Στη διάρκεια των τελευταίων τεσσάρων μηνών, 190 κορυφαία πανεπιστήμια από όλον τον κόσμο προσέθεσαν 600 νέα διαδικτυακά μαθήματα σε μια ήδη μεγάλη διαδικτυακή συλλογή μαθημάτων από όλες τις επιστήμες (αριθμεί στο σύνολό της πάνω από 10.000 μαθήματα). Πλέον μπορεί ο καθένας, χωρίς καμία χρέωση, να παρακολουθήσει μαθήματα από το Χάρβαρντ, το Πρίνστον, το Μπέρκλεϊ, το Γέιλ και το Στάνφορντ. Με τη βοήθεια της τεχνολογίας, το παγκόσμιο πανεπιστημιακό πεδίο αλλάζει ταχύτατα. Αντιθέτως στην Ελλάδα καλούμαστε ακόμη να επιλύσουμε βασικά προβλήματα, όπως το αν η καταπολέμηση της διακίνησης ναρκωτικών εντός του πανεπιστημίου ή αν η παρεμπόδιση της κατάληψης του πανεπιστημιακού χώρου από φοιτητές συνιστούν παραβίαση του ασύλου.
Τέτοια ζητήματα, που θα έπρεπε αυτονοήτως να έχουν επιλυθεί, μας θυμίζουν πόσο δρόμο πρέπει να διανύσουμε για να ακολουθήσουμε τις διεθνείς εξελίξεις. Χειρότερη, όμως, από την ίδια την ύπαρξη των προβλημάτων είναι η νοοτροπία με την οποία προσεγγίζεται η πιθανή αντιμετώπισή τους. Αλλωστε αυτά τα προβλήματα δεν περιγράφουν την πλήρη εικόνα, παρά μόνο αναδεικνύουν κάποιες από τις παθογένειες του πανεπιστημίου, ιδίως στα αστικά κέντρα. Ανησυχία εμπνέει κυρίως το γεγονός ότι εκ μέρους της πολιτικής ηγεσίας φαίνεται ότι ο στρατηγικός προγραμματισμός της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης σχεδιάζεται με βάση το παρελθόν που αναπολείται αντί του μέλλοντος που προδιαγράφεται.
Η αναπόληση του παρελθόντος, με τον ρομαντισμό που εμπνέουν οι αγώνες του Πολυτεχνείου ή του Μάη του 1968, δεν μπορεί βεβαίως να αποτελεί οδηγό για το μέλλον. Τέτοιοι αγώνες έφεραν λύσεις απέναντι σε κλειστά συστήματα, τα οποία καπηλεύονταν συγκεκριμένες ομάδες ώστε να αποκλείσουν ευρείες μάζες ανθρώπων από την πρόσβαση στη γνώση. Απέναντι σε αυτά τα κλειστά συστήματα το «ρωμαλέο φοιτητικό κίνημα» μπορούσε να φέρει αντίσταση και να διεκδικήσει κάτι καλύτερο για το ίδιο, ακριβώς γιατί η δίοδος προς τη γνώση είχε κλείσει.
Το σύστημα της γνώσης, όμως, δεν είναι πλέον κλειστό. Σε αντίθεση ακόμη και με δύο δεκαετίες πριν, όπου η έρευνα μπορούσε να γίνει μόνο σε μεγάλες πανεπιστημιακές βιβλιοθήκες και ερευνητικές εγκαταστάσεις του εξωτερικού, πλέον η γνώση απέχει συχνά μερικά κλικ από το να εμφανιστεί στην οθόνη του υπολογιστή μας. Τόσο οι καθηγητές όσο και οι φοιτητές μπορούν να εξελιχθούν πολύ γρήγορα, να έρθουν σε επαφή και να συνεργαστούν με κορυφαίους επιστήμονες παγκοσμίως, καθώς και να διεκδικήσουν πρόσβαση στη γνώση βασιζόμενοι στις δικές τους δυνάμεις. Οι ελλείψεις των ελληνικών πανεπιστημίων μπορούν να υπερκεραστούν εφόσον κινηθούμε στη σωστή κατεύθυνση.
Η πλειονότητα της πανεπιστημιακής κοινότητας πράγματι οδηγείται σε αυτή την κατεύθυνση. Δυστυχώς, το κράτος δεν στέκεται πάντα αρωγός σε αυτή την πορεία. Η στάση της πολιτικής ηγεσίας συχνά διαμορφώνεται με βάση μικροπελατειακές λογικές που στρέφουν τους πανεπιστημιακούς πόρους προς τις τοπικές κοινωνίες ή προς την ικανοποίηση κοντόφθαλμων απαιτήσεων που εξυπηρετούν την πολιτική στήριξη της κυβέρνησης. Η πολιτική ηγεσία λειτουργεί σαν να προσπαθεί να συντηρήσει κεκτημένα του παρελθόντος με τα εργαλεία του παρελθόντος αντί να προσαρμοστεί και, γιατί όχι, να εκμεταλλευτεί το πεδίο που ανοίγεται μπροστά της. Στερεί κατά αυτόν τον τρόπο πολύτιμους πόρους που προωθούν διεθνείς συνεργασίες, βοηθούν τους πανεπιστημιακούς να εξελίσσονται στην έρευνά τους και επιτρέπουν στους ίδιους τους φοιτητές να συμμετάσχουν σε αυτή τη διαδικασία. Με αυτή την έννοια, η εσωστρέφεια και τα φαντάσματα του παρελθόντος επικρατούν.
Οσο στη χώρα μας προσπαθούμε να καταπολεμήσουμε την παγκοσμιοποίηση και να φτιάξουμε κλειστά συστήματα μιας υποτιθέμενης αυτοοργανούμενης προστασίας των ελληνικών πανεπιστημίων, που δεν θα μπαίνουν στη δύσκολη, αλλά ευπρόσδεκτη, πρόκληση της συνεχούς ακαδημαϊκής εξέλιξης, τόσο οι σύγχρονες εξελίξεις θα προσπεράσουν όσους υπηρετούμε το ελληνικό πανεπιστήμιο. Αν κάτι είναι παρήγορο είναι ότι η πρόσβαση στη γνώση γίνεται ολοένα και πιο εύκολη. Ο καθένας μπορεί να εξελιχθεί ακόμη κι αν οι συνθήκες του πανεπιστημίου δεν είναι οι βέλτιστες. Εφόσον, όμως, η ελληνική κοινωνία έχει μεγάλη ανάγκη από ένα άλμα ηθικής, οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης, αυτή μπορεί να έρθει από τον αταλάντευτο προσανατολισμό του ελληνικού δημόσιου πανεπιστημίου προς τα έξω και προς το μέλλον.
Ο κ. Αλέξης Αρβανίτης είναι επίκουρος καθηγητής Κοινωνικής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης.