έχουν απλώς μια χαλαρή και κατά βάση κεφαλαιακού χαρακτήρα (συμμετοχή στο κεφάλαιο, franchising) σύνδεση με τα «μητρικά» αλλοδαπά ιδρύματα, κάτι που απαγορεύεται από την παρ. 8 άρθρου 16. Και, τρίτον, ότι θα απονέμουν «ελληνικούς τίτλους» και θα διδάσκουν μη δημόσιοι λειτουργοί (ακόμη και μη διδάκτορες) κατά παράβαση της παρ. 6 του άρθρου 16.
Ολα αυτά λόγω βιασύνης και μη σεβασμού στο Σύνταγμα, ενώ θα μπορούσαν να υπάρξουν οι πολιτικές προϋποθέσεις για την ορθή μεθόδευση των πραγμάτων: σε βάθος συζήτηση, αναθεώρηση του άρθρου 16 και μετά νομοθέτηση. Η πιο επικίνδυνη εικονική πραγματικότητα έχει, τελικά, σχέση με τη δημοκρατία.
Ο κ. Κώστας Μποτόπουλος είναι συνταγματολόγος, πρώην ευρωβουλευτής.