O πρόεδρος της Κίνας Σι Τζινπίνγκ θα παραμείνει στη θέση του, σύμφωνα με τις υπάρχουσες ενδείξεις, για ακόμα πέντε χρόνια. Η ολοκλήρωση του συνεδρίου του κομμουνιστικού κόμματος πρόκειται να επιβεβαιώσει την λίγο-πολύ αναμενόμενη εξέλιξη, που θα βρει για πρώτη φορά στην ιστορία της νέας Κίνας έναν πρόεδρο να ξεπερνάει το όριο της δεκαετούς θητείας, κάνοντας χρήση της συνταγματικής αλλαγής του 2018. Εκτός από τον Σι Τζινπίνγκ, όμως, σημασία θα έχει η ομάδα των συνεργατών που θα βρίσκεται δίπλα του. Ενδέχεται να υπάρξουν ακόμα και τέσσερις αλλαγές στην επταμελή μόνιμη επιτροπή του κόμματος. Πριν από την ανακοίνωση των ονομάτων, κάθε ανάλυση είναι επισφαλής.
Στόχος της κινεζικής κυβέρνησης αποτελεί η διαρκής βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των πολιτών της χώρας. Παρ’ όλο που η Κίνα έχει εξελιχθεί στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, οι προκλήσεις είναι πολλές και δύσκολές. Μόλις πέρυσι η χώρα ανακοίνωσε την εξάλειψη της απόλυτης φτώχειας, αλλά το κατά κεφαλήν εισόδημα είναι κατά μέσο όρο πολύ χαμηλότερο από αυτό των Ηνωμένων Πολιτειών, της Ευρωπαϊκής Ενωσης και άλλων αναπτυγμένων χωρών. Οι ανισορροπίες μεταξύ αγροτικών περιοχών και αστικών κέντρων παραμένουν μεγάλες, η αγορά ακινήτων προβληματική και η μετάβαση στην τεχνολογική εποχή περίπλοκη, ιδίως για τους ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας.
Η κινεζική κυβέρνηση θέλει να συνεχίσει την πορεία επιτυχίας των περασμένων δεκαετιών χωρίς να βιάζεται. Η υπομονή συνιστά ιστορικά βασικό χαρακτηριστικό της κινεζικής νοοτροπίας. Παρ’ όλα αυτά, οι συνθήκες παρουσιάζονται διαφορετικές. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, από την έναρξη της διακυβέρνησης Τραμπ και μετά, προσπαθούν με κάθε τρόπο να ανακόψουν την ανάπτυξη της Κίνας φοβούμενες αλλαγή των παγκόσμιων συσχετισμών σε βάρος τους ύστερα από μερικά χρόνια. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως η κινεζική κυβέρνηση βασίζεται πλέον πολύ λιγότερο στην τεχνολογική συνεργασία με τη Δύση με τους όρους τουλάχιστον που αυτή η συνεργασία είχε οικοδομηθεί στο παρελθόν.
Σε επίπεδο διεθνών σχέσεων, το θέμα της Ταϊβάν επανέρχεται στο προσκήνιο μετά την επίσκεψη της Νάνσι Πελόζι στο νησί τον περασμένο Αύγουστο. Η Αμερική ενισχύει αμυντικά την Ταϊβάν, και θα την ενισχύσει περισσότερο στο μέλλον, ενώ η Κίνα δεν αποκλείει το ενδεχόμενο χρησιμοποίησης στρατιωτικής βίας σε περίπτωση αποσχιστικής κίνησης από την πλευρά της Ταϊβάν. Οι σινοαμερικανικές σχέσεις εξακολουθούν θεωρητικά να στηρίζονται στην αρχή της μίας Κίνας, αλλά η ερμηνεία της αρχής αυτής αποκτά σταδιακά πολυδιάστατο χαρακτήρα. Η αντιπαράθεση των υπερδυνάμεων οδηγεί την Κίνα να εκσυγχρονίζει τις ένοπλες δυνάμεις της και την Αμερική να συνάπτει συμμαχίες στην Ασία, όπως για παράδειγμα αυτή με τη Βρετανία και την Αυστραλία για την προμήθεια πυρηνικών υποβρυχίων στην τελευταία.
Τα επόμενα χρόνια, οι ιδεολογικές διαφωνίες Κίνας – Ηνωμένων Πολιτειών αναμένεται να ενταθούν. Αυτό ήδη αποτυπώνεται στις συζητήσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Από τη μία πλευρά, η Ουάσιγκτον πιέζει το Πεκίνο για τη μεταχείριση των Ουιγούρων στην Σιτζιάνγκ και τη διαχείριση του Χονγκ Κονγκ. Από την άλλη η Κίνα, που επιμένει με την πολιτική των μηδενικών κρουσμάτων για την καταπολέμηση του κορωνοϊού, εμφανίζεται περήφανη για τον πολύ χαμηλότερο αριθμό νεκρών που έχει συγκριτικά με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Δύση γενικότερα. Στρέφει ακολούθως τη συζήτηση για τα ανθρώπινα δικαιώματα προς την κατεύθυνση αυτή.
Η αλλαγή της αμερικανικής στρατηγικής έναντι της Κίνας, η οποία πλέον δεν βασίζεται στην ένταξη της δεύτερης στο παγκόσμιο σύστημα αλλά στον περιορισμό της επιρροής της, θα κριθεί μεσομακροπρόθεσμα. Οι εντάσεις, ωστόσο, που προκαλεί δεν θα μετατρέψουν την Κίνα σε ακόλουθο των επιθυμιών της Ουάσιγκτον αλλά σε πανίσχυρο, ανεξάρτητο παίκτη, που θα χαράσσει πολιτική για να προστατευθεί από την εξωτερική πίεση. Ετσι ακριβώς εξηγείται η κινεζική πολιτική κατά τη διάρκεια του πολέμου στην Ουκρανία, αν και αυτό δυσαρεστεί τη Δύση.
Σε έναν κόσμο που μεταβάλλεται ραγδαία, η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης ευθυγραμμίζεται ολοένα και περισσότερο με την αμερικανική έναντι της Κίνας. Οσοι μιλούν για συνέργειες ανήκουν στη μειοψηφία, ενώ η αντίληψη πως η σκληρή γραμμή θα αποφέρει αποτελέσματα κυριαρχεί στις Βρυξέλλες. Αν, όμως, δεν αποφέρει αποτελέσματα; Το ρίσκο θα είναι πως η Κίνα, η οποία έχει διδαχθεί από τα λάθη της Σοβιετικής Ενωσης, θα ακολουθήσει τη δική της πορεία με τεράστιες επιπτώσεις σε τομείς όπου η συνεργασία θα ήταν διαφορετικά εφικτή ή όπου η Ευρώπη χρειάζεται την Κίνα.
Καθώς ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται, η Ευρωπαϊκή Ενωση έχει ζητήσει επισήμως από την Κίνα να μεσολαβήσει στη Ρωσία. Ενας «στρατηγικός αντίπαλος», όμως, ενδεχομένως να έχει πλέον διαφορετικές προτεραιότητες. Η γνώση για την Κίνα στην Ευρώπη παραμένει εξαιρετικά φτωχή τη δύσκολη σημερινή εποχή.
Ο κ. Γιώργος Ν. Τζογόπουλος είναι λέκτορας Διεθνών Σχέσεων στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο της Νίκαιας και Senior Fellow στο ΕΛΙΑΜΕΠ και στο BESA.
Το τελευταίο του βιβλίο «The Miracle of China: The New Symbiosis with the World» κυκλοφορεί από τον Springer.