Οτίτλος δεν είναι τίποτε περισσότερο από μία παράφραση ιδέας του Keynes. Θα προσέθετα δε – και δεν θυμάμαι αν και πού το έχω διαβάσει αυτό – ότι οι ξεπερασμένες ιδέες πεθαίνουν μόνο όταν πεθάνουν οι άνθρωποι που τις υποστηρίζουν. Λίγο μακάβριο, αλλά νομίζω ότι αποτελεί μία καλή εισαγωγή στο θέμα που μας απασχολεί, δηλαδή τι σημαίνει πολιτικά η νίκη της Μελόνι στην Ιταλία και ακόμη τι κίνδυνο αντιπροσωπεύει η ενίσχυση της Ακροδεξιάς στην Ευρώπη. Γιατί ασφαλώς η εντυπωσιοθηρία και η εντυπωσιολαγνεία των μέσων ενημέρωσης που κάνουν λόγο για την «επιστροφή του φασισμού στην Ιταλία» – χρησιμοποιώ εδώ την πιο ήπια διατύπωση που συνάντησα – δημιουργούν ένα κλίμα που ενισχύεται από την αδυναμία μας να κατανοήσουμε το τι ακριβώς συνέβη στην Ιταλία, αλλά και γενικότερα τι ακριβώς συμβαίνει γύρω μας.
Ο λόγος είναι απλός: προκειμένου να κατανοήσουμε τις εξελίξεις στην πολιτική αρένα του δυτικού κόσμου προσφεύγουμε σε έννοιες και όρους που διαμορφώθηκαν κάτω από διαφορετικές συνθήκες και με διαφορετικούς κοινωνικούς όρους. Για να μιλήσει κανείς για τη σοσιαλδημοκρατία χρειάζεται μία εργατική τάξη που στον δυτικό κόσμο έχει δει την επιρροή της να συρρικνώνεται δραματικά, τη στιγμή που άλλα στρώματα και ομάδες εμφανίζονται να επηρεάζουν το πολιτικό τοπίο.
Αυτό που απομένει μπορεί να ονομάζεται σοσιαλδημοκρατία, αλλά καμία σχέση δεν έχει με την πολιτική παράταξη που άλλαξε τη φυσιογνωμία της Ευρώπης μεταπολεμικά. Κατά έναν αντίστοιχο τρόπο και η Δεξιά στην Ευρώπη έχει πάψει να είναι αρνητής του κοινωνικού κράτους, που αποτέλεσε βασικό στοιχείο διαφοροποίησης της Δεξιάς από την Αριστερά, αντιθέτως έχει μετατραπεί σε υποστηρικτή του, ενώ και γενικότερα έχει αφομοιώσει πολλές απόψεις που παλιά θεωρούνταν ότι ανήκουν αποκλειστικά στην Αριστερά. Οπότε γιατί ακριβώς μιλάμε; Αλλά και οι όροι Ακρα Δεξιά και Ακρα Αριστερά δεν έχουν πλέον το ίδιο περιεχόμενο που τους αποδίδαμε ακόμη και πριν από είκοσι ή τριάντα χρόνια. Για να μην πάμε μακριά, η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ αρκεί για να μας δείξει το μέχρι πρότινος αδιανόητο και τις αλλαγές που έχουν επέλθει.
Οι κοινωνικές συνθήκες με βάση τις οποίες διαμορφώνοντας τα κόμματα και οι κομματικές επιλογές έχουν μεταβληθεί άρδην και νομίζω ότι δεν μας οδηγεί πουθενά η επιμονή στο να βλέπουμε στο πρόσωπο της Μελόνι τον Μουσολίνι ή να κάνουμε λόγο για τη «φαιά Ιταλία». Κάτι τέτοιο οδηγεί σε αδυναμία κατανόησης των προβλημάτων του σύγχρονου κόσμου και της πολιτικής τους έκφρασης. Γιατί τελικά από κει θα πρέπει να ξεκινήσουμε για να δώσουμε απαντήσεις στα αρχικά μας ερωτήματα, γιατί η Μελόνι, γιατί η δημαγωγία;
Το σύνθημα της Μελόνι «είμαι η Τζόρτζια, είμαι γυναίκα, είμαι μητέρα, είμαι Ιταλίδα, είμαι χριστιανή» νομίζω ότι θα αρκούσε να εξηγήσει πολλά για τους λόγους που ενισχύθηκε το κόμμα της: η ταυτοποίηση αυτή δίνει οντότητα – έστω και στο επίπεδο του φαντασιακού – και τους κάνει να ξεχωρίζουν στους Ιταλούς που είναι κοινωνικά υποβαθμισμένοι και στερημένοι σε σχέση με το περιβάλλον τους και που αισθάνονται να απειλούνται από τους μετανάστες και τους πρόσφυγες. Οσοι λοιπόν συντρίβονται από το σύστημα, ή αισθάνονται ότι τους συμβαίνει κάτι τέτοιο, θα βρουν στην πρόταση αυτή της Μελόνι ένα ερέθισμα για να την ψηφίσουν, ακόμη και όταν δεν έχει τίποτε άλλο να προτείνει.
Καλώς ή κακώς, οι δυτικές κοινωνίες είναι διχασμένες σε δύο κόσμους σφόδρα αντιτιθέμενους: σε όσους επωφελούνται από το «σύστημα» και σε όσους βλέπουν ότι το «πεδίο της εμπειρίας τους» αποκλίνει δραματικά από τον «ορίζοντα των προσδοκιών τους», για να χρησιμοποιήσω την έκφραση ενός σπουδαίου διανοητή, του R. Koselleck. Αυτή είναι η βάση των πολιτικών διαχωρισμών την παρούσα στιγμή με τα παραδοσιακά κόμματα να μιλάνε μία γλώσσα που δεν μπορεί να κατευνάσει τον θυμό ή την οργή όσων αποκλείονται από τα οφέλη των σύγχρονων κοινωνιών, τη στιγμή που η Μελόνι και οι όμοιοί της παγκοσμίως βρίσκουν τρόπους να ικανοποιήσουν το θυμικό αυτών των κοινωνικών ομάδων. Η επιμονή μας στα σχήματα Δεξιά – Αριστερά είναι παρωχημένη: έτσι και αλλιώς όπως εμφανίστηκαν ως προϊόν μιας κοινωνικής πραγματικότητας, θα χάσουν τη σημασία τους όταν αυτή εκλείψει. Και νομίζω ότι η στιγμή αυτή έχει φτάσει. Απλά είμαστε δέσμιοι νεκρών ιδεών.
Εκείνο ωστόσο που θα έπρεπε να μας ανησυχεί περισσότερο από τη Μελόνι, η οποία θα ακολουθήσει μάλλον μία προδιαγεγραμμένη πορεία, είναι η εξαιρετικά μεγάλη αποχή από τη συμμετοχή στην εκλογική διαδικασία. Γιατί εκεί βρίσκεται μία δεξαμενή δυσαρέσκειας, που αν αυτή τη στιγμή απαξιώνει με την αποχή της τις δημοκρατικές διαδικασίες και για τον λόγο αυτό να μην της δίνουμε μεγάλη προσοχή, δεν παύει να αποτελεί έναν μηχανισμό αποδυνάμωσης του δημοκρατικού πολιτεύματος. Κατά τη γνώμη μου αυτό είναι το πρόβλημα στο οποίο θα πρέπει να δώσουμε μεγαλύτερη προσοχή και να αναζητήσουμε τρόπους πολιτικής κινητοποίησης αυτών των ανθρώπων.
Σε κάθε περίπτωση, αυτό που έχει ιδιαίτερη σημασία είναι να προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε ποια είναι τα προβλήματα που οδηγούν στην αποχή και την υπερψήφιση «αντισυστημικών» κομμάτων και να αναζητήσουμε τρόπους για την επίλυσή τους στο πλαίσιο των δημοκρατικών διαδικασιών. Μέχρι στιγμής κάτι τέτοιο δεν έχει επιτευχθεί πουθενά στον δυτικό κόσμο – με εξαίρεση ίσως τον Καναδά και τις Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία. Η Μελόνι και η κάθε Μελόνι δεν αποτελεί απειλή για τη δημοκρατία σε χώρες που αυτή η τελευταία έχει γερά θεμέλια. Μεγαλύτερη απειλή είναι η εμμονή μας στα φαντάσματα του παρελθόντος γιατί μας εμποδίζει να δημιουργήσουμε μία δημοκρατία που να μην αποκλείει από τα οφέλη τις μεγάλες ομάδες του πληθυσμού.
Ο κ. Κώστας Κωστής είναι καθηγητής στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.