Το φετινό φθινόπωρο ήταν ήσυχο στις σχολικές τάξεις. Οι παραδοσιακές πια αναταράξεις του πρώτου τριμήνου της σχολικής χρονιάς λίγο μετά το χτύπημα του πρώτου κουδουνιού και λίγο αργότερα, στα μέσα του Νοεμβρίου, ήταν φέτος υποτονικές. Καθώς το ημερολογιακό έτος οδεύει προς το τέλος του, τα πρώτα φωτάκια του χριστουγεννιάτικου στολισμού ανάβουν, η έναρξη της κοινοβουλευτικής συζήτησης για τον προϋπολογισμό της επόμενης χρονιάς πλησιάζει και το πρώτο χειμερινό ψύχος γίνεται αισθητό, σε δεκάδες σχολεία σε όλη την επικράτεια εκδηλώνονται σποραδικές καταλήψεις και ομάδες μαθητών/-τριών διαδηλώνουν στους δρόμους «για τη Μακεδονία».
Αν παρατηρήσει κανείς το φαινόμενο εξωτερικά, φαντάζει κάπως αμήχανο. Το νόημα γίνεται κάπως σαφέστερο αν παρατηρήσουμε τις έντονες αντιδράσεις του πολιτικού συστήματος τις τελευταίες ημέρες. Οι αντιδράσεις είναι ποικίλες: κάποιοι εμμένουν υπέρμετρα στη δήθεν ανωριμότητα των εφήβων «που δεν ξέρουν γιατί κάνουν κατάληψη», «δεν ξέρουν πού πέφτει η Μακεδονία», «κάνουν ό,τι τους λένε αυτοί που τους παρασύρουν» κ.τ.λ. Από την άλλη πλευρά, κάποιοι υποστηρίζουν ότι δήθεν «οι νέοι άνθρωποι διακατέχονται από αγωνία για τους κινδύνους που απειλούν το Εθνος μας και που προέρχονται από εθνομηδενιστικούς κύκλους που έχουν παρεισφρήσει στο διδακτικό προσωπικό των δημόσιων σχολείων».
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι κοινωνικές, πολιτισμικές και πολιτικές μετατοπίσεις που αναπτύσσονται τα τελευταία χρόνια, και ιδιαίτερα κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης, και αφορούν τον σχολικό πληθυσμό είναι πολλές, σύνθετες και σε μεγάλο βαθμό αχαρτογράφητες. Ο ρόλος της εκπαίδευσης – των εξελίξεων αλλά και της αδράνειας – στη διαμόρφωση της κοινωνικο-πολιτισμικής φυσιογνωμίας των εφήβων είναι πολύ σημαντικός. Με αφορμή τα πρόσφατα γεγονότα, θα πρέπει σίγουρα να μας απασχολήσει ο ρόλος της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στη διαμόρφωση της πολιτειότητας των νέων ανθρώπων, της πολιτικής κουλτούρας και του συστήματος πολιτικών αξιών της κοινωνίας του μέλλοντος.
Τα πρόσφατα όμως γεγονότα είναι μόνο η αφορμή για να σκεφτούμε τι συμβαίνει στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Το κεντρικό θέμα που αναδεικνύουν οι «μαθητικές κινητοποιήσεις για τη Μακεδονία» δεν είναι η δευτεροβάθμια εκπαίδευση και ο ρόλος της στη διαμόρφωση της πολιτειότητας των νέων. Το κεντρικό θέμα που αναδεικνύεται είναι η απερίφραστη ετοιμότητα μέρους του πολιτικού συστήματος να εμπλέξει το εκπαιδευτικό σύστημα και τους ανθρώπους του (τους/τις νέους/-ες αλλά και το εκπαιδευτικό προσωπικό) σε ένα απροκάλυπτο πολιτικό εγχείρημα ηγεμόνευσης του κοινού νου γύρω από σοβαρά ζητήματα που αφορούν την εξωτερική πολιτική, την εθνική ταυτότητα, την ισονομία και τον σεβασμό των δικαιωμάτων.
Η αντιπαράθεση που εκφράζεται μέσα από το «συμβάν» των πρόσφατων μαθητικών κινητοποιήσεων είναι πολιτική, και μάλιστα με τη στενή σημασία του όρου. Η υποταγή της στάσης των πολιτικών κομματικών μηχανισμών απέναντι στην εκπαίδευση σε όρους που αφορούν τη στενή κομματική αντιπαράθεση είναι εξαιρετικά επικίνδυνη επιλογή. Πόσω μάλλον όταν η υποταγή αυτή επιτρέπει τη διολίσθηση προς πολιτικές ρητορείες και πρακτικές που συνδέονται με την Ακροδεξιά, τον νεοφασισμό και τον ακραίο εθνικισμό. «Οποιος σπέρνει ανέμους θερίζει θύελλες» λέει η παροιμία. Ευτυχώς τα πολιτικά αισθητήρια μιας κοινωνίας που πέρασε τον όλεθρο της κρίσης δεν θα επιτρέψουν στους ανέμους να «σπαρθούν».
Η κυρία Ιωάννα Λαλιώτου είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια Ιστορίας, αντιπρύτανης στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.