Ενα γνωστό ανέκδοτο στην τέως ΕΣΣΔ, όπου σε κάθε φάση ξαναγραφόταν η ιστορία της, ήταν πως δυσκολότερο είναι να προβλέψει κανείς το παρελθόν παρά το μέλλον. Οξύμωρο μεν, ακριβές δε. Κάθε παρόν εμπεριέχει ρητά ή άδηλα μια προβολή στο μέλλον, η οποία συμπεριλαμβάνει και το παρελθόν, δηλαδή τη διαχρονική πορεία. Οταν κυριαρχεί η αισιοδοξία, θεωρούμε πως βαδίζουμε από επιτυχία σε επιτυχία. Οταν κυριαρχεί η απαισιοδοξία, ψάχνουμε τις αιτίες της απόκλισης από τον κανόνα, τον εκτροχιασμό της ιστορίας μας βαθιά στο παρελθόν. Δεν θα μπορούσε να εικονογραφηθεί καλύτερα αυτή η διαπίστωση από τις μεταβολές στις εκδοχές για την ελληνική ιστορία τα τελευταία είκοσι πέντε χρόνια.

Στη δεκαετία του ’90 κυριαρχούσε το σχήμα «υστέρησης» της Ελλάδας. Η Ελλάδα υστερούσε απέναντι στην Ευρώπη, το μέλλον της ήταν να την προλάβει, να ανεβεί στο τρένο, έστω τελευταία στιγμή, στο τελευταίο βαγόνι. Μετά την είσοδο στο ευρώ και την ευφορία των Ολυμπιακών Αγώνων («επιτέλους τα καταφέραμε») η επιτυχία έγινε αναδρομική. Τότε πρωτοεμφανίστηκε η διάσημη φράση «ξεκινήσαμε από οθωμανική επαρχία και φτάσαμε στη λέσχη των ισχυρών κρατών της Ευρώπης». Ηρθαν όμως τα χρόνια της κρίσης, όπου η Ελλάδα τοποθετούνταν στα PIGS της Ευρώπης, και ο οριενταλιστικός λόγος για τους «τεμπέληδες και γλεντζέδες Ελληνες» εσωτερικεύτηκε σε διαρκή αυτομαστίγωση. Η Ελλάδα ονομάστηκε ακόμη και «τελευταία σοβιετική δημοκρατία»! Το ιστοριογραφικό της ισοδύναμο ήταν η «ελλιπής νεωτερικότητα». Η ελληνική ιστορία μετατράπηκε σε μια ιστορία απουσιών, ελλείψεων και αποτυχιών.

Περιεχόμενο για συνδρομητές

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Έχετε ήδη
συνδρομή;

Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω

Θέλετε να γίνετε συνδρομητής;

Μπορείτε να αποκτήσετε την συνδρομή σας από εδω