H μακρόσυρτη λέξη «διανοούμενος» ήρθε συνειδητότερα στη ζωή μου κατά τα χρόνια του γυμνασίου, λίγο πριν από τη δικτατορία, και φεγγοβόλησε κυρίως μετά την πτώση της. Πάντα όμως, ιδίως στην αρχή, την περιέβαλλε καταχνιά. Επειδή τα πράγματα τα αντιλαμβάνομαι καλύτερα με τις αισθήσεις, νομίζω πως τούτη η λέξη, διανοούμενος, έβγαζε ή έμπαζε μια ψύχρα, θερμοκρασία πιο χαμηλή από το χλιαρός, και ευτυχώς. Είχε και χρώμα ασημένιο. Το ασημί από κάτι όντως ασημένιο, σαν από μαγικό υδράργυρο, ή και από αλουμινόχαρτο.
Εκείνες τις νοσταλγικές εποχές μας άμα έλεγες διανοούμενος το σκεφτόσουν με αμήχανο θαυμασμό. Και μόνο που χαρακτηριζόταν έτσι κάποιος ανέβαινε σε επίπεδο υψηλό και αξιοσέβαστο, μπορούσες να του παραδοθείς να σκέφτεται εκείνος για λογαριασμό σου. Ηξερε πολλά, καταλάβαινε τα πάντα, οι προβλέψεις του πολύτιμες. Ετούτα βέβαια από απόσταση τότε, αν και μεγάλωνα με πατέρα τον οποίο αρκετοί θεωρούσαν άνθρωπο διανοούμενο. Ο μπαμπάς όμως είναι αλλιώς, οι αγαπημένοι δεν εντάσσονται.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος