Ολοι, γράφει η Σούζαν Σόνταγκ στο «Η αρρώστια ως μεταφορά», έχουμε δύο υπηκοότητες, μια για το βασίλειο των υγιών και μια για εκείνο των αρρώστων, και παρ’ όλο που προτιμάμε να χρησιμοποιούμε μόνο το καλό μας διαβατήριο, αργά ή γρήγορα, τουλάχιστον για ένα διάστημα, είμαστε όλοι υποχρεωμένοι να γίνουμε πολίτες και της άλλης πλευράς. Οποιος τύχει να θυμηθεί αυτά τα λόγια δύσκολα αντιστέκεται στον πειρασμό να αφουγκραστεί την καθημερινή ενημέρωση για τα επιδημιολογικά δεδομένα ως μαζική πολιτογράφηση στην «άλλη πλευρά». Αλλά η διατύπωση της Σόνταγκ θυμίζει επίσης ότι οι πιο επικίνδυνες και λοιμώδεις αρρώστιες, πέρα από την κλινική τους κυριολεξία, πυροδότησαν ένα ευρύ φάσμα μεταφορικών τροπών, οι οποίες με τη σειρά τους συνθέτουν ένα δεύτερο επίπεδο αφηγήσεων για το πώς διαφορετικές κοινότητες σε διαφορετικές εποχές αντιλαμβάνονται την απειλή.

Δεισιδαίμονες εκρήξεις αρχαϊκής παραφροσύνης μπορεί να σημειώνονται σποραδικά ακόμη και στις μέρες μας, σίγουρα όμως απέχουμε πολύ από τις εποχές όπου ένας λοιμός μπορούσε να αποδίδεται στο τιμωρητικό γινάτι κάποιας θεότητας ή όπου ο πάνδημος όλεθρος επινοούσε βολικούς αποδιοπομπαίους τράγους, όπως το 1347-8, όταν η καμπύλη της πανούκλας στην Ευρώπη ανέβαινε μαζί με τους αριθμούς των σφαγιασθέντων Εβραίων. Παρ’ όλα αυτά, ακόμη και μέσα στην επιστημονικά φωταγωγημένη νεωτερικότητά μας, οι δύο κρίσιμοι παράγοντες που μας διαθέτουν περισσότερο ή λιγότερο ορθολογικά απέναντι στην αρρώστια είναι η δυνατότητα ή η αδυναμία της ιατρικής επιστήμης να διαγνώσει την αιτιολογία της και, κυρίως, να την υποτάξει σε αποτελεσματική θεραπευτική αγωγή.

Περιεχόμενο για συνδρομητές

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Έχετε ήδη
συνδρομή;

Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω

Θέλετε να γίνετε συνδρομητής;

Μπορείτε να αποκτήσετε την συνδρομή σας από εδω