Ακόμα κατά τη δεκαετία του 1980, για τη συντριπτική πλειοψηφία του μουσικού κόσμου στην Ελλάδα ο Χρήστος Λαμπράκης ήταν, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, ένα όνομα χωρίς εικόνα: μια μυστηριώδης σκιά της οποίας οι βουλές καθόριζαν απόλυτα την πορεία του Συγκροτήματος, ένας ισχυρός της δημοσιογραφίας που, φιλόμουσος ων, μαθαίναμε ότι τελευταία βρισκόταν επιπλέον αναμεμειγμένος στις τύχες του μεγάλου χρονίζοντος γιαπιού στη Βασιλίσσης Σοφίας, ενός έργου που κανένας μας κατά βάθος δεν πολυπίστευε ότι κάποτε θα μπορούσε να τον αφορά.

Ακόμα κι όταν τα λιμνάζοντα νερά της μουσικής καθημερινότητας ήρθε να ταράξει με τόσο μακροπρόθεσμα ευεργετικό τρόπο η μεγάλη μεταρρύθμιση της μονοθεσίας των μουσικών των κρατικών ορχηστρών – μεταρρύθμιση που έθεσε τη θεσμική βάση για τη μετεξέλιξή τους και το υψηλό επίπεδο στο οποίο αυτές βρίσκονται σήμερα – οι περισσότεροι την πίστωναν αποκλειστικά στον αείμνηστο αρχιμουσικό και Διευθυντή της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών, Αλέκο Συμεωνίδη. Δικαίως μεν, διότι η συμβολή του Συμεωνίδη στη διαμόρφωση του νέου πλαισίου απασχόλησης των μουσικών στην Ελλάδα υπήρξε πράγματι καθοριστική, εν τούτοις λίγοι την εποχή εκείνη συνειδητοποιούσαν ότι η σπουδαία αυτή μεταρρύθμιση, παλαιό αίτημα του χώρου, είχε γίνει επιτέλους εφικτή μόνο χάρη στις επίμονες προτροπές, την ισχυρή πολιτική στήριξη και τη διαρκή προσωπική ανάμειξη του Χρήστου Λαμπράκη και μιας μικρής ομάδας περί αυτόν (με προεξάρχοντα τον δικηγόρο Γιώργο Αϊδίνη).

Περιεχόμενο για συνδρομητές

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Έχετε ήδη
συνδρομή;

Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω

Θέλετε να γίνετε συνδρομητής;

Μπορείτε να αποκτήσετε την συνδρομή σας από εδω