Στην προσπάθεια σταδιακής επανόδου στην «κανονικότητα», ό,τι κι αν σημαίνει αυτό για εμάς τους γραφιάδες, εντάσσεται και το σημερινό κείμενο. Συμπληρώνονται φέτος, λοιπόν, πενήντα χρόνια από τον θάνατο του στρατηγού Ντε Γκωλ, καθώς και εκατόν τριάντα από τη γέννησή του. Είχε, βλέπετε, και αυτός την αβρότητα να διευκολύνει τους βιογράφους του με εύκολες, «στρογγυλές» χρονολογίες γέννησης και θανάτου. Κάτι ανάλογο, δηλαδή, με ό,τι έχει ειπωθεί για τον Γιώργο Σεφέρη, γεννημένον το 1900, ή για τον συνθέτη Κουρτ Βάιλ (1900-50).

Πέρασα κι εγώ τα νιάτα μου, όπως και πολλοί από τη γενιά μου, αμφισβητώντας ή/και απαξιώνοντας τον στρατηγό. «Συντηρητικός», «αυταρχικός», «καραβανάς», «εγωπαθής», ήταν μερικά μόνο απ’ όσα τού καταλογίζαμε. Αντίστοιχους χαρακτηρισμούς επιδαψιλεύαμε τότε και σε πολιτικούς όπως ο Αντενάουερ στη Γερμανία, ο Ντε Γκάσπερι στην Ιταλία, ή ακόμα και ο δικός μας ο Καραμανλής (ο αυθεντικός). Πολιτικούς που όχι μόνο συνέβαλαν τα μέγιστα στη διαμόρφωση της μεταπολεμικής φυσιογνωμίας της χώρας τους, αλλά υπήρξαν και αρχιτέκτονες – ή έστω πυλώνες, στο μέτρο των δυνάμεών τους – του οικοδομήματος που κάποτε λεγόταν Ευρωπαϊκές Κοινότητες και τώρα λέγεται Ευρωπαϊκή Ενωση. Καλοί και χρυσοί, εμπνευσμένοι και οραματιστές, ο Μονέ, ο Σουμάν, ο Σπάακ και άλλοι, όμως ποτέ δεν θα είχε υπάρξει ΕΟΚ/ΕΕ αν οι πολιτικές ηγεσίες των ιδρυτικών χωρών-μελών, και κυρίως της Γαλλίας και της Γερμανίας, δεν είχαν κάνει το μεγάλο βήμα να δημιουργήσουν αυτό το νέο μόρφωμα.

Περιεχόμενο για συνδρομητές

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Έχετε ήδη
συνδρομή;

Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω

Θέλετε να γίνετε συνδρομητής;

Μπορείτε να αποκτήσετε την συνδρομή σας από εδω