Οτουρισμός εκτός από μείζονα οικονομική δραστηριότητα της χώρας έχει, όπως είναι φυσικό, μετατραπεί σε κύρια πλατφόρμα εκδήλωσης των κοινωνικών και συναισθηματικών μας ανησυχιών. Οι ευκαιρίες κοινωνικής ανέλιξης, η αύξηση του οικογενειακού εισοδήματος και της ενδο-οικογενειακής συνοχής μεταξύ των γενεών, η επιβίωση της ελληνικής υπαίθρου, η νέα αγροτική παραγωγή, η δημιουργική οικονομία της πολιτιστικής επαύξησης, η ενίσχυση των εισοδημάτων εκείνης της μεσαίας τάξης που κατέχει επαρκή ακίνητη περιουσία για να την εκμεταλλευτεί στη διαδικασία της βραχυχρόνιας μίσθωσης, η άνθηση του κοσμοπολιτισμού των νέων γευστικών ευαισθησιών, είναι μόνο μερικές από τις θετικές όψεις ενός οικονομικού πεδίου που διαχέεται ευεργετικά στο σύνολο της ελληνικής γεωγραφίας και εμπειρίας.
Εντούτοις, το (καθυστερημένο) πλασάρισμα της χώρας στον αστερισμό της παγκοσμιοποίησης, η τοποθέτησή μας σε μια σχετικά ικανοποιητική θέση του παγκόσμιου καταμερισμού εργασίας, διαδικασίες που σήμερα ολοκληρώνονται μέσα από τη νέα τουριστική άνθηση, προκαλούν συλλογικές αγωνίες, ψυχικά χάσματα και ουσιώδεις κοινωνικούς μετασχηματισμούς. Η τουριστική τροπή της ελληνικής κοινωνίας ψέγεται συνεπώς για την επισφάλεια του ίδιου του αντικειμένου της, για την κατάχρηση των αδύναμων υποδομών της χώρας από το τουριστικό πλήθος και άλλα πολλά. Ενα από τα προφανή μελανά σημεία του λεγόμενου υπερτουρισμού είναι η αίσθηση απώλειας του εθνικού τόπου και η δυσκολία των γηγενών να συμμετέχουν στο ελληνικό καλοκαίρι όπως το γνώρισαν στα χρόνια της μεταπολιτευτικής ευημερίας, η αίσθηση διωγμού από πόλεις και παραλίες υπό το βάρος ενός κοστολογίου που διαμορφώνεται στα επίπεδα της διεθνούς ταξιδιωτικής οικονομίας και όχι σε εκείνα των μέσων ελληνικών εισοδημάτων.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος