«Τι θα γινόταν εάν;». Μια ερώτηση που ταξιδεύει στις πιο εύφορες πεδιάδες του νου. Η κινητήρια δύναμη πίσω από τις πρώτες πράξεις ενός μικρού παιδιού, αντιμέτωπου με ένα τεράστιο, άγνωστο σύμπαν καθώς προσπαθεί να καταλάβει τον κόσμο. Αναρωτιέται, τεστάρει: Τι θα γινόταν εάν έβαζα το χέρι μου σ’ αυτή την τρύπα; Τι θα γινόταν εάν έριχνα κάτω αυτό το πράγμα που είναι πάνω στο άλλο πράγμα; Τι θα γινόταν εάν έφερνα το ένα άκρο του σώματός μου στο στόμα μου; Η ερώτηση-υπόθεση παραμένει η κινητήριος δύναμη. Αφορμή για δράση. Καθώς διαστέλλεται ο εγκέφαλος, η περιέργεια, η αναγνώριση και η γνώση πολλαπλασιάζονται, η κρίση αναπτύσσεται και οι υποθετική ερώτηση δεν έχει τελειωμό. Και είναι τόσο κομβική που συνδέεται άρρηκτα με τη δυαδική πληροφορία, στην οποία βασίζεται η σύγχρονη τεχνολογία. Σε αυτήν η πληροφορία περιορίζεται μόνο σε δύο τιμές: ένα ή μηδέν, τα bits. Οι άπειροι συνδυασμοί των εναλλακτικών τιμών (τι θα γινόταν εάν μετά το 0 ήταν το 1 και μετά το 0 κ.λπ.) δημιουργούν ένα αχανές δίκτυο πιθανοτήτων.
Ας μπούμε και σε ένα άλλο πεδίο χρήσης. Το ερώτημα επανέρχεται τη νύχτα μαζί με τα ψυχαναγκαστικά «Μήπως δεν έχω κλείσει το μάτι;», «Μήπως ξέχασα το ψυγείο ανοιχτό;». Λίγο προτού κοιμηθούμε συνήθως παίζουμε το σενάριο της επόμενης μέρας. Αναρωτιόμαστε το τι θα γινόταν εάν παίρναμε αυτή ή την άλλη απόφαση. Η φράση είναι άμεσα συνδεδεμένη με την πράξη – η πράξη είναι μία επιλογή ανάμεσα σε δύο ή πολλαπλές πιθανότητες. Μπορεί να οδηγηθούμε σε ένα άυπνο βράδυ, αλλά σίγουρα θα είναι περιπετειώδες, ένα βράδυ αναζήτησης.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος