Πρόσφατα συμπληρώθηκαν τρία χρόνια διακυβέρνησης της χώρας από τη Νέα Δημοκρατία. Ηταν μια δύσκολη τριετία, με την πανδημία του COVID-19, η οποία άλλωστε δεν μας έχει εγκαταλείψει ακόμα, και στη συνέχεια με τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και τη συνακόλουθη παγκόσμια ενεργειακή και οικονομική κρίση. Ολα αυτά βέβαια ξεπερνούσαν τα ελληνικά μεγέθη, αλλά ο χειρισμός τους δεν ήταν ο καλύτερος δυνατός (π.χ. η διανομή των οικονομικών ενισχύσεων για την πανδημία ήταν επιλεκτική και αναποτελεσματική, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας δεν προωθήθηκαν, με αποτέλεσμα υπερβολική εξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο κ.λπ.), και πάντως συνεπάγονται πολιτική φθορά για την κυβέρνηση.
Ετσι π.χ. η επαναλαμβανόμενη επί δεκαετίες, ανά εξάμηνο, δημοσκόπηση «Τάσεις» της εταιρείας MRB έδινε πρόθεση ψήφου υπέρ του κυβερνώντος κόμματος 40,1% στην αρχή της πανδημίας (Ιούνιος 2020) και μόλις 29,3% τον Ιούνιο του 2022. Η GPO, την οποία διηύθυνε στο παρελθόν σημερινός υπουργός, είναι παραδοσιακά κάπως πιο αισιόδοξη για τις τύχες της ΝΔ, δίνοντάς της 42% τον Μάιο του 2020, που το βλέπει όμως ακόμα και αυτή συρρικνωμένο στο 32,1% σε νέα έρευνά της τον Μάιο του 2022. Στις 11.7.2022 ο Πρωθυπουργός δήλωσε ότι ο ερχόμενος χειμώνας θα είναι ο χειρότερος των τελευταίων πενήντα ετών. Κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις, αν οι εκλογές διεξαχθούν στο τέλος της τετραετίας, η ΝΔ θα κινδυνεύσει να βρεθεί σε ιστορικά χαμηλά ποσοστά, ίσως κοντά στη μέση της απόστασης μεταξύ του ανεπανάληπτου 18,8% του Μαΐου 2012 και του 29,6% του Ιουνίου της ίδιας χρονιάς.
Από την άλλη πλευρά, όμως, η αξιωματική αντιπολίτευση ελάχιστα επωφελείται από τη φθορά της κυβέρνησης. Οι ίδιες δημοσκοπήσεις έβρισκαν τον ΣΥΡΙΖΑ στο 20,9% της πρόθεσης ψήφου τον Ιούνιο του 2020 και στο 22,1% δύο χρόνια αργότερα («Τάσεις» MRB) ή αντίστοιχα από το 20,2% τον Μάιο του 2020 στο 23,2% τον Μάιο του 2022 (GPO). Είναι φανερό ότι οι πολίτες, στη μεγάλη πλειοψηφία τους, δεν είναι ικανοποιημένοι από τα κυβερνητικά πεπραγμένα της περιόδου 2015-2019 και δεν περιμένουν κάτι καλύτερο για το μέλλον, αφού άλλωστε όχι μόνο η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ παραμένει αμετακίνητη, αλλά δεν έχει προβεί στην παραμικρή αυτοκριτική για τα λάθη της.
Δημιουργούνται επομένως οι συνθήκες για μια συνολικότερη ανατροπή του πολιτικού σκηνικού με την επάνοδο του ΠαΣοΚ/ΚΙΝΑΛ σε ρόλο διεκδικητή της εξουσίας, μετά την εκλογή του Νίκου Ανδρουλάκη στην ηγεσία του τον Δεκέμβριο του 2021 και την ανανέωση της φυσιογνωμίας του κόμματος που δρομολόγησε η αλλαγή αυτή. Μια νέα γενιά (όχι μόνο από ηλικιακή αλλά και πολιτική άποψη) στελεχών έρχεται στο προσκήνιο μετά την παραπάνω εξέλιξη, προετοιμάζοντας την υποβολή προς το εκλογικό σώμα μιας πρότασης εξουσίας ριζικά διαφορετικής από την πεπατημένη τόσο της ΝΔ όσο και του ΣΥΡΙΖΑ. Βασικά χαρακτηριστικά της κυβερνητικής πρότασης του ΠαΣοΚ/ΚΙΝΑΛ είναι αφενός η αποδόμηση του πελατειακού συστήματος, με την εγκατάλειψη των λογικών του τύπου «τα δικά μας παιδιά» και την εγκαθίδρυση ουσιαστικής αξιοκρατίας, και αφετέρου ένας γόνιμος συνδυασμός αναπτυξιακής ώθησης για την οικονομία, μέσα από πολιτικές φιλικές προς την υγιή και νόμιμη επιχειρηματικότητα, και κοινωνικής δικαιοσύνης, μέσω αναδιανομής (υπέρ των ασθενεστέρων) μέρους του πλούτου που μπορεί να παραχθεί από την ανάπτυξη.
Η σημερινή κατάσταση στα ΜΜΕ δεν είναι ευνοϊκή για την ανάδειξη της σημασίας της προοδευτικής αυτής πρότασης εξουσίας, σε αντιπαράθεση και αντιδιαστολή τόσο με τη δεξιά (ΝΔ) όσο και με την αριστερή (ΣΥΡΙΖΑ) συντήρηση. Τα περισσότερα και ισχυρότερα ΜΜΕ πρόσκεινται στην κυβέρνηση και διαπλέκονται ποικιλοτρόπως μαζί της. Ωστόσο, με την έναρξη της προεκλογικής περιόδου θα υποχρεωθούν όλοι, με βάση τις σχετικές νομοθετικές ρυθμίσεις, να τηρούν μια στάση σχετικής ουδετερότητας, παρουσιάζοντας με όρους αναλογικής ισότητας τις θέσεις του συνόλου των πολιτικών κομμάτων. Και εκεί ακριβώς θα ανοίξει το παράθυρο της ευκαιρίας για το ΠαΣοΚ/ΚΙΝΑΛ, ώστε να κερδίσει τη μεγάλη μάζα των απογοητευμένων, τόσο από τη σημερινή κυβέρνηση όσο και από την προκάτοχό της, ψηφοφόρων και να πραγματοποιήσει μια καινούργια αρχή προς όφελος του λαού και της χώρας.
O κ. Κώστας Χρυσόγονος είναι μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου ΠαΣοΚ-ΚΙΝΑΛ.