Κανείς δεν θα μπορέσει ποτέ να την περιγράψει καλύτερα. Ούτε ζωγράφοι ούτε επιμελείς και επίμονοι θαλασσινοί ταξιδιώτες εξωτικών τόπων ούτε αφοσιωμένοι ποιητές. Κανείς δεν μπορεί να μιλήσει για την ψυχή της και να συνομιλήσει με τα βάθη της φύσης της. Μόνο οι ψαράδες. Οι ψαράδες των μικρών παραθαλάσσιων χωριών, των άσημων τόπων και των σεμνών λιμανιών.
Πάντα με εντυπωσιάζει ο τρόπος τους. Στις βραδινές παρέες, με τον λιτό μεζέ, το λίγο κρασί, την παγωμένη μπίρα, το μυρωδάτο ούζο, τους ακούς να μιλάνε σαν σε μυσταγωγία. Να διηγούνται σκυμμένοι ιστορίες με όψη παιδικού ενθουσιασμού, να περιγράφουν την πάλη με το κύμα, το μεγάλο ψάρι που τους έφυγε, το παραγάδι που έχασαν, το δίχτυ που σκίστηκε. Για την ψαριά που δεν θα υπάρξει όμοιά της. Για τους φόβους της νύχτας. Για το χάραμα και τη δροσερή αυγή στην αγκαλιά της. Σαν άνθρωποι άλλου κόσμου, μιλάνε για τον κόσμο της.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.