Καθώς ο Τζο Μπάιντεν ετοιμάζεται να αναλάβει τα καθήκοντά του ως προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, η Ευρώπη αναζητά τον ρόλο της στην εξωτερική πολιτική, με τη συζήτηση γύρω από τη στρατηγική αυτονομία να αναζωπυρώνεται. Μετά από τέσσερα ταραχώδη χρόνια, ορισμένοι ηγέτες της ΕΕ προσπαθούν να επαναπροσδιορίσουν τις σχέσεις τους με τις ΗΠΑ και να αποφασίσουν ποια πρέπει να είναι η θέση της Ενωσης στη διεθνή σκηνή. Η διατλαντική συμμαχία επηρεάστηκε σημαντικά κατά τη θητεία του προέδρου Τραμπ. Ηδη από την αποδοχή του χρίσματος του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, οριοθέτησε ως προϋπόθεση για παροχή αμερικανικής βοήθειας τη δαπάνη 2% του ΑΕΠ στην άμυνα για τα μέλη του ΝΑΤΟ, ενώ στη συνέχεια εμφανίστηκε απρόθυμος να επιβεβαιώσει την αμερικανική δέσμευση στη ρήτρα αμοιβαίας συνδρομής της Συμμαχίας. Υπό αυτό το πρίσμα και μετά το Brexit, οι Ευρωπαίοι άρχισαν να συλλογίζονται αν όντως η ασφάλεια των πολιτών τους πρέπει να αποτελεί αποκλειστικά ένα διατλαντικό ζήτημα.

Η συζήτηση έχει φέρει αντιμέτωπες τη Γαλλία και τη Γερμανία, με την πρώτη να κατηγορεί το Βερολίνο για «ιστορική παρερμηνεία». Η γερμανίδα υπουργός Αμυνας Ανεγκρέτ Κραμπ-Καρενμπάουερ πρόσφατα ισχυρίστηκε ότι «οι ψευδαισθήσεις της ευρωπαϊκής στρατηγικής αυτονομίας πρέπει να τερματιστούν [καθώς] οι Ευρωπαίοι δεν θα μπορούν να αντικαταστήσουν τον κρίσιμο ρόλο της Αμερικής ως παρόχου ασφάλειας». Αναλογιζόμενοι το σημερινό ευρωπαϊκό αμυντικό τοπίο, είναι δύσκολο να απορρίψει κανείς τους ισχυρισμούς της. Οι τελευταίες εκθέσεις της ΕΕ προειδοποιούν ότι αυτή στερείται συνοχής, ικανοτήτων και δυνάμεων λειτουργικών ώστε να αντιμετωπίσουν τα σενάρια που στοχεύει να εκπληρώσει χωρίς ξένη συνδρομή.

Περιεχόμενο για συνδρομητές

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Έχετε ήδη
συνδρομή;

Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω

Θέλετε να γίνετε συνδρομητής;

Μπορείτε να αποκτήσετε την συνδρομή σας από εδω