Αν υπάρχει ένα κοινό στοιχείο που εντοπίζουν οι δημοσκοπήσεις μετά τα Τέμπη, αυτό είναι η οργή. Από τη μία οι πολίτες αξιώνουν την απόδοση ευθυνών και πέραν του μοιραίου σταθμάρχη, από την άλλη υπάρχει μια διάχυτη απόρριψη αυτού του α λα γκρέκα τρόπου με τον οποίο γίνονται ή δεν γίνονται τα πράγματα στη χώρα. Πλανάται όποιος πιστεύει ότι αυτό περιορίζεται μόνο στην «αμαρτωλή» σύμβαση 717 ή το σύστημα αυτόματης πέδησης που δεν είχε εγκατασταθεί. Στο όνομα των Τεμπών έχει ανοίξει ο ασκός του Αιόλου, με ζητούμενο έναν άλλον τρόπο λειτουργίας του κράτους.
Είναι σωστή αυτή η ερμηνεία; Ετσι φαίνεται. Και εύκολα μπορούμε να φτάσουμε στη συνεπαγωγή: αν το κράτος δεν λειτούργησε σωστά στην περίπτωση της τραγωδίας, τότε οι καχεξίες του δεν περιορίζονται μόνο σε ένα σύστημα τηλεδιοίκησης και στην ανεπάρκεια ενός σταθμάρχη. Μιλάμε για χρόνιες παθογένειες που διατηρούνται με την ανοχή, αν όχι και με τις ευλογίες, και αυτής της κυβέρνησης.
Θέλετε ακόμα ένα παράδειγμα; Προσέξτε τη διαδρομή που ακολούθησε το πολυσυζητημένο, τις τελευταίες μέρες, πολυνομοσχέδιο του υπουργείου Περιβάλλοντος. Πιστή στο μεταπολιτευτικό έθιμο των προεκλογικών διευθετήσεων, η κυβέρνηση, φρόντισε με ελάχιστη διαβούλευση (και μάλιστα το τριήμερο της Καθαράς Δευτέρας) να φέρει προς ψήφιση εκατοντάδες άρθρα. Ανάμεσά τους υπάρχουν και ρυθμίσεις φωτογραφικές που «κλείνουν εκκρεμότητες» εν όψει της κάλπης. Τα περισσότερα θα τα έχετε ακούσει από τους συναδέλφους του ρεπορτάζ: δόμηση τουριστικών επιχειρήσεων ακόμα πιο κοντά στο κύμα, εξουσία στον υπουργό να αλλάζει όρια οικισμών, εξαιρέσεις από τους κανονισμούς για τις θέσεις στάθμευσης μεγάλων συγκροτημάτων κ.λπ.
Δεν χρειάζεται πάντα να υπάρχουν νεκροί για να πυροδοτηθεί η οργή. Οσο οι κυβερνήσεις και οι υπουργοί τους πολιτεύονται με ήθη και πρακτικές προηγούμενων δεκαετιών, τόσο οι νέοι θα απαξιώνουν την πολιτική. Η γενιά των Millennials, αλλά και η επόμενη, μετρούν τη νιότη τους με κρίσεις για τις οποίες ευθύνονται, κυρίως, όσοι κυβέρνησαν τη χώρα. Η κυβέρνηση αυτή εξελέγη προτάσσοντας την αριστεία ως το συστατικό μιας νέας νοοτροπίας που θα διαπερνούσε, υποτίθεται, το επιτελικό κράτος. Επένδυσε πολιτικά στον επαναπατρισμό των νέων που έφυγαν στην περίοδο της κρίσης, τους υποσχέθηκε μία χώρα με καλύτερες ευκαιρίες, εμποτισμένες από πνεύμα δικαιοσύνης. Και τελικά οι νέοι είναι στους δρόμους. Οι δημοσκοπήσεις μάς δείχνουν ότι τους θεωρούν όλους υπεύθυνους. Και όχι, αν ρωτάτε, δεν έχουν συγκροτημένη πρόταση. Οι νέοι είναι για να ονειρεύονται. Και τα όνειρά τους γίνονται αέρας που φουσκώνει πανιά, αρκεί να ξέρεις πώς να τα ανοίξεις.