Σε αντίθεση με τον κοινό πολίτη, ως προς τον οποίο «άγνοια νόμου δεν επιτρέπεται», για την κρατική δραστηριότητα ισχύει το λεγόμενο «προνόμιο του κράτους να πλανάται» (Irrtumsprivileg des Staates). Τα σφάλματα των δικαστικών λειτουργών πρακτικά μένουν άνευ κυρώσεως («υπάρχει και η έφεση!»), αφού η κρίση που εκφέρουν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους δεν αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα (άρθρο 109, παράγραφος 4 κώδικα κατάστασης δικαστικών λειτουργών) διότι διαφορετικά θα επλήττοντο η ανεξαρτησία και η αμεροληψία τους και θα ενεργούσαν υπό τη δαμόκλειο σπάθη της δίωξης.

Ετσι, ο διαταχθείς από τον Αρειο Πάγο πειθαρχικός έλεγχος δικαστικών λειτουργών που δεν προφυλάκισαν κατηγορούμενο για ενδοοικογενειακή βία αποκαλύπτεται αλυσιτελής. Ομως, σημαντικότερο (και περισσότερο αποκαρδιωτικό) είναι το ότι η ευαισθησία εκ μέρους της ηγεσίας του Αρείου Πάγου εκδηλώθηκε το πρώτον επειδή η εν λόγω υπόθεση απασχόλησε κατά τρόπο εκκωφαντικό τα ΜΜΕ καθώς και το ότι συνοδεύτηκε από σειρά δελτίων Τύπου (από τον Αρειο Πάγο, την Ενωση Δικαστών και Εισαγγελέων, τον κατηγορούμενο, τον Δικηγορικό Σύλλογο κ.λπ.), από αθρόες τηλεοπτικές δίκες και από απροκάλυπτη παραβίαση της μυστικότητας της ανάκρισης (που, από ό,τι φαίνεται, άφησε ασυγκίνητα τα αρμόδια όργανα της πολιτείας).

Ολα αυτά δείχνουν ότι τα αντανακλαστικά περί την απονομή της δικαιοσύνης είναι ιδιαιτέρως ευαίσθητα σε υποθέσεις που ενδιαφέρουν τα ΜΜΕ, σε αντίθεση με τον κοινό πολίτη που «παλεύει» θεσμικά (με υπομνήματα, αιτήσεις, αναφορές, κ.λπ.) για να βρει το δίκιο του, είτε ως θύμα είτε ως κατηγορούμενος. Πλάι λοιπόν στο προνόμιο του κράτους να πλανάται, υπάρχει και το προνόμιο του διαδίκου που έχει φωνή μέσα από τα ΜΜΕ. Η εικόνα επιβαρύνεται και από κρούσματα παραβίασης θεμελιωδών αρχών και κανόνων της ποινικής νομοθεσίας, αλλά και από σπασμωδικές παλινωδίες όπου το ένα σφάλμα επιχειρείται να καλυφθεί με ένα άλλο.

Ετσι π.χ. μια προδήλως υπερβολικά επιεικής μεταχείριση του κατηγορουμένου είναι άστοχο να «ανακαλείται» με αιτιολογίες ασθενούς πειστικότητος. Τέτοια φαινόμενα, που δείχνουν έλλειψη συνοχής στην απονομή της δικαιοσύνης, θα πρέπει να αποφεύγονται, όχι βέβαια με πειθαρχικές διώξεις αλλά με κατάλληλες οδηγίες γενικής φύσεως. Θα πρέπει π.χ. να λαμβάνεται μέριμνα ώστε να μην παρουσιάζεται το φαινόμενο ο ίδιος ανακριτής που αφήνει ελεύθερο κάποιον κατηγορούμενο για πράξη τιμωρούμενη με κάθειρξη έως 20 χρόνια να επιβάλλει συγχρόνως εγγύηση ενός εκατομμυρίου ευρώ για πράξη τιμωρούμενη με κάθειρξη έως 10 ετών.

Διότι έτσι αποδυναμώνεται η εμπιστοσύνη του πολίτη στο σύστημα ποινικής δικαιοσύνης της χώρας και δικαιώνονται εκείνοι που το κατέταξαν στη θέση 56 για το 2023, μετά την Μποτσουάνα (θέση 32), τη Ρουάντα (θέση 42) και τη Ναμίμπια (θέση 45 – βλ. World Justice Project 2024) και αδικούνται οι δικαστικοί λειτουργοί που με προσωπικό κόστος και χωρίς ωράριο αφιερώνουν τη ζωή τους στον αγώνα για την απονομή δικαιοσύνης.

 Ο κύριος Χρίστος Χ. Μυλωνόπουλος είναι ομότιμος καθηγητής Ποινικού Δικαίου του Πανεπιστημίου Αθηνών.