Η εικόνα γενικευμένης αποδιοργάνωσης του δημόσιου συστήματος Υγείας και τα διαλυτικά φαινόμενα στα νοσοκομεία της επαρχίας είναι μια αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα που παράγει ταλαιπωρία, αυξημένο κόστος, ακάλυπτες ανάγκες και ανισότητα στην περίθαλψη των πολιτών. Οι προεκλογικές υποσχέσεις ότι στη 2η τετραετία της ΝΔ θα δοθεί ιδιαίτερο βάρος στο ΕΣΥ και ότι θα αναλάβει προσωπικά το θέμα ο ίδιος ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης αποδείχθηκαν μια τεράστια και προσβλητική για τη νοημοσύνη μας κοροϊδία. Σήμερα δεν έχουν πρόβλημα μόνο οι δομές του ΕΣΥ σε κάποια νησιά ή δυσπρόσιτες περιοχές. Με τις υπάρχουσες συνθήκες εργασίας, αμοιβής, εκπαίδευσης και επιστημονικής εξέλιξης, είναι πλέον «άγονο» για τους υγειονομικούς όλο το ΕΣΥ.

Η κυβέρνηση άφησε, από επιλογή και όχι από ανικανότητα, την ευκαιρία της πανδημίας να πάει χαμένη, δεν στήριξε το εξουθενωμένο και μισθολογικά εξαθλιωμένο ανθρώπινο δυναμικό και δεν έκανε τίποτα για να ανακόψει το κύμα παραίτησης έμπειρων γιατρών από το ΕΣΥ. Εχοντας κάνει ό,τι μπορούσε για να ευνοήσει προκλητικά τους επιχειρηματίες υγείας και να δώσει το «σήμα» πως το ΕΣΥ είναι παρελθόν, έρχεται σήμερα η κυβέρνηση Μητσοτάκη, με «πολιορκητικό κριό» τον διχαστικό και υπέρμαχο του ιδιωτικού τομέα υπουργό Υγείας, κ. Γεωργιάδη, να εμφανίσει ως λύση την επίταξη των ιδιωτών γιατρών και την υποχρεωτική συνδρομή τους στην εφημερία των νοσοκομείων. Εκβιάζοντάς τους ανοικτά με διακοπή της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης αν δεν «συμμορφωθούν». Παράδοξο; Καθόλου. Πρόκειται για ασκήσεις σκληρού νεοφιλελευθερισμού και πολιτικού αυταρχισμού πάνω στα ερείπια του ΕΣΥ και στις πλάτες των ασθενών. Το πραγματικό σχέδιο είναι η ολιγοπωλιακή αναδιάρθρωση της αγοράς υγείας υπέρ των κλινικαρχών και των διαγνωστικών κέντρων και όχι υπέρ των ελευθεροεπαγγελματιών γιατρών.

Η κυβέρνηση θέλει ένα ΕΣΥ που απλώς εφημερεύει με «μετακινούμενους» ή «επιταγμένους» γιατρούς, που καλύπτει όπως-όπως το επείγον (αυτό δηλαδή που δεν ενδιαφέρεται να κάνει ο ιδιωτικός τομέας), που περιορίζεται στα βασικά και που αφήνει «ζωτικό χώρο» στην αγορά. Οι ιδιώτες γιατροί αρνούνται – και σωστά – να «βάλουν πλάτη» σε ένα σύστημα που γίνεται κάθε μέρα πιο επισφαλές και επικίνδυνο για όλους, αλλά κυρίως για τους ασθενείς. Παρά το γεγονός ότι η αμοιβή τους για το εφημεριακό έργο που καλούνται να προσφέρουν είναι προκλητικά ανισότιμη σε σχέση με τους υπηρετούντες γιατρούς του ΕΣΥ, που χρόνια τώρα κρατούν όρθιο το ΕΣΥ με αναξιοπρεπείς μισθούς και εξαντλητική υπερεφημέρευση.  Αυτό που χρειάζεται επειγόντως είναι ένα αναπτυξιακό «σοκ» στο δημόσιο σύστημα Υγείας. Με γενναία χρηματοδότηση και κίνητρα, πλήρη στελέχωση των νοσοκομείων και Κέντρων Υγείας με μόνιμο, καλά εκπαιδευμένο και αξιοπρεπώς αμειβόμενο ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, που η πολιτεία θα του διασφαλίζει τις καλύτερες δυνατές προϋποθέσεις για την παροχή αξιόπιστης, δωρεάν και υψηλής ποιότητας περίθαλψης. Εργασιακή, επιστημονική και μισθολογική αξιοπρέπεια θέλουν οι γιατροί του ΕΣΥ και όχι χρήματα από τους ασθενείς, όπως τους προτρέπει ανοικτά η κυβέρνηση.

Ο κ. Ανδρέας Ξανθός είναι γιατρός του Νοσοκομείου Ρεθύμνου, πρώην υπουργός Υγείας.