Μα είναι να απορεί κανείς πώς διάφοροι αναλυτές (πρώην διπλωμάτες, ακαδημαϊκοί κ.ά.) μόνιμα και σταθερά βλέπουν την Τουρκία σε γεωπολιτικό αδιέξοδο και απομόνωση, δεχόμενη το ένα χαστούκι μετά το άλλο και οτιδήποτε άλλο στραβό και ανάποδο μπορεί να συμβεί. Κατασκευάζουν έτσι μια εικόνα για τη γειτονική χώρα που σαφώς δεν αποδίδει την πραγματικότητα και πάντως τη γεωπολιτική πραγματικότητα. Η Τουρκία βρίσκεται οπωσδήποτε σε μια εξαιρετικά δύσκολη φάση κυρίως λόγω της οικονομικής της κατάρρευσης και συνεπώς έχει μπει σε πολιτική διαδικασία μετάβασης ως αποτέλεσμα των συνεπειών της οικονομικής κρίσης που βιώνει και που εκφράζεται με τη συρρίκνωση της δημοτικότητας του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Ο Ερντογάν οικοδόμησε την εξουσία του από το 2003 και μετά πάνω στην πετυχημένη οικονομική διαχείριση με υψηλούς ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης που οδήγησε στη βελτίωση ης κοινωνικής ευημερίας – το κατά κεφαλήν εισόδημα έφθασε από τα 3.000 δολάρια στα 12.000 δολάρια. Αλλά αυτή η οικονομική μεγέθυνση έφθασε εδώ και τρία χρόνια περίπου στο τέλος της κυρίως (εκτός πανδημίας) ως αποτέλεσμα των ανορθόδοξων πολιτικών αποφάσεων του προέδρου Ερντογάν (μείωση επιτοκίων ως μέσου καταπολέμησης του πληθωρισμού, διαδοχικές αντικαταστάσεις των διοικητών της κεντρικής τράπεζας, διαφθορά, επιδίωξη φαραωνικών έργων όπως η διώρυγα της Κωνσταντινούπολης, κ.λπ.). Ετσι η τουρκική λίρα κατέρρευσε (από 1,8 για ένα δολάριο πριν από μία δεκαετία σε 10 σήμερα), ο πληθωρισμός εκτινάχθηκε στο 20% επισήμως, οι άμεσες ξένες επενδύσεις συρρικνώθηκαν στα 5,8 δισ. δολάρια το 2020 έναντι 20 δισ. το 2007. Και ταυτόχρονα εκτινάχθηκε η φτώχεια και ανεργία, ενώ το κατά κεφαλήν εισόδημα έπεσε στα 8.000 δολάρια και συνεχίζει να πέφτει παρά τον σχετικώς υψηλό ρυθμό ανάπτυξης που προβλέπεται στο 9% περίπου, ο οποίος τοποθετεί την Τουρκία στην πρώτη κατηγορία χωρών μαζί με Κίνα και Ινδία.
Το αναπόφευκτο αποτέλεσμα είναι η συρρικνωμένη δημοφιλία του προέδρου Ερντογάν (στο 30% περίπου) που δημιουργεί αβεβαιότητες ως προς τις προοπτικές επανεκλογής του στις επικείμενες γενικές εκλογές του 2023 ή ενδεχομένως νωρίτερα. Και τούτο σε συνδυασμό με τις φήμες για την κλονισμένη υγεία του και το γεγονός ότι η αντιπολίτευση φαίνεται να βρίσκει έναν κοινό βηματισμό και να εισπράττει εκλογικά (κυρίως το κόμμα του Καλού Δρόμου της Ακσενέρ). Οθεν και η εκτίμηση ότι η Τουρκία έχει μπει σε μεταβατική πολιτική φάση με αβεβαιότητες, απροβλεπτικότητες, αστάθειες. Και πάντοτε μια μεταβατική πολιτική κατάσταση απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή, πολύ περισσότερο σε ό,τι αφορά ένα αυταρχικό πολιτικό καθεστώς και ηγέτη. Εγείρει πρώτα απ’ όλα ερωτήματα εάν και κατά πόσο «θα επιτρέψει» στην πολιτική διαδικασία να εξελιχθεί ομαλά και εάν θα αποδεχθεί ευπρεπώς μια (ενδεχόμενη) εκλογική ήττα που θα τον οδηγεί εκτός εξουσίας και ίσως σε δικαστικές εμπλοκές. Το προηγούμενο ενός άλλου αυταρχικού ηγέτη, του Ντόναλντ Τραμπ, και μάλιστα σε μια θεσμικά δημοκρατική χώρα, τις ΗΠΑ, δεν είναι καθόλου ενθαρρυντικό! Πολύ περισσότερο που οι δύο ηγέτες, Ερντογάν και Τραμπ, αλληλοθαυμάζονταν και ο ένας αντέγραφε τον άλλον (σε αυταρχικές πρακτικές βέβαια).
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος