Σε επιστολή προς τον αδελφό του, έπαρχο στη ρωμαιοκρατούμενη Μικρά Ασία, ο πολιτικός και φιλόσοφος Κικέρων γράφει: «Μίλα πού και πού ελληνικά στους έλληνες υπηκόους σου· κολακεύονται επειδή πιστεύουν ότι μιλούν την ωραιότερη γλώσσα του κόσμου». Πρόκειται εν μέρει για συμβουλή διπλωματικής διαχείρισης (όπου μπορεί κανείς να διακρίνει και κάποια ειρωνεία) αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Κικέρων, άριστος γνώστης, χρήστης και φανατικός θαυμαστής της ελληνικής γλώσσας ο ίδιος, γνωρίζει πολύ καλά τους λόγους για τους οποίους κάποιος μπορεί να σεμνύνεται που η γλώσσα τού δόθηκε ελληνική. Η ιστορία της ελληνικής γλωσσικής περηφάνιας πάει πολύ πίσω και δεν μοιάζει να ήταν μόνο υπόθεση απλοϊκών «ελληναράδων» αφού ακούμε για διαπρεπείς φιλοσόφους που δεν μπορούσαν να φανταστούν ότι οι αμβροσιοδίαιτοι και γαλαζοαίματοι του Ολύμπου θα μπορούσαν να μιλούν άλλη γλώσσα εκτός από τα ελληνικά.
Αλλά οι Ρωμαίοι ήταν οι πρώτοι Ευρωπαίοι που, όταν η ιστορική μοίρα τούς έφερε σε πρώιμη επαφή με τον ελληνισμό της Μεγάλης Ελλάδας, ένιωσαν έκθαμβοι την αίγλη της ελληνικής γλώσσας, και όταν άνοιξε διάπλατα ο αγωγός που διοχέτευε ελληνικό λόγο πέραν της Αδριατικής δεν αρκέστηκαν να διεκτραγωδούν τη γλωσσική τους ένδεια αλλά ακολούθησαν εντατικά σεμινάρια ελληνικής γλώσσας και πολιτισμού. Και είναι πρώτα στη Ρώμη όπου η ελληνομάθεια κατέχει περίοπτη θέση στον θυρεό της ιθύνουσας πολιτικής τάξης και αποτελεί σημαντική εγγραφή στο βιογραφικό των ρωμαίων ευελπίδων της πολιτικής και πολιτισμικής εξουσίας. Με άλλα λόγια, το «γνωρίζω ελληνικά», πολύ περισσότερο από τρόπαιο γλωσσομάθειας, είναι μέρος και χαρακτηριστικό μιας εξουσιαστικής οικονομίας. Κάποιοι ρωμαίοι στρατηγοί είχαν κατακτήσει την ελληνική πριν κατακτήσουν τους Ελληνες και κάμποσοι αυτοκράτορες παρουσίασαν και πιστοποιητικό ελληνομάθειας ανάμεσα στα διαπιστευτήριά τους.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος