Στο λεξιλόγιο ορισμένων φιλοσόφων και κριτικών του πολιτισμού συνηθίζεται εδώ και κάποιον καιρό ο όρος τεχνοεπιστήμη. Το νόημα που έχει δοθεί στη λέξη δεν είναι πάντοτε σαφές. Στην περίπτωση, για παράδειγμα, κάποιων από τους επιγόνους του Μάρτιν Χάιντεγκερ, η τεχνοεπιστήμη θα συσχετιστεί κυρίως με μια απεριόριστη βούληση για ισχύ σε μια εποχή πλανητικού μηδενισμού. Ας πούμε, απλουστεύοντας, πως οι τιμητές της είδαν στην τεχνοεπιστήμη ένα σύμπλεγμα λόγων και πρακτικών που συντονίζονται από μια στεγνή «υπολογιστική διάνοια».
Παλαιότερες αφετηρίες αυτής της κριτικής βρίσκονται στην προσπάθεια να αντιμετωπιστούν οι αφελείς ιδεολογίες του 19ου αιώνα και κυρίως η τότε επιχείρηση υποκατάστασης της παραδοσιακής θρησκείας από το νέο επιστημονικό πνεύμα. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η καχυποψία για την τεχνοεπιστήμη θα αντλούσε υλικό από τις εικόνες των ναζί «βιολόγων» και «γιατρών», από τη συμμετοχή δηλαδή διαπρεπών τεχνικών και επιστημόνων στη χιτλερική μηχανή εξόντωσης. Σε τομείς της ανθρωπιστικής διανόησης – όχι μόνο αριστερούς ριζοσπάστες αλλά και σε συντηρητικούς ελιτιστές και αντιμοντέρνους λογίους – θα ριζώσει μια τεράστια περιφρόνηση προς τον τεχνικισμό: ιδίως προς οτιδήποτε γεφυρώνει την καθαρή γνώση και έρευνα με εφαρμογές μεσιτευμένες από το «εμπόριο». Το εφαρμοσμένο θα κατακυρωθεί στην ανόσια εμπορευματική σφαίρα και στις ιδιοτελείς στρατηγικές της αγοράς.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.