Ως γνωστόν, στο εγγύς πολιτικό μας μέλλον έχουμε προοπτική δύο εκλογικών αναμετρήσεων, η μία εκ των οποίων έχει καθοριστεί να γίνει με εκλογικό σύστημα ευνοϊκό για την παραγωγή συγκυβερνήσεων και η άλλη με τελείως διαφορετικό σύστημα, πρόσφορο να διευκολύνει την κοινοβουλευτική αυτοδυναμία του μεγαλύτερου κόμματος. Η προοπτική αυτή δημιουργεί δύο ειδών προβληματισμούς και αναδεικνύει αντίστοιχα ζητήματα: Αφενός μεν πώς λειτουργούν οι συμμαχικές κυβερνήσεις σε σχέση με τις μονοκομματικές. Αφετέρου δε ποιο εκ των δύο αυτών κυβερνητικών μοντέλων έχει την προτίμηση της κοινωνίας μας (ανεξαρτήτως του βαθμού στον οποίο αυτή έχει συνείδηση των πραγματικών λειτουργικών διαφορών τους).
Ως προς το πρώτο ζήτημα, δεν θα σταθώ στο γεγονός ότι στην Ευρώπη του 20ού αιώνα δεν αναφέρεται κατάρρευση ή ανατροπή δημοκρατίας εκεί όπου υπήρχε μονοκομματική κοινοβουλευτική πλειοψηφία και αυτοδύναμη κυβέρνηση. (Και αυτό διότι η πτώση μιας δημοκρατίας προϋποθέτει συνδρομή και κοινωνικών ευνοϊκών όρων.) Δεν θα επιμείνω δε ούτε καν στο ότι, στην εποχή μας, οι «αναλογικές δημοκρατίες» είτε κυβερνώνται από κυβερνήσεις κοινοβουλευτικής μειοψηφίας, με ανοχή κάποιων μη κυβερνητικών κομμάτων (σκανδιναβικό μοντέλο) είτε για τη συγκρότηση κυβέρνησης απαιτούνται – τουλάχιστον – πολύμηνες διαπραγματεύσεις. Παρ’ ημίν το πρώτο ενδεχόμενο το προβλέπει μεν το Σύνταγμα (άρθρο 84 παρ. 6), αλλά προσκρούει απόλυτα στην πολιτική κουλτούρα του τόπου μας. Το δεύτερο ουσιαστικά αποκλείεται από τον Καταστατικό μας Χάρτη, για να μην παρατείνονται οι περίοδοι ουσιαστικής ακυβερνησίας (στην πατρίδα μας συνδέονται απόλυτα ακυβερνησία και υπηρεσιακές κυβερνήσεις – caretaker governments).
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος