«Τα κράτη-μέλη επανέλαβαν την ισχυρή υποστήριξη προς τις προσπάθειες του ύπατου εκπροσώπου να εγκαθιδρύσει διάλογο και να διευκολύνει την επανα-σύμπραξη/re – engagement με την Τουρκία». Αυτό μεταξύ άλλων αποφάσισε το άτυπο Συμβούλιο Υπουργών Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Ενωσης – ΕΕ (14 Αυγούστου). Το ερώτημα είναι εάν ένα re-engagement/επανασύμπραξη θα καταλήξει σε ένα νέο πρότυπο σχέσης ΕΕ – Τουρκίας – όπως μεταξύ άλλων επιθυμεί η Γερμανία – μέσα από την οποία θα επέλθει και η ακύρωση της επεκτατικής πολιτικής (και επιθετικότητας) της Τουρκίας στην Αν. Μεσόγειο. Το κρίσιμο αυτό ερώτημα θα συζητηθεί εκτενώς στο νέο άτυπο Συμβούλιο Εξωτερικών (Gymnich) στο Βερολίνο την ερχόμενη Πέμπτη-Παρασκευή 27-28 Αυγούστου. Για την Ελλάδα το ερώτημα είναι εάν μπορεί «να διαβάσει» σωστά αυτό που πράγματι θέλει η Ενωση για την Τουρκία και να ευθυγραμμίσει την πολιτική της με τρόπο που να εξυπηρετεί τα ελληνικά συμφέροντα. Και αυτό που κατά βάση θέλει η Ενωση, τα κράτη-μέλη της, στην πλειοψηφία τους, είναι μια εξομάλυνση των σχέσεων με την Τουρκία καθώς εκτιμούν ότι η χώρα αυτή είναι γεωστρατηγικά ιδιαίτερα σημαντική για να φθάσει μαζί της σε ρήξη με την απομόνωσή της, όσο δυσάρεστη και απεχθής κι αν είναι η συμπεριφορά της πρωτίστως στο εσωτερικό της. Ενώ, από την άλλη μεριά, θέλει να αναχαιτίσει την επιθετική συμπεριφορά της σε διάφορα μέτωπα (Αν. Μεσόγειος, Συρία, Λιβύη, κ.λπ.). Τη σημερινή θέση της ΕΕ συνοψίζει εύγλωττα η σύμβουλος του ύπατου εκπροσώπου για την εξωτερική πολιτική Ν. Tocci η οποία λέγει ότι η Ενωση θέλει «να μετατρέψει την Τουρκία από αντίπαλο (adversary) σε εταίρο (partner)» με μια νέα σχέση που θα βασίζεται σε κανόνες. Η πολιτική της ήπιας αντιπαράθεσης (mild confrontation) με την Τουρκία δεν απέδωσε, γράφει («Politico» 23/7 και «Τα ΝΕΑ», 8/8). Οι κυρώσεις δεν φαίνεται να αποδίδουν στην περίπτωση της Τουρκίας.
Βεβαίως τα είκοσι επτά μέλη της Ενωσης δεν βλέπουν όλα με τον ίδιο τρόπο την Τουρκία. Η συντριπτική πλειοψηφία ωστόσο, περίπου είκοσι κράτη-μέλη με επικεφαλής τη Γερμανία, συνυπογράφει την προσέγγιση της εξομάλυνσης και ανάπτυξης ενός νέου προτύπου σχέσεων, έστω σε μια οικονομική, ανταλλακτική (transactional) λογική. Ιδιαίτερα η Γερμανία προωθεί αυτή την προσέγγιση. Και το Βερολίνο κατανοεί ότι το πρώτο βήμα για να καρποφορήσει η προσέγγιση αυτή είναι η βελτίωση της σχέσης μεταξύ Ελλάδας – Τουρκίας και γι’ αυτό προωθεί με κάθε τρόπο τον διάλογο μεταξύ των δύο κρατών, ιδιαίτερα τώρα που είναι (και) στην προεδρία του Συμβουλίου Υπουργών της Ενωσης.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.