Ολοκληρώνεται σήμερα η διαδικασία εκλογής νέου προέδρου στο ΠαΣοΚ και από αύριο θα ξεκινήσουν οι εύλογες συζητήσεις για το πώς θα πορευτεί εφεξής και πώς θα διαχειριστεί το θετικό μομέντουμ των εντυπώσεων που κέρδισε έως τώρα. Προς αυτή την κατεύθυνση, παραθέτω μερικές πρακτικές σκέψεις που ίσως ενισχύσουν την ανοδική προσπάθεια.
1. Αμεση αλλαγή του τρόπου εκλογής κομματικής ηγεσίας
Το σημερινό ξέφραγο σύστημα, όπου όποιος θέλει μπαίνει και ψηφίζει, πρέπει να αντικατασταθεί από σε πλατιά μεν αλλά δομημένη διαδικασία με διαπιστευμένα μέλη και φίλους.
Οταν η προσέλευση είναι χωρίς κριτήρια, θεωρητικά μπορεί μια οργανωμένη ομάδα εκτός κόμματος να την αξιοποιήσει για να προωθήσει «δικά» της πρόσωπα, τα οποία στη συνέχεια θα υλοποιήσουν μια ατζέντα – αν όχι εχθρική – τουλάχιστον ξένη με τις παρακαταθήκες του κόμματος που θα τα στεγάσει.
Αν το πετύχουν, θα πρόκειται για «πολιτική αεροπειρατεία», που ξεγελά την κοινή γνώμη επειδή υποτίθεται ότι δίνει την ευκαιρία στον πολίτη να εκλέξει ηγεσίες σε όσα κόμματα επιθυμεί. Στην πραγματικότητα όχι μόνο παραβιάζει τη θεμελιώδη αρχή της δημοκρατίας να αντιστοιχεί πάντα μία ψήφος για κάθε πολίτη (one person, one vote), αλλά και οι ηγεσίες που θα εκλεγούν θα είναι υποχείρια αφανών εξωκομματικών μηχανισμών.
Στις εκλογές του ΠαΣοΚ ευτυχώς δεν παρατηρήθηκαν τέτοια φαινόμενα, αν και προεκλογικά είχαν φουντώσει οι φήμες για οργανωμένα σχέδια εισπήδησης. Ακριβώς επειδή η διαδικασία έμεινε (σχεδόν) αλώβητη, το ΠαΣοΚ μπορεί τώρα να πάρει πρωτοβουλίες να τη θωρακίσει έναντι μελλοντικών προκλήσεων.
Η αυτονόητη λύση είναι να υιοθετηθεί ένα ευρύ εκλογικό σώμα που θα αποτελείται από αυξημένο αριθμό συνέδρων συν όλους τους εκπροσώπους του ΠαΣοΚ σε πολιτικούς και κοινωνικούς θεσμούς (από βουλευτές έως κοινοτάρχες και μέλη διοίκησης φορέων). Οι εκπρόσωποι του σώματος εκλέγονται εγκαίρως από τα έγκυρα μέλη και φίλους του κόμματος ώστε να μην επηρεάζεται η προθυμία συμμετοχής τους από το ποιοι είναι κάθε φορά υποψήφιοι πρόεδροι.
Παρόμοιες διαδικασίες υπάρχουν σε όλα σχεδόν τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα της Ευρώπης και κανείς λόγος δεν υπάρχει το ΠαΣοΚ να είναι μια εξαίρεση.
2. Σύνθεση των προβλημάτων και άμεσες προτάσεις
Επί τέσσερις μήνες οι έξι υποψήφιοι του ΠαΣοΚ όργωναν ακούραστα τη χώρα, άκουγαν τα προβλήματα των πολιτών, είτε τοπικά είτε μεγάλα, και επιχειρούσαν να προτείνουν λύσεις που αργότερα θα υιοθετούσε το κόμμα. Η διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας ήταν τρεις φορές μακρύτερη από τις εθνικές εκλογές και επίσης απαλλαγμένη από το «ξεκατίνιασμα» και τη λάσπη που πλημμυρίζει τις αντιπαραθέσεις αντίπαλων κομμάτων.
Με δεδομένη την υψηλή κατάρτιση όλων των υποψηφίων, είναι βέβαιο ότι η πρόσληψη των προβλημάτων υπήρξε εξαιρετικά αποτελεσματική και οι απόψεις που διαμορφώθηκαν πρέπει πάραυτα να συντεθούν και να αξιοποιηθούν.
Οποιος και να εκλεγεί πρόεδρος πρέπει να συγκαλέσει αμέσως μια σύσκεψη με όλους τους υποψηφίους και να του πουν τι προβλήματα διαπίστωσαν από πρώτο χέρι στις περιοδείες που έκαναν, καθώς και τι προτείνουν οι ίδιοι για την αντιμετώπισή τους άμεσα (ως αντιπολίτευση) και μεσοπρόθεσμα (ως κυβέρνηση). Μια τέτοια ενέργεια θα ήταν απτή απόδειξη συλλογικότητας και ευθύνης όλων για την ανάδειξη και επίλυση των προτεραιοτήτων που έχουν οι πολίτες.
Πέραν της συλλογικότητας, αυτό θα εμπλουτίσει και την ατζέντα των προβλημάτων προσθέτοντας και όσα αναφέρθηκαν μεν από τους πολίτες, αλλά κάπως αποσιωπήθηκαν στον δημόσιο διάλογο γιατί ακόμα υπάρχει αμηχανία στην αντιμετώπισή τους. Για παράδειγμα, είναι βέβαιο ότι στη μεγάλη πλειοψηφία των επαφών οι υποψήφιοι πρόεδροι άκουσαν ουκ ολίγα για το πρόβλημα της δημόσιας ασφάλειας, της φοροδιαφυγής, την ερήμωση πολλών ΑΕΙ/ΤΕΙ στην περιφέρεια κ.ο.κ.
Σίγουρα άκουσαν πολλά επίσης για το μεταναστευτικό και προσφυγικό πρόβλημα, και μάλιστα σε δύο εκδοχές: μία ότι λείπουν εργατικά χέρια και χρειαζόμαστε μετανάστες και μία ότι δεν έχουμε υποδομές να υποδεχθούμε άλλους πρόσφυγες. Ολα αυτά τα ζητήματα αφέθηκαν χωρίς αιχμές στον προεκλογικό διάλογο, προφανώς με αμοιβαίες στρογγυλεύσεις.
Πλην όμως μόνο αν το ΠαΣοΚ βρει τις κατάλληλες απαντήσεις στα δύσκολα και αμήχανα αυτά ζητήματα θα μπορεί να διεκδικήσει εκ νέου έναν πρωτοποριακό ρόλο στην ελληνική κοινωνία. Και αυτό μας φέρνει τώρα στο κατ’ εξοχήν πρόβλημα στρατηγικής του ΠαΣοΚ.
3. Στρατηγική επιβίωσης, συμμαχιών ή πρωτιάς;
Στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας εκφράστηκαν από τους διάφορους υποψηφίους πολλοί και ετερόκλητοι στόχοι για τις ερχόμενες εκλογές. Οπως, για παράδειγμα, η συγκρότηση μιας ευρείας προοδευτικής παράταξης ικανής να νικήσει τη ΝΔ, η επαναπροσέλκυση των διαφυγόντων ψηφοφόρων προς ΣΥΡΙΖΑ, η επανάκαμψη των κεντρώων από τη ΝΔ, ενώ δεν έλειψαν και οι πιο φιλόδοξοι στόχοι να κυβερνήσει το ΠαΣοΚ πρώτο και αυτοδύναμο.
Στην πορεία μερικές από τις απόψεις αυτές αποσιωπήθηκαν, είτε επειδή δεν ήταν δημοφιλείς είτε επειδή τις σκέπασε η κοσμοχαλασιά στον ΣΥΡΙΖΑ. Εγινε επιτέλους κατανοητό ότι αν συγχωνεύσεις μια ομάδα Α’ Εθνικής με μια ομάδα που υποβιβάστηκε στη Β’ Εθνική, μάλλον θα πάρεις δύο ομάδες στη χαμηλότερη κατηγορία. Επικράτησε έτσι σε όλους τους υποψηφίους η ανάγκη αυτονομίας του ΠαΣοΚ και αυτή είναι πλέον η ελάχιστη κοινή βάση.
Και πάλι όμως θέλει προσοχή η διατύπωση του στόχου, γιατί άμα είναι ανέφικτος θα φέρει πάλι γκρίνια, όπως έγινε στις ευρωεκλογές, με το ΠαΣοΚ να είναι το μόνο που κάπως ανέβηκε, αλλά πλημμύρισε από εσωτερική οργή.
Σε όλον τον κόσμο ένα κόμμα θέλει να βγει όσο πιο ισχυρό γίνεται και με βάση το αποτέλεσμα και τα συμφέροντα της χώρας θα καθορίσει τη στάση του εκ των υστέρων, ποτέ εκ των προτέρων. Αν θεωρεί ότι οι προσφερόμενες συμμαχίες θα του αλλοιώσουν την ταυτότητα, τότε διαπραγματεύεται αμφίπλευρες συμμαχίες που την αντισταθμίζουν. Αν πάλι βγει αυτοδύναμο, ακόμα καλύτερα και αέρας στα πανιά του. Τόσο στοιχειώδες!
Ο κύριος Νίκος Χριστοδουλάκης είναι ομότιμος καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο, πρώην υπουργός.