Στην οικογένεια του Κυριάκου Μητσοτάκη υπήρχε ένας – εκ πλαγίου – πρόγονος, ο οποίος συνήθιζε να μην ακούει κανέναν. Ούτε σύμβουλο ούτε συνεργάτη. Αντίθετα εμπιστευόταν, σχεδόν πάντα, σχεδόν μεταφυσικά, ό,τι ο ίδιος αποκαλούσε τον «αγαθόν [του] αστέρα». Και, στο πλαίσιο της αυτονομίας δράσης και της αυτενέργειάς του, συνήθιζε να κάνει πολιτικές επιλογές εξαιρετικά υψηλής διακινδύνευσης.
Κάποιες από αυτές – οι οποίες, σημειωτέον, επειδή ήταν τολμηρές, δεν σημαίνει πως δεν ήταν μελετημένες με πραγματισμό και εξονυχιστική μελέτη των δεδομένων – «του βγήκαν».
Παρήγαγαν, δε, τεράστια ωφελήματα και για τον τόπο και για την παράταξή του. Κάποιες άλλες, όμως, αποδείχθηκαν καταστροφικές. («Με τας αρετάς του κατέστησε την πατρίδα του διπλήν. Με την εκδίπλωσιν των ελαττωμάτων του κατέστησε την εκθεμελίωσίν της διπλήν» έγραψε ο Γεώργιος Βλάχος.)
Και έτσι, κατά περιόδους, προκάλεσε ζημιά τεράστια και πόνο άφατο στον ίδιο, στον τόπο, αλλά και στην… αντίπαλη παράταξη, οι ηγέτες της οποίας – φοβούμενοι μήπως αποδεχθούν ήσσονες και όχι κρείσσονες αυτού – δεν είχαν το πολιτικό διαμέτρημα, ώστε να απεμπλέξουν τη χώρα από την, υπερβαίνουσα ίσως τις δυνάμεις της, περιπέτεια, στην οποία ο μεγάλος Κρης την ενέπλεξε, σε ένα ασφαλώς ευνοϊκότερο διεθνοπολιτικό περιβάλλον σε σχέση προς αυτό που δημιουργήθηκε επί των ημερών τους.
Εχει άραγε ο νυν πρωθυπουργός πάρει κάτι από αυτά τα οικογενειακά γονίδια; Προς το παρόν είναι γεγονός πως εκδηλώνει και αυτός μια εντυπωσιακή ευτολμία, έστω και αν αφορά πρωτίστως την εσωτερική και όχι την εξωτερική πολιτική…
Πράγματι, σε σχέση με τις εκλογές, θα μπορούσε να ζητήσει να προκηρυχθούν πρόωρες, το φθινόπωρο. Κάτι τέτοιο ασφαλώς και θα είχε λογική: Η κυβέρνησή του, υπεργενναιόδωρη σε παροχολογία προς την κοινωνία και σχετικώς αδιάφορη για τη διόγκωση του δημοσίου χρέους, κυριολεκτικά «έξυσε τον πάτο του βαρελιού».
Πέτυχε, δε, να το κάνει, χωρίς να προκαλέσει μείζονες αντιδράσεις των πιστωτών μας, ίσως γιατί – ως κληρονόμος του διπλωματικού ταλέντου του μεγάλου θείου – ανέδειξε επιτυχώς τη γεωπολιτική σημασία της χώρας στην παρούσα συγκυρία.
Επιπρόσθετα, στην περίπτωση που θα έκανε μια τέτοια επιλογή, θα προχωρούσε στην έκφραση της λαϊκής ετυμηγορίας, ενώ θα ήταν πρόσφατα τα ωφελήματα από μια άκρως ικανοποιητική τουριστική περίοδο…
Κυρίως, όμως, θα ήταν δυνατόν με έμφαση να αναδείξει την πολιτική σταθερότητα, την οποία θα μπορούσε αυτός να προσφέρει, την ώρα που οι μεγάλες δημοκρατίες της Δύσης εμφανίζονται δυσκυβέρνητες: Γαλλία, Ιταλία, Ηνωμένο – προς το παρόν – Βασίλειο, ενώ δυσκυβέρνητες αναμένεται να γίνουν και οι ΗΠΑ, μετά τις επερχόμενες τον Νοέμβριο mid-term elections και την αναμενόμενη κατίσχυση του τραμπισμού. (Βέβαια, στην περίπτωση αυτή, θα υπήρχε ο κίνδυνος εκλογών με έντονη την παρουσία του πρόσφατου ψυχολογικού αποτυπώματος εκ των αναμενόμενων θερινών πυργαγιών, ωστόσο με όρους συγκριτικούς δύσκολα ο Μητσοτάκης θα εμφανιζόταν ως υπολειπόμενος σε διαχειριστική επάρκεια του τσιπροκαμμένειου κυβερνητικού σχήματος.)
Ολα, ωστόσο, δείχνουν πια πως – αν δεν διεκδικήσει «Νόμπελ πολιτικής αναξιοπιστίας» – θα ακολουθήσει την αντίθετη γραμμή, επιδιώκοντας οιονεί εξάντληση της τετραετίας. Οπότε θα πορευτεί προς τις κάλπες μετά από τον χειμώνα, που προβλέπεται ως ο χειρότερος μεταπολεμικός για τον κόσμο. Με την κοινωνία πιθανότατα να έχει στερηθεί αγαθά, τα οποία ο σύγχρονος άνθρωπος θεωρεί πλέον υπαρξιακά… Και με κάμποσα πολιτικά μορφώματα, διαθέτοντα λαϊκή απήχηση μάλιστα, να τοποθετούνται στα δεξιά της ΝΔ…
Παράλληλα, και μετά την «αναλογική παρένθεση», θα έχει να διαχειριστεί έναν εκλογικό νόμο, επιλεγέντα από τον ίδιο, με αρκετά μικρότερο πλειοψηφικό στοιχείο σε σχέση με τους ισχύσαντες πρόσφατα. (Με θεσμικοπολιτικά αδιανόητη, βέβαια, την αλλαγή του, πριν υπάρξει η οποιαδήποτε εφαρμογή του…)
Επομένως…
Εφόσον καταφέρει την άνοιξη το 2023 – αν όχι να επανεκλέξει, μετά το δεύτερο στήσιμο της κάλπης, μονοκομματική κυβέρνηση, πάντως – η ΝΔ να διατηρηθεί ως ο βασικός, ο «incontournable» όπως θα έλεγαν οι Γάλλοι, πόλος του μελλοντικού κυβερνητικού σχήματος, τότε θα μπορεί ίσως να αναμένει και αυτός διθυράμβους, σαν αυτούς που γράφτηκαν για τον μεγάλο θείο (τον οποίο ήδη από το 1912 ο, μετέπειτα υπουργός του, Σπύρος Σίμος αποκαλούσε «σύμβολον της εθνικής συνειδήσεως, αγωγόν του εθνικού ηλεκτρισμού, συμπυκνωτήρα των λαϊκών διαθέσεων», άλλοι δε «σκεύος της θείας προνοίας» κ.λπ.).
Σε περίπτωση, όμως, δυσμενούς για το κόμμα του εξέλιξης, τότε οι κομματικοί συνοδοιπόροι του, ανάμεσά τους πιθανότατα και ιστορικές ηγετικές φυσιογνωμίες του κόμματος, θα ανταγωνίζονται για την πιο επώδυνη για τον ίδιο μέθοδο εξόντωσής του. (Αλλωστε «οι εχθροί σου βρίσκονται στο κόμμα σου, στο απέναντι κόμμα βρίσκονται οι αντίπαλοί σου», έλεγε ο μέγας Ουίνστον Τσόρτσιλ).
Συμπέρασμα: Εφόσον οι εκλογές γίνουν μετά τον προσεχή χειμώνα, ο Μητσοτάκης θα καταγραφεί με βεβαιότητα ως «μέγας». Μέγας ηγέτης… Ή μέγας αφελής… Ή, εν πάση περιπτώσει, μέγας τζογαδόρος που έχασε τα πάντα…
Ο καθηγητής Θανάσης Διαμαντόπουλος είναι συγγραφέας τού μόλις κυκλοφορήσαντος απότις εκδόσεις Πατάκη το βιβλίο του «Ο Εθνικός Διχασμός και η κορύφωσή του: Η Δίκη των «Έξι». Εξιλασμός ή δικαστικός φόνος;».