Το ότι η Λυρική Σκηνή διευρύνει τις «ακροάσεις» για τον πρωταγωνιστικό ρόλο του έργου «Στρέλλα» σε διεθνές επίπεδο προκειμένου, όπως ανακοινώνει, να βρεθεί μια διεμφυλική γυναίκα ερμηνεύτρια για τις απαιτήσεις του έργου και το ότι ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού θεάτρου – στο σπίτι του κρεμασμένου – τεντώνει το σκοινί με την πρωτοβουλία Ημερίδας για το #metoo δεν σημαίνει ότι υπήρξε διαφοροποίηση για το πώς μια ολόκληρη κοινωνία (και οι θεσμικοί της εκπρόσωποι) είναι διατεθειμένη να προσεγγίσει την Αιτία, που δεν είναι άλλη από το σύμπλεγμα του Ευνουχισμού. Επαναλαμβάνω το (συν)πλέγμα του ευνουχισμού μετατοπισμένο στο πλέγμα της εξουσίας που ευνουχίζει. Κι αυτό όχι γιατί «δεν υπάρχει σχέση ανάμεσα στα δύο φύλα» (Λακάν) ή γιατί «δεν υπάρχουν δύο φύλα παρά αστερισμοί έμφυλων ταυτοτήτων» (Μπάτλερ), αλλά διότι κανένα πιστοποιητικό φύλου από κανένα σωματείο ηθοποιών, κανένα ειρηνοδικείο της περιφέρειας, καμία διαβεβαίωση της Προεδρίας της Δημοκρατίας δεν θα επέτρεπε στα φύλα να διεκδικούν μία ταυτότητα που καθίσταται τόσο γι’ αυτά όσο και γι’ αυτούς που εκδίδουν την ταυτότητα το άλλοθι του συστήματος της βιοεξουσίας που ζούμε, οργανώνοντας συναντήσεις, διαδηλώνοντας μαζικά ή εκδηλώνοντας κατά μόνας δυσφορία (φύλου). Αλλωστε, όπως ανέφερε σε πρόσφατη συνέντευξή του ο Dominique Lecourt, μαθητής του Αλτουσέρ και πρωταγωνιστής στον Μάη του ’68, «αυτή η κανονιστική φρενίτιδα που μας διακατέχει, επιφέρει αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που επιδιώκει η κοινή συμβίωση (…) Το κυνήγι των ταμπού αποκαλύπτεται νοσηρό για την ελευθερία της σκέψης, διότι παράγει φοβισμένα όντα, εχθρούς της διακινδύνευσης. Στο όνομα της ελευθερίας και της ισότητας, βρισκόμαστε μπροστά σε μια θεαματική συμμαχία ανάμεσα στην τεχνοκρατία και τον μοραλισμό υπό το πρόσχημα μιας ευτυχίας για όλους, ακόμα και παρά τη θέλησή τους».

Αυτό που καθιστά την παρενοχλούμενη και κακοποιημένη γυναίκα «άλλο» φύλο, ή τον ομοφυλόφιλο «τρίτο» φύλο, ή την ετεροφυλότροπη (τρανς) «τέταρτο», δεν είναι ούτε ο αριθμός ούτε τα είδη των φύλων, ούτε οι απωθήσεις της έμφυλης διαφοράς τους, αλλά η μετωνυμία της απόλαυσης. Δηλαδή οι πολλοί και διαφορετικοί – όσο και εξομαλυμένοι – τρόποι να απολαμβάνεις όχι μόνο διοικώντας αλλά και παραδομένος στην απόλαυση που δίνει η υποταγή (και δεν επιθυμώ αυτή τη στιγμή να παραπέμψω στις σχέσεις κυρίου και σκλάβου στον Εγελο).

Την απάντηση στο περιβόητο «τι θέλει η γυναίκα;» που δικαιούμαι να την προεκτείνω σε ένα «τι θέλουν τα φύλα;» πρέπει να την αναζητήσει κανείς σε πρωτόγνωρες συμπεριφορές, διόλου εξασφαλισμένες κάτω από τις πολύχρωμες παντιέρες αλλά αντίθετα, έωλες και ατελέσφορες, εκείνων που τη νύχτα ταξιδεύουν μέσα στην κάμαρά τους.

Η συνεχής «παράβαση-παραβίαση», τη σημασία της οποίας αναδεικνύει ο Φουκό, είναι το ζητούμενο. Με έναν και μοναδικό κάθε φορά σκοπό. «Προς τ’ άστρα» γράφει ο Εγγονόπουλος. «Προς την ύπαρξη» λέει ο Βαλερί μ’ εκείνο το «Ιl faut tenter de vivre» του τίτλου.

ΥΓ.: Το ότι πρέπει οπωσδήποτε να πάρει τον ρόλο της Στρέλλας στη Λυρική Σκηνή ένα(ς) τρανς δεν σημαίνει ότι η καλλιτεχνική ποιότητα του όλου διαβήματος βελτιώνεται. Διότι αλλιώς είναι σαν να θέλεις να δώσεις ντε και καλά τον ρόλο του Οθέλου σε μαύρο, ενώ υπάρχει ο σερ Λόρενς Ολίβιε.