H ανατροπή του καθεστώτος Ασαντ μετά από 24 χρόνια κυριαρχίας στη Συρία έχει επιφέρει σημαντικές εξελίξεις που αφορούν τους σύρους πρόσφυγες σε διάφορες χώρες. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Υπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, η πολιτική και στρατιωτική κρίση στη Συρία κατά τα τελευταία 14 χρόνια έχει οδηγήσει στην προσφυγιά περίπου 13 εκατομμύρια ανθρώπους (σχεδόν τον μισό πληθυσμό της χώρας κατά την έναρξη των συγκρούσεων).

Σήμερα περίπου 6 εκατομμύρια πρόσφυγες βρίσκονται είτε σε γειτονικές χώρες, όπως η Τουρκία, ο Λίβανος και η Ιορδανία, είτε στην Ευρώπη και αλλού. Μετά τις τελευταίες εξελίξεις ένας αριθμός προσφύγων, κυρίως από τον Λίβανο, φαίνεται ότι επιστρέφουν στην πατρίδα τους, χωρίς όμως αυτό να μπορεί ακόμα να αποτυπωθεί με αριθμητικά δεδομένα.

Η εγκαθίδρυση της μεταβατικής κυβέρνησης προκάλεσε την αστραπιαία – για τα ευρωπαϊκά δεδομένα – αντίδραση πολλών ευρωπαϊκών κρατών ως προς τη στάση τους απέναντι στους αιτούντες άσυλο σύρους πρόσφυγες που βρίσκονται ήδη σε ευρωπαϊκό έδαφος. Πολλές χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, προχώρησαν σε αναστολή της εξέτασης σχετικών αιτήσεων, ενώ σε κάποιες ξεκίνησε ήδη η συζήτηση για άρση του ασύλου ακόμα και σε ανθρώπους στους οποίους έχει ήδη χορηγηθεί εδώ και χρόνια.

Με την πολιτική κατάσταση στη Συρία να παραμένει μεταβατική και αδιευκρίνιστη ως προς την έκβασή της, η Υπατη Αρμοστεία για τους Πρόσφυγες προτείνει στα κράτη να μην προχωρήσουν σε διακριτική μεταχείριση μεταξύ σύρων και άλλων προσφύγων και να συνεχίσουν να αναγνωρίζουν το διεθνές δικαίωμα των ανθρώπων σε άσυλο και ασφάλεια.

Οι εξελίξεις αυτές επαναφέρουν με δραματικό τρόπο στην επικαιρότητα ένα πάγιο πρόβλημα των ευρωπαϊκών πολιτικών μετανάστευσης και ασύλου: οι πολιτικές που θεσπίζονται συνήθως επιχειρούν κατά περίσταση να απαντήσουν σε συμβάντα κρίσης. Τις περισσότερες μάλιστα φορές στοχεύουν στην οχύρωση των χωρών προς τις οποίες οι άνθρωποι προσφεύγουν απέναντι στις αναδυόμενες πολυκρίσεις του 21ου αιώνα.

Μήπως όμως η παράδοση της αντανακλαστικής σχεδόν θέσπισης πρόσκαιρων πολιτικών διαχείρισης της διεθνικής κινητικότητας ανθρώπων έχει φτάσει σήμερα στα όριά της; Είναι σαφές πια σήμερα ότι οι πολυκρίσεις που συνδέονται με τη μαζική μετακίνηση πληθυσμών πλανητικά γίνονται ολοένα και πιο σύνθετες.

Για παράδειγμα, τα προσφυγικά φαινόμενα αφορούσαν μέχρι τώρα κυρίως πολιτικές διώξεις και εμφυλίους πολέμους, ενώ σήμερα ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων εξαναγκάζονται στην προσφυγιά λόγω της κλιματικής αλλαγής που καθιστά τις εστίες τους μη βιώσιμους περιβαλλοντικά τόπους.

Σύμφωνα με διεθνείς οργανισμούς που παρακολουθούν αυτή την εξέλιξη, η κλιματική αλλαγή θεωρείται πια η σημαντικότερη κρίση που επηρεάζει και θα επηρεάσει την ανθρώπινη κινητικότητα στο άμεσο μέλλον. Ετσι, και ενώ το καθεστώς των σύγχρονων κλιματικών προσφύγων παραμένει ακόμα θεσμικά ασαφές, είναι σίγουρο ότι οι πολιτικές μετανάστευσης και ασύλου του μέλλοντος θα πρέπει να συνυπολογίσουν την παράμετρο των κλιματικών εκτοπισμών.

Τι σημαίνουν όλα αυτά για τη δημογραφικά γηράσκουσα Ευρώπη, τμήμα της οποίας ήδη πλήττεται επίσης από την κλιματική αλλαγή; Αν, όπως μας έμαθε ήδη από τη δεκαετία του 1970 ο Μισέλ Φουκό, η διαχείριση του πληθυσμού είναι το ιερό δισκοπότηρο της κυβερνητικότητας, μήπως έφτασε η ώρα για αναμέτρηση με τις πολυκρίσεις της εποχής μας; Και μήπως αυτό συνεπάγεται τη μετάβαση σε προνοητικές πολιτικές διαχείρισης της ανθρώπινης κινητικότητας που θα αναμετρώνται με τις έντονες βιοπολιτικές και περιβαλλοντικές προκλήσεις των καιρών;

Η κυρία Ιωάννα Λαλιώτου είναι καθηγήτρια Σύγχρονης Ιστορίας και Διαπολιτισμικών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλίας.