Το θέμα της αναβληθείσας εξαιτίας του κορωνοϊού «16ης Διεθνούς Επιστημονικής Συνάντησης» του Τμήματος Φιλολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, που επρόκειτο να διεξαχθεί από τις 20 έως τις 22 Μαρτίου, είναι ίσως το πλέον ενδιαφέρον από τα θέματα των προηγούμενων δεκαπέντε ανάλογων «Συναντήσεων». Ο τίτλος του συνεδρίου («Η πένα και το ξίφος») και ο υπότιτλός του («Η πολεμική στη νεοελληνική λογοτεχνία, φιλολογία και κριτική από τους πρώιμους νεότερους χρόνους έως σήμερα») παρέχουν την ελπίδα ότι το υλικό του θα μπορούσε να αποτελέσει μια βάση για τη συγγραφή μιας ιστορίας των νεοελληνικών κριτικών διαμαχών, δηλαδή ενός από τα σημαντικότερα κεφάλαια μιας αναμενόμενης να εκπονηθεί κάποτε Ιστορίας της νεοελληνικής λογοτεχνικής κριτικής. Η μόνη επιφύλαξη που θα μπορούσε να έχει κανείς για το συνέδριο αυτό είναι το κείμενο που συνοδεύει την Πρόσκλησή του, με το οποίο οι ανακοινώσεις του – όπως άλλωστε και οι ανακοινώσεις των περισσότερων φιλολογικών συνεδρίων τα τελευταία σαράντα χρόνια – φαίνεται να τίθενται υπό τη σκέπη μιας θεωριακής αιγίδας (χρησιμοποιώ τον όρο θεωριακός για τις λανθασμένες χρήσεις της θεωρίας· το θεωρητικός για τις ορθές). Παραθέτω την πρώτη παράγραφο αυτού του κειμένου:
«Σύμφωνα με τον Pierre Bourdieu, η κοινωνιολογία, όπως κάθε άλλη επιστήμη, που επιζητά να ερμηνεύσει, να κατανοήσει και να αναλύσει την απρόβλεπτη πολυπλοκότητα της ανθρώπινης συνθήκης είναι μια «πολεμική τέχνη», λειτουργεί δηλαδή με κανόνες αγωνιστικού αθλήματος που προϋποθέτει ακαταπόνετη προετοιμασία, μεθοδική άσκηση, πειθαρχία και πίστη».
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.