Οι περιδιαβάσεις του ερευνητικού «Oruc Reis» σε θαλάσσιες περιοχές στις οποίες, εάν η Ελλάδα είχε επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 ναυτικά μίλια ή είχε ανακηρύξει ΑΟΖ, θα βρισκόταν εντός των ορίων τους, δεν δημιουργούν κανένα «κεκτημένο» υπέρ της Τουρκίας, όπως υπονοούν ο τούρκος πρόεδρος και οι αξιωματούχοι του με συνεχείς δηλώσεις τους, αλλά και όπως καταγγέλλουν διαρκώς οι εγχώριοι «υπερπατριώτες». Αλλά και να δημιουργούσαν, όλα αυτά τα δήθεν «κεκτημένα» θα εξαερώνονταν ακριβώς τη στιγμή που ένας ελληνικός Exocet θα έπληττε και θα καταβύθιζε το γεωτρύπανο το οποίο θα επιχειρούσε να μετατρέψει τα δήθεν κεκτημένα σε τουρκικά εμπράγματα δικαιώματα. Και από τη στιγμή που αυτό θα γινόταν, το ζήτημα της ΑΟΖ και των δικαιωμάτων κυριαρχίας στο Αιγαίο και στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο θα μετατρεπόταν και πάλι σε ένα ζήτημα συσχετισμού ισχύος μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας.
Πάντως, ακριβώς επειδή οι περιδιαβάσεις ούτε δημιούργησαν, ούτε δημιουργούν δικαιώματα, το όλο ζήτημα είναι και παραμένει εκκρεμές ως ένα ζήτημα συσχετισμού δυνάμεων. Με αυτή την έννοια, ο τρόπος με τον οποίο η χώρα μας αντιμετώπισε τη διαρκή τουρκική προκλητικότητα τους τελευταίους μήνες ήταν και σώφρων και αποτελεσματικός. Για να συνεχίσει, όμως, η εθνική πολιτική αποτροπής της υπαρκτής εξωτερικής απειλής να είναι αποτελεσματική σε, ενδεχομένως, πολύ πιο δύσκολες συνθήκες, θα πρέπει να γίνουν ορισμένα βήματα που θα επιτρέψουν να καλυφθεί το έδαφος που χάθηκε στα προηγούμενα χρόνια και να διορθωθούν τα λάθη που έγιναν. Τα βήματα αυτά συμπεριλαμβάνουν, αλλά και προϋποθέτουν, τον τρόπο με τον οποίο ως κοινωνία αντιλαμβανόμαστε το πρόβλημα, αλλά και το διεθνές γεωπολιτικό περιβάλλον μέσα στο οποίο είμαστε υποχρεωμένοι να επιδιώξουμε την ευνοϊκή για τη χώρα μας επίλυσή του.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.