Η ελληνική οικονομία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τον πρωτογενή τομέα, ο οποίος αποτελεί έναν από τους πιο βασικούς πυλώνες ανάπτυξης, ιδιαίτερα στις αγροτικές και νησιωτικές περιοχές της χώρας. Η ενίσχυση αυτού του τομέα συμβάλλει τόσο στην οικονομική βιωσιμότητα της υπαίθρου όσο και στην κοινωνική ευημερία αυτής. Ο πρωτογενής τομέας συνεισφέρει στη διατήρηση της εθνικής αυτάρκειας σε τρόφιμα, ενώ ταυτόχρονα διασφαλίζει τη συγκράτηση του ενεργού και συγχρόνως δυναμικού πληθυσμού στις αγροτικές περιοχές.

Η στήριξη του αγροτικού τομέα μέσω επιχειρησιακών επενδυτικών προγραμμάτων όπως αυτό της «Μεταποίησης, Εμπορίας και Ανάπτυξης Γεωργικών Προϊόντων», το οποίο σύντομα πρόκειται να προκηρυχθεί από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, είναι κρίσιμη για τη βελτίωση της παραγωγικότητάς του και την ενσωμάτωση νέων τεχνολογιών στην παραγωγική διαδικασία με αποτέλεσμα την αύξηση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών γεωργικών προϊόντων στις διεθνείς αγορές επιτρέποντας στους παραγωγούς να αυξήσουν την αξία των προϊόντων τους.

Επιπλέον, η ενίσχυση της μεταποίησης και εμπορίας των γεωργικών προϊόντων συνεισφέρει στην αύξηση της προστιθέμενης αξίας των προϊόντων της πρωτογενούς παραγωγής. Αυτό δημιουργεί νέες ευκαιρίες απασχόλησης εργατικού δυναμικού με τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας σε αγροτικές περιοχές και ίδρυσης νέων παραγωγικών επενδύσεων, συμβάλλοντας έτσι στην κοινωνική και οικονομική αναζωογόνηση των περιοχών αυτών. Το πρόγραμμα αυτό αναμένεται να συμβάλει και στην επίτευξη περιβαλλοντικών στόχων καθώς ενισχύει την ενσωμάτωση νέων καινοτόμων μεθόδων παραγωγής και περιβαλλοντικά βιώσιμων τεχνολογιών, οι οποίες συμβάλλουν στη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, στην εξοικονόμηση ενέργειας και προάγουν τελικά τη βιώσιμη ανάπτυξη.

Δικαιούχοι του προγράμματος «Μεταποίηση, Εμπορία και Ανάπτυξη Γεωργικών Προϊόντων» είναι μικρές, μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται κατά κύριο λόγο στη μεταποίηση γεωργικών προϊόντων (ως πρώτη ύλη) που ανήκουν στο παράρτημα Ι της Συνθήκης για τη Λειτουργία της ΕΕ και το τελικό προϊόν είναι επίσης γεωργικό. Προβλέπονται επιχορηγήσεις που κυμαίνονται από 40% έως 65% ανάλογα με την περιοχή εφαρμογής της επένδυσης, με δυνατότητα αυξημένης στήριξης σε ειδικές περιπτώσεις, όπως για επιχειρήσεις που προάγουν τη βιώσιμη ανάπτυξη. Τα όρια του προϋπολογισμού αιτήσεων στήριξης κυμαίνονται από 400.001 έως 5.000.000 ευρώ.

Οι δράσεις που προβλέπονται να ενισχυθούν αφορούν κυρίως ιδρύσεις, εκσυγχρονισμούς, επεκτάσεις, μετεγκαταστάσεις μονάδων παραγωγής και αποθηκευτικών χώρων, συγχωνεύσεις μονάδων, μονάδες διαχείρισης υποπροϊόντων, όπως θα εξειδικευθούν στο θεσμικό πλαίσιο, ανάλογα με τον τομέα.

Ειδικότερα διευκρινίζεται ότι:

Οι μετεγκαταστάσεις και οι συγχωνεύσεις μονάδων συνοδεύονται απαραίτητα από εκσυγχρονισμό αυτών.

Οι ιδρύσεις ελαιοτριβείων δεν ενισχύονται.

Οι ιδρύσεις σφαγείων αιγοπροβάτων, βοοειδών και χοιρινών δεν ενισχύονται, με εξαίρεση τις νησιωτικές περιοχές στις οποίες δύναται να ενισχυθούν ιδρύσεις σφαγείων ετήσιας δυναμικότητας μέχρι 400 τόνους κρέατος.

Οι ιδρύσεις σφαγείων πουλερικών δεν ενισχύονται, με εξαίρεση τις ορεινές και τις νησιωτικές περιοχές χωρίς περιορισμό ετήσιας δυναμικότητας.

Επιλέξιμες θα είναι οι δαπάνες που θα πραγματοποιηθούν μετά την ημερομηνία της υποβολής της αρχικής ηλεκτρονικής αίτησης στήριξης.

Ο κύριος Τάσος Ζαγοριανός είναι Partner στην DBC diadikasia.