Μία ιδιαίτερη συγκίνηση, μία θλίψη και έναν πόνο αισθάνομαι κάθε φορά που φέρνω στη θύμησή μου όσα τραγικά συνέβησαν σε εκείνη τη μαύρη περίοδο της Μικρασιατικής Καταστροφής του έτους 1922. Εκείνη η μορφή που με συγκινεί κάθε φορά που την αναλογίζομαι είναι της Μικρασιάτισσας Μάνας και κυράς, που είχε την πρώτη πατρίδα της, μακριά, πέρα από τη θάλασσα, στην ελληνική Ιωνία και την ιστορική και γοητευτική Σμύρνη και σε όλα τα ιστορικά και πανέμορφα παράλια. Αυτή τη μορφή θα προσπαθήσω να επικοινωνήσω.
Μου άρεσε και με συγκίνησε αυτό που γράφτηκε πως η Μικρασιάτισσα είναι η «εντόπια ξένη» και στις δύο πατρίδες. Είναι μια άλλη όσον αφορά τη ζωή της στα παράλια της Μικρασίας και είναι μια διαφορετική όσον αφορά τη ζωή της στην Ελλάδα. Η ανθρώπινη και η θεϊκή μοίρα, επομένως, την κατέστησε δισυπόστατη, ανάλογα με την πατρίδα στην οποία κάθε φορά βρίσκεται και ας αγαπάει το ίδιο και τις δύο αλησμόνητες πατρίδες.
Είναι ακόμη η ίδια «οικεία ξένη», δηλαδή είναι η φιλική, η αγαπητή «ξένη» τόσο στην Ανατολή όσο και στη Δύση. Αυτή η διπλή θεώρηση της Μικρασιάτισσας γυναίκας έχει και μία ακόμη επιπρόσθετη διάσταση, γιατί είναι άλλη η γυναίκα που ζούσε ως αρχόντισσα, κυρά και αγωνίστρια της ζωής στη Σμύρνη και την Ανατολή και άλλη αυτή που βίωσε, στη συνέχεια, τον όλεθρο, τον θάνατο και την καταστροφή στο σπιτικό της, στη γειτονιά, στον αγαπημένο και πονεμένο τόπο της.
Πηγή έμπνευσης για ποιητές και τραγουδιστές θα αποτελέσουν η ομορφιά, η αρχοντιά και το κάλλος της Μικρασιάτισσας γυναίκας. Ακόμη και από την πρώιμη εκείνη φάση, η Μικρασιάτισσα κόρη ξεχωρίζει, είναι αυτή που σπουδάζει, που μαθαίνει γράμματα, που ζει και κινείται σε ένα μεσαίο και ανώτερο κοινωνικό και πολιτισμικό περιβάλλον, το οποίο, βέβαια, δεν μπορούσαν ακόμη να το χαρούν όλοι.
Ωστόσο, σύσσωμη η οικογένεια και κυρίως ο πατέρας και η μάνα είχαν την έγνοια της κόρης να τιμήσει το σόι και τη γενιά της, αλλά και να καλοπαντρευτεί, όπως εύχονται και πασχίζουν για αυτό γονείς και αδέρφια, και στην ουσία, ολόκληρη η οικογένεια. Μια πραγματική ηρωίδα η Μικρασιάτισσα Μάνα, που δεν τη λύγισαν οι στερήσεις, η προσφυγιά, ο θρήνος για αγαπημένα πρόσωπα του σπιτιού της, αλλά που βρήκε τη δύναμη να αρπάξει τα παιδιά και να τα σφίξει στην αγκαλιά της, να πεισμώσει και να αγωνιστεί για την ομορφιά της ζωής και ας ήξερε ότι δεν θα ξαναέβρισκε πλέον τίποτε από όσα είχε αφήσει στη Σμύρνη και την Ιωνία.
Απερίγραπτες στερήσεις και περιπλανήσεις, κίνδυνοι που παραμόνευαν, αγαπημένα πρόσωπα που χάνονταν και άλλα που τα αναζητούσε κανείς στο άγνωστο, με την ελπίδα να ξαναβρεθεί, κάποια στιγμή, ολόκληρη η οικογένεια. Κανείς δεν μπορεί να περιγράψει αυτά που συνέβησαν, αν δεν τα έχει ζήσει ο ίδιος. Αγιάτρευτες πληγές που έμειναν στις αθώες παιδικές ψυχές, έχοντας αυτές ευτυχώς πάντα στο πλάι τους την πραγματική Μάνα που θυσίαζε ό,τι είχε και δεν είχε μπροστά στη σωτηρία και τον λυτρωμό των παιδιών τους.
Η μεγαλύτερη έγνοια της Μικρασιάτισσας μάνας, εκτός από τα ίδια της τα παιδιά, ήταν να διασώσει και να μεταφέρει στην άλλη πατρίδα τα εικονίσματα και τα θρησκευτικά κειμήλια της οικογένειας. Θα ξεκινούσε από αυτά, προστατεύοντάς τα με κάθε τρόπο και παράλληλα αντλώντας δύναμη από την ύπαρξή τους. Θα κάνει δεήσεις και προσευχές, για να αντέξουν όλοι τις σκληρές δοκιμασίες και τις αμέτρητες κακουχίες που τους περίμεναν και ήταν υποχρεωμένοι να αντιμετωπίσουν.
Μικρασιάτισσες γυναίκες και μανάδες που δημιούργησαν πολιτισμό σε ολόκληρο το φάσμα της ανθρώπινης δραστηριότητας και πρωτοβουλίας. Οι Μικρασιάτισσες γυναίκες που έφεραν στον τόπο μας και στον δικό τους τόπο ήθη και έθιμα, τραγούδια και χορούς, ενδυμασίες και φαγητά που αποτελούν διαχρονικό πλούτο για την ίδια τη μητέρα πατρίδα. Βοήθησαν ακόμη και στην ανόρθωση της ίδιας της οικονομίας της Ελλάδας, καθώς η ανάγκη τις έκανε να αποτελούν φτηνό εργατικό δυναμικό σε βιοτεχνίες, σε αργαλειούς, σε εργαστήρια κοπτικής, ραπτικής και κεντήματος, αποδεικνύοντας την αξιοσύνη και την τέχνη τους. Ακόμη πρωτοστατούσαν οι Μικρασιάτισσες μανάδες στην εσωτερική ανασυγκρότηση της ίδιας της οικογένειας ύστερα από τις πληγές και τα τραύματα που δέχτηκε.
Η εθνική μνήμη αποδεικνύεται ζωτικής σημασίας για έναν λαό, ιδιαίτερα σε κρίσιμες εποχές, όπως είναι η εποχή που διανύουμε σήμερα. Μόνο με γνώμονα τη γνώση της ιστορίας μας μπορούμε να αποφύγουμε λάθη του παρελθόντος και να σχεδιάσουμε με αισιοδοξία και ελπίδα το μέλλον.
Αποτελεί, επομένως, ηθικό χρέος όλων μας, εκπαιδευτικών, κοινωνικών και πολιτικών φορέων και κυρίως του καθενός από εμάς ξεχωριστά, να διατηρούμε αναλλοίωτη την ιστορική μνήμη και να αποτίουμε τον σεβασμό που αρμόζει σε όλους όσοι θυσιάστηκαν και έχασαν τη ζωή τους σε εθνικές τραγωδίες, όπως αυτή της Μικρασιατικής Καταστροφής. Το οφείλουμε στα θύματα κάθε ανάλογου μαρτυρικού συμβάντος, αλλά και στους επιζήσαντες, οι οποίοι συνέχισαν να ζουν με αξιοπρέπεια, χωρίς να χάνουν την πίστη τους για έναν δίκαιο και πολιτισμένο κόσμο, χωρίς έχθρες και πολέμους.
(Από την ομιλία του κ. Γεωργίου Δ. Καψάλη στην εκδήλωση της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγων Σαρακατσαναίων, την Κυριακή 20 Νοεμβρίου στη Θεσσαλονίκη με θέμα «Από το ’21 στο ’22. Οι Σαρακατσαναίοι… από τον ξεσηκωμό του 1821 στον ξεριζωμό του 1922».)
Ο κ. Γεώργιος Καψάλης είναι πρώην πρύτανης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.