Και πάλι για τη «σιωπή των διανοουμένων», στην Ελλάδα. Οι διανοούμενοι έχουν λόγο και ρόλο σε συγκροτημένες κοινωνίες με αρχές και κανόνες λειτουργίας, σε κοινωνίες δηλαδή πραγματικά δημοκρατικές. Λειτουργούν σε ακροατήρια όχι μόνο δεκτικά αλλά και ικανά και πρόθυμα να αξιολογήσουν, να ιεραρχήσουν, να σχολιάσουν νηφάλια τη διατυπωμένη άποψη. Δεν μιλούμε φυσικά για κλειστούς κύκλους και ερμητικά, «ψαγμένα» ακροατήρια, αλλά για ένα σκεπτόμενο τμήμα της κοινωνίας των πολιτών ικανό να αποτελέσει κρίσιμη μάζα. Οι διανοούμενοι λειτουργούν διαδραστικά, σε περιβάλλοντα όπου η κριτική σκέψη τροφοδοτεί την κοινωνικά επικρατούσα διανοητική περιέργεια και φιλομάθεια, όπου το βλέμμα πάνω στα πράγματα διατηρεί ικανές αποστάσεις μιας όσο το δυνατόν αντικειμενικής ματιάς, όπου ακόμη και η ισχυρή αντιπαράθεση είναι ψύχραιμη και τεκμηριωμένη, χωρίς να μετατρέπεται σε επιδίωξη αμοιβαίας εξόντωσης. Οι διανοούμενοι λειτουργούν σε μια κοινωνία όπου η παράλογη ή ανερμάτιστη άποψη όχι μόνο αντιμετωπίζει την απαξίωση αλλά δεν διατυπώνεται καν, γιατί ο υποστηρικτής της οδηγείται στην ανυποληψία και στον εξοβελισμό από τον δημόσιο διάλογο. Οι διανοούμενοι λειτουργούν εκεί όπου οι πολίτες είναι και αναγνώστες, εκεί όπου τα ραδιοτηλεοπτικά μέσα ενημέρωσης αυξάνουν την ακροαματικότητά τους αναδεικνύοντας την ουσία της ενημέρωσης και του πολιτισμού (με τρόπο ωστόσο ελκυστικό, δίχως να υποτιμούν τη νοημοσύνη των θεατών ή να προκαλούν ανία), εκεί όπου δεν αμφισβητείται με αθέμιτους τρόπους ο ρόλος όσων αξίζει να έχουν δημόσιο λόγο, αλλά και που δεν θεοποιούνται όσοι, ενίοτε με κάποιους ακατανόητους (ή και όχι τόσο) κοινωνικοπολιτικούς μηχανισμούς, αναδεικνύονται σε εθνικούς οδηγητές. Στη μεταοθωμανική κοινωνία που ζούμε, φοβική, αυταρχική και ανεξέλεγκτη συγχρόνως, η κρίση αφορά μια πραγματικότητα χωρίς σημεία αναφοράς και χωρίς αξιακά σταθερότυπα. Εμείς ζούμε με συλλογικούς μύθους, όχι με συλλογικό διάλογο. Ζούμε σε διαρκή πολεμική, αγνοούμε τη συναίνεση. Πιθανότατα το να είναι κανείς σήμερα νέος στην Ελλάδα συνιστά μια από τις δυσχερέστερες υπαρξιακές αποστολές.

Οι διανοούμενοι στην Ελλάδα αποτέλεσαν ανέκαθεν μια μικρή ομάδα σε κλειστό κύκλο διαλόγου, καθώς αισθάνονταν ότι έξω από αυτόν το ακροατήριο ήταν περίπου ανύπαρκτο. Τα πράγματα χειροτέρεψαν μετά το 1974: απόδειξη η διάχυτη ιδέα για τους «κουλτουριάρηδες», για όσους αγαπούν τη λόγια μουσική, για όσους επιχειρηματολογούν έξω από τα συλλογικά στερεότυπα, που στη χώρα μας είναι ισχυρότατα και όχι σπάνια αποπνικτικά. Το πρόβλημα στην Ελλάδα είναι ότι η παιδεία και ο πολιτισμός ταυτίστηκαν με τις ελίτ, απέναντι σε μια αντίληψη «λαϊκότητας» που δεν οδηγεί στη βελτίωση προς τα πάνω αλλά στην ισοπέδωση προς τα κάτω. Οι διανοούμενοι σήμερα (οι οποίοι ασφαλώς υπάρχουν) λειτουργούν σε μια κοινωνία όπου «όλοι γνωρίζονται» και όπου οι ίδιοι βρίσκονται σε αέναη αναζήτηση ψίχουλων εξουσίας, ξεκινώντας από τους πανεπιστημιακούς. Αποφεύγουν την έκθεση και την αντιπαράθεση – έχετε δει πουθενά μια αρνητική κριτική βιβλίου; – γιατί είναι κοινωνικά και πολιτισμικά αδιέξοδη, δηλαδή δεν παράγει ανταλλαγή ιδεών, ενώ έχει «συνέπειες» για όσους παραβλέπουν τα επικρατούντα ήθη. Η μόνη αντιπαράθεση με οφέλη είναι η πολιτική, γιατί μπορεί να εξαργυρωθεί ποικιλοτρόπως.

Περιεχόμενο για συνδρομητές

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Έχετε ήδη
συνδρομή;

Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω

Θέλετε να γίνετε συνδρομητής;

Μπορείτε να αποκτήσετε την συνδρομή σας από εδω