Η ελληνική οικονομία κατέκτησε σημαντικούς στόχους τα τελευταία χρόνια: υπεραπέδωσε της Ευρωζώνης σε ανάπτυξη, ανέκτησε την επενδυτική βαθμίδα, επέστρεψε σε πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα, ενίσχυσε την εξωστρέφειά της. Οι μεσοπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης διαφαίνονται θετικές, κυρίως λόγω του τεράστιου επενδυτικού προγράμματος του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ).
Ωστόσο, οι ενδείξεις μετασχηματισμού του μακροχρόνιου μοντέλου ανάπτυξης είναι λιγότερο εμφανείς:
- οι επενδύσεις υπολείπονται ακόμη 8 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης και δεν επαρκούν για να ξαναχτιστεί το κεφάλαιο που χάθηκε στην κρίση,
- οι άμεσες ξένες επενδύσεις αφορούν σε μεγάλο βαθμό την κτηματαγορά,
- οι εξαγωγές αφορούν κυρίως τις υπηρεσίες (τουρισμός) κι ένα μικρό φάσμα προϊόντων, κυρίως χαμηλής προστιθέμενης αξίας,
- οι εισαγωγές αυξάνονται ταχύτερα από τις εξαγωγές διατηρώντας το εξωτερικό έλλειμμα σε υψηλά επίπεδα,
- το ΑΕΠ βασίζεται υπερβολικά στην ιδιωτική κατανάλωση (μερίδιο 68%, όσο και πριν την κρίση, έναντι 52% στην Ευρωζώνη),
- η Ελλάδα παραμένει στις τελευταίες θέσεις στην Ευρώπη σε κρίσιμους δείκτες που αφορούν τη γραφειοκρατία, το ρυθμιστικό βάρος, τις δεξιότητες του εργατικού δυναμικού, τη διείσδυση της γνώσης στην παραγωγή, τη διαφάνεια και την αποτελεσματικότητα της δημόσιας διοίκησης,
- η υπερβολική εξάρτηση από τον τουρισμό αυξάνει την ευαισθησία στις εξωτερικές διαταραχές και τις πιέσεις για άναρχη δόμηση, υποβαθμίζοντας το φυσικό περιβάλλον και τις μακροπρόθεσμες προοπτικές,
- Ελληνες που έφυγαν στο εξωτερικό δεν επιστρέφουν διότι η χώρα δεν διαθέτει αρκετές ποιοτικές θέσεις εργασίας ενώ εξακολουθεί να εκλαμβάνεται ως τόπος χαμηλής αξιοκρατίας και επιπέδου επιβολής των νόμων. Η υπαρξιακή πρόκληση του δημογραφικού επικρέμεται ως δαμόκλειος σπάθη.
Η αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων έχει έναν κοινό παρονομαστή: Περισσότερες και ποιοτικότερες επενδύσεις. Οικονομική σύγκλιση δεν μπορεί να συμβεί διατηρήσιμα εάν οι επενδύσεις δεν ανέλθουν τουλάχιστον στο ευρωπαϊκό 22% του ΑΕΠ, εστιάζοντας σε παραγωγικότερες χρήσεις.
Την ίδια στιγμή, οι γεωστρατηγικές αναταράξεις που βιώνουμε δυσχεραίνουν το εξωτερικό περιβάλλον, αυξάνοντας την αβεβαιότητα, τον κίνδυνο στασιμοπληθωρισμού, και δυσκολεύοντας τις επενδύσεις. Σε αυτό το περιβάλλον, επιβάλλεται η επιτάχυνση του ΤΑΑ, ένα αντικυκλικό εργαλείο και ατμομηχανή στροφής της οικονομίας προς τις σύγχρονες ανάγκες για πράσινη μετάβαση και ψηφιοποίηση. Δεν αρκεί όμως μόνο το ΤΑΑ.
Απαιτείται ανάκαμψη και των αμιγώς ιδιωτικών επενδύσεων. Αυτό δεν επιτυγχάνεται με εισοδηματικές ενισχύσεις κι επιδοτήσεις -η δυνατότητα για τις οποίες περικόπτεται άλλωστε με το νέο δημοσιονομικό πλαίσιο της ΕΕ- αλλά με διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θα βελτιώσουν το οικονομικό περιβάλλον.
Το ΤΑΑ έχει ημερομηνία λήξης. Εάν έως τότε δεν έχουν βελτιωθεί οι εγγενείς δυνατότητες προσέλκυσης παραγωγικών επενδύσεων με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, η οικονομία θα επιβραδυνθεί.
Μεταρρυθμιστικές προτεραιότητες αποτελούν η επιτάχυνση απονομής της δικαιοσύνης, η βελτίωση της εκπαίδευσης, η αναδιοργάνωση της δημόσιας διοίκησης με αξιολόγηση δομών και προσώπων και η ολοκλήρωση κτηματολογίου και τοπικών πολεοδομικών σχεδίων.
Βεβαίως οι μεταρρυθμίσεις συνασπίζουν απέναντί τους θιγόμενες ομάδες, επομένως η εφαρμογή τους είναι δυσκολότερη όσο το οικονομικό περιβάλλον επιδεινώνεται και το πολιτικό κεφάλαιο της εκάστοτε Κυβέρνησης εξαντλείται. Γι αυτό πρέπει να γίνονται με νωπή τη λαϊκή εντολή, λαμβάνοντας πάντα υπόψιν πως το κόστος της αδράνειας θα είναι ακόμη μεγαλύτερο._
Ο Τάσος Αναστασάτος είναι επικεφαλής οικονομολόγος του ομίλου της Eurobank και πρόεδρος της Συντονιστικής Επιτροπής Οικονομικής Ανάλυσης της ΕΕΤ