Υπάρχουν εγκλήματα που δεν μπορούν να συγχωρεθούν πλήρως και δεν μπορούν να ξεχαστούν. Ο χρόνος δεν απαλλάσσει τον θύτη από την υποχρέωση να αποζημιώσει το θύμα. Ακόμη και αν τα εγκλήματα είναι δύσκολο να μετρηθούν.
Δεν κατανοούν όλες οι χώρες της Δυτικής Ευρώπης όλο το μέγεθος της τραγωδίας που προκάλεσε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος στην Πολωνία. Από τη δυτική οπτική γωνία, η σύγκρουση μπορεί να θεωρηθεί ως μια σειρά από μάχες, μετακινήσεις στρατευμάτων και πολιτικές αποφάσεις. Για εμάς, ήταν πρωτίστως ένα σύνολο εγκλημάτων, θηριωδιών και καταστροφών, καθώς και χαμένων για πάντα ευκαιριών για ανάπτυξη.
Από την αρχή, ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν ένα εν ψυχρώ έγκλημα που σχεδιάστηκε με στόχο τη φυσική εξόντωση ολόκληρων εθνών και την καταστροφή ολόκληρων χωρών.
Φυσικά, ο πόλεμος έφερε παντού θάνατο και καταστροφή. Αλλά στην Ανατολική Ευρώπη αυτή η τρομερή εποχή ήταν εκατό φορές χειρότερη από ό,τι στη Γαλλία, το Βέλγιο, την Ολλανδία ή τη Δανία. Αν και είναι δυσνόητο σήμερα, τρεις γενιές νωρίτερα η ναζιστική Γερμανία αρνήθηκε στους Πολωνούς το δικαίωμα στη ζωή. Μας θεώρησαν μια φυλή σκλάβων, στους οποίους μπορούσαν ατιμώρητοι να διαπράττουν φρικτά εγκλήματα και πειράματα.
Η φυλετική προκατάληψη, η αίσθηση ανωτερότητας και οι αποικιοκρατικές φιλοδοξίες του Γ΄ Ράιχ οδήγησαν στη μεγαλύτερη τραγωδία στην ιστορία της χώρας μου. Γκρέμισαν τις ευκαιρίες και τις ελπίδες ενός ολόκληρου έθνους. Η Πολωνία ακόμα και σήμερα αντιμετωπίζει τις συνέπειες αυτού του πολέμου. Και θα συνεχίσει να παλεύει με αυτές για πολύ καιρό ακόμη, αφότου οι τελευταίοι αυτόπτες μάρτυρες εκείνης της απάνθρωπης εποχής θα έχουν φύγει από τη ζωή.
Σύμφωνα με το γερμανικό Generalplan Ost οι Πολωνοί στην πλειονότητά τους επρόκειτο να εξοντωθούν και το μικρό μέρος που θα έμενε ζωντανό περιοριζόταν για τον ρόλο των σκλάβων σε καταναγκαστική εργασία. Αυτό το εγκληματικό σχέδιο εφαρμόστηκε από την πρώτη κιόλας μέρα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ακόμα και οι πρώτες βόμβες που έπεσαν στην Πολωνία στις 4.40 π.μ. της 1ης Σεπτεμβρίου 1939 δεν στόχευαν στρατιωτικές εγκαταστάσεις, αλλά το νοσοκομείο και τις πολυκατοικίες της ανυπεράσπιστης πόλης Βιέλουν. Οι Γερμανοί έριξαν 380 βόμβες συνολικού βάρους 46 τόνων στην ήσυχη πόλη που κοιμόταν. Ηταν μια σαδιστική, φρικτή γενοκτονία.
Ηδη από τις πρώτες μέρες του πολέμου η Βέρμαχτ και οι βοηθητικές μονάδες αποτελούμενες από απλούς Γερμανούς έκαιγαν ζωντανά ανυπεράσπιστα παιδιά και γυναίκες.
Σε μια διάσημη φωτογραφία από τον Σεπτέμβριο του 1939 ο αμερικανός φωτογράφος Julien Bryan απαθανάτισε ένα 12χρονο κορίτσι από την Πολωνία, την Kazimiera Kostewicz, να θρηνεί πάνω από το πτώμα τής όχι πολύ μεγαλύτερης αδελφής της Αννας, η οποία πυροβολήθηκε από γερμανό στρατιώτη.
Υπήρχαν εκατομμύρια τέτοια παιδιά στην Πολωνία που θρηνούσαν γονείς, αδέρφια, φίλους. Την ίδια στιγμή, εκατομμύρια γονείς θρηνούσαν τα δικά τους παιδιά εξαιτίας του πολέμου. Ηταν μια φρικτή σφαγή που οι Γερμανοί διέπραξαν σε μεγάλο βαθμό σε απλούς, αθώους πολίτες.
Η πραγματικότητα της Πολωνίας υπό γερμανική κατοχή συνίστατο σε συνεχή εγκλήματα, σφαγές αμάχων, τεράστια λεηλασία της πολωνικής περιουσίας, κλοπές περισσoτέρων από 500.000 πινάκων ζωγραφικής, γλυπτών και άλλων έργων τέχνης. Κάπου, σε ένα γερμανικό σπίτι ή αρχοντικό, το έργο του Rafael Santi «Πορτρέτο ενός νεαρού άνδρα» κρέμεται μέχρι σήμερα.
Η πραγματικότητα της Πολωνίας υπό γερμανική αιχμαλωσία ήταν η μετατροπή ολόκληρων πόλεων σε ερείπια, η καταστροφή πολιτιστικών και θρησκευτικών χώρων, οι συλλήψεις στους δρόμους, οι εκτελέσεις παραδειγματισμού, τα ιατρικά πειράματα σε κρατούμενους και αιχμαλώτους, η απαγωγή των παιδιών από τους γονείς τους (τουλάχιστον 200.000 παιδιά) και η μεταφορά τους στο Ράιχ με σκοπό τη «γερμανοποίησή» τους. Τέλος, η κατασκευή στο πολωνικό έδαφος μιας τρομερής μηχανής θανάτου: των στρατοπέδων συγκέντρωσης.
Οι εγκληματικές πράξεις βίας είχαν ονομαστεί και σχεδιαστεί λεπτομερώς: Intelligenzaktion, Sonderaktion ή Außerordentliche. Befriedungsaktion. Ολες ήταν οργανωμένες γερμανικές επιχειρήσεις κατά των ελίτ του πολωνικού λαού: καθηγητών, δικηγόρων, γιατρών, μηχανικών, δασκάλων ή αρχιτεκτόνων. Μόνο στην επιχείρηση Tannenberg, τους πρώτους μήνες του πολέμου, οι Γερμανοί δολοφόνησαν περίπου 55.000 πολωνούς πολίτες, συμπεριλαμβανομένων αξιωματούχων όλων των βαθμίδων, τοπικών ακτιβιστών, δασκάλων, αστυνομικών και εκπροσώπων πολλών άλλων επαγγελμάτων, σημαντικών για την οργάνωση του κράτους. Κατά τη διάρκεια των έξι ετών, περισσότεροι από 5,2 εκατομμύρια πολίτες της χώρας μου δολοφονήθηκαν και ο πληθυσμός μειώθηκε κατά περίπου 12 εκατομμύρια.
Στο τέλος του πολέμου η Πολωνία βρέθηκε με μια εντελώς κατεστραμμένη οικονομία και βιομηχανία, με τις πόλεις της ισοπεδωμένες. Τι απέγιναν αυτοί που έσπειραν τον τρόμο στην Πολωνία; Συχνά γίνονταν τοπικοί άρχοντες στη μεταπολεμική Δυτική Γερμανία και ζούσαν άνετα, αποφεύγοντας κάθε ευθύνη για τα εγκλήματα που διέπραξαν. Οπως ο Heinz Reinefahrt, ένας από τους δήμιους της Εξέγερσης της Βαρσοβίας, που μετά τον πόλεμο έγινε δήμαρχος της πόλης Βέστερλαντ στο γνωστό νησί Ζιλτ, και αργότερα έγινε μέλος του Landtag στο Σλέσβιχ-Χόλσταϊν. Ο Heinz Reinefarth είναι μόνο ένα από τα αμέτρητα παραδείγματα του τρόπου με τον οποίον ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος τελείωσε πραγματικά, δηλαδή με μεγάλη αδικία. Οι υπαίτιοι του πιο αιματηρού πολέμου της παγκόσμιας Ιστορίας δεν λογοδότησαν ποτέ πλήρως.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο σήμερα θέτουμε το θέμα των επανορθώσεων, το θέμα της αποζημίωσης για τα γερμανικά εγκλήματα κατά του πολωνικού λαού και των πολωνών πολιτών. Εγκλήματα που δεν πρέπει ποτέ να ξεχαστούν. Εχοντας ως οδηγό τη δικαιοσύνη και τη διατήρηση του μνήμης των θυμάτων, ετοιμάσαμε την Εκθεση για τις απώλειες που υπέστη η Πολωνία ως αποτέλεσμα της γερμανικής επίθεσης και κατοχής κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου 1939-1945. Αυτή η τρίτομη έκθεση είναι το αποτέλεσμα 4 και πλέον ετών εργασίας από μια ειδικά διορισμένη ομάδα εμπειρογνωμόνων. Πρόκειται για έναν απολογισμό του κλεμμένου μέλλοντος της Πολωνίας.
Το μάθημα που πρέπει να πάρουμε από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο είναι ότι τα εγκλήματα που είναι στη λήθη, που δεν κατονομάζονται, που δεν δικάζονται και δεν τιμωρούνται μπορούν να γίνουν προάγγελος των επόμενων. Εγκλήματα πολέμου διαπράττονται και σήμερα μπροστά στα μάτια όλης της Ευρώπης – από τα ρωσικά στρατεύματα στον ουκρανικό λαό. Οι σημερινοί βάρβαροι πρέπει να γνωρίζουν ότι δεν θα αποφύγουν την ευθύνη για τα εγκλήματά τους, για τις γενοκτονίες, τις καταστροφές και τις λεηλασίες. Πρέπει να γνωρίζουν ότι αναπόφευκτα θα κληθούν ενώπιον της Δικαιοσύνης.
Η Γερμανία διατηρεί εδώ και πολλά χρόνια τη θέση ότι το θέμα των πολεμικών επανορθώσεων έχει διευθετηθεί εδώ και πολύ καιρό. Ωστόσο, μόλις πρόσφατα η Γερμανία αποφάσισε να αποζημιώσει τις εθνοτικές ομάδες Herero και Nama για τη γενοκτονία στη Ναμίμπια πάνω από έναν αιώνα πριν. Μετά από σχεδόν 50 χρόνια η Γερμανία συμφώνησε επίσης να καταβάλει επανορθώσεις στις οικογένειες των θυμάτων για τις τρομοκρατικές επιθέσεις κατά ισραηλινών αθλητών στη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων του Μονάχου. Δεν έχει σημασία αν έχουν περάσει 10, 50 ή 100 χρόνια. Αυτό που έχει σημασία είναι να υπάρχει πραγματική λογοδοσία.
Οποιαδήποτε συζήτηση σχετικά με τις επανορθώσεις πρέπει επίσης να λαμβάνει υπόψη αυτές τις κινήσεις των γερμανικών αρχών. Τα θύματα της ολοκληρωτικής μηχανής πολέμου της Γερμανίας αξίζουν όχι μόνο τον ίδιο σεβασμό και την ίδια μνήμη με τα θύματα της αποικιοκρατίας ή της τρομοκρατίας. Το αδιανόητο μέγεθος της καταστροφής που προκλήθηκε στην Πολωνία μεταξύ 1939 και 1945 καθιστά τις επανορθώσεις για τις απώλειες μια διαδικασία που θα διαρκέσει χρόνια.
Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο λέμε «ποτέ ξανά» κάθε χρόνο, και όμως οι επανορθώσεις για τον πολωνικό λαό δεν έγιναν ποτέ πραγματικότητα. Με μια υπαρξιακή έννοια, αυτές οι απώλειες δεν μπορούν να αποτιμηθούν ή να αποζημιωθούν. Αλλωστε, ποιος είναι ικανός να υπολογίσει το τίμημα της ανθρώπινης ζωής; Εδώ μόνο η Ιστορία μπορεί να κρίνει τους θύτες. Ωστόσο, υπάρχει και η ευθύνη των κοινωνιών και των κρατών. Αυτή η ευθύνη μπορεί σίγουρα να μετρηθεί και να υπολογιστεί. Πιστεύουμε ότι αυτή η ευθύνη για τα αδικήματα που διαπράχθηκαν είναι το θεμέλιο για την οικοδόμηση ενός κοινού μέλλοντος μεταξύ των εθνών. Είναι αδύνατο να κοιτάξουμε προς το μέλλον χωρίς να αποκατασταθεί η αλήθεια για το παρελθόν. Θέλουμε να προχωρήσουμε και πρέπει να το κάνουμε. Αλλά ο μόνος δρόμος που μας οδηγεί μπροστά είναι ο δρόμος της αλήθειας. Ελπίζω ότι μόλις μπήκαμε σε αυτό το μονοπάτι και ότι με αυτόν τον τρόπο θα μπορέσουμε να κλείσουμε ένα από τα πιο σκοτεινά κεφάλαια στην Ιστορία της Πολωνίας, της Ευρώπης και του κόσμου.
Ο κ. Ματέους Μοραβιέτσκι είναι
ο πρωθυπουργός της Πολωνίας.