Ενα από τα συνηθισμένα μοτίβα στην αρθρογραφία η οποία επιχειρεί κάποια ανάλυση ή απλώς μια ψηλάφηση των σημείων των καιρών σε κάθε εποχή είναι η χρησιμοποίηση απόλυτων φράσεων σε μια προσπάθεια να αποδειχθεί η μοναδικότητα αυτού που ζούμε.
Κατ’ αρχάς το ότι είναι μοναδικό και σε παγκόσμια πρώτη θα έπρεπε να θεωρείται αυτονόητο. Οσο και να προσπαθούμε – διαβάζοντας την Ιστορία – να βρούμε απόλυτες αντιστοιχίες ανάμεσα σε εποχές για να προβλέψουμε κάποια εξέλιξη ή να προειδοποιήσουμε για επερχόμενους κινδύνους, ποτέ δύο διαφορετικές εποχές δεν είναι πανομοιότυπες. Υπάρχουν δεκάδες παράμετροι που δεν κουμπώνουν μεταξύ τους και μια απειρία τυχαίων γεγονότων που μπορούν να οδηγήσουν μια σειρά από κοινές παρατηρήσεις σε εντελώς διαφορετικά αποτελέσματα.
Παρ’ όλα αυτά θα κάνω ακριβώς αυτό που μόλις αμφισβήτησα και θα πω πως αισθάνομαι ότι είναι η πρώτη φορά στη νεότερη ιστορία που δεν ονειρευόμαστε πια κάτι καλύτερο. Σε όλες τις περιόδους, από τις πλέον σκοτεινές και δύσβατες έως τις σχετικά ανέμελες, ένα μεγάλο μέρος των συζητήσεών μας κατείχε το όνειρο, η ελπίδα για κάτι που ερχόταν. Συσπειρωνόμασταν γύρω από αυτό που θα έρθει, κάναμε σχέδια, μιλούσαμε για αυτό, για τις δυνατότητες που δεν έχουν ακόμη αξιοποιηθεί, για τη νομοτελειακή κίνηση του κόσμου προς τα μπρος.
Δεν ξέρω τι ακριβώς έχει γίνει. Υποψιάζομαι – αλλά δεν αισθάνομαι επαρκής για να το τεκμηριώσω – πως έχουμε πετάξει λευκή πετσέτα. Σαν να τα είδαμε όλα γρήγορα, να έχουμε ήδη ζήσει όλες τις εκδοχές, έχουμε παραδοθεί σε μια πραγματικότητα που δεν αφήνει περιθώριο αμφισβήτησης και κυρίως έχουμε πια κατατάξει το όνειρο στα όνειρα και όχι σε κινητήριο δύναμη που διευρύνει την περίμετρό μας.
Και όποιος δεν κοιτάει μπροστά είναι καταδικασμένος να πάει πίσω. Προσωπικά, δεν πιστεύω πως ένας τέλειος κόσμος είναι εφικτός για τον απλό λόγο πως ένα άθροισμα ατελών φύσεων – όπως είναι ο άνθρωπος – δεν είναι δυνατόν να δημιουργήσει ένα τέλειο σύνολο.
Ομως η πίστη στην ουτοπία δεν είναι ούτε χαμένος χρόνος ούτε άχρηστο ξόδεμα. Είναι η ροπή προς το καλύτερο. Είναι η εγρήγορση για τα κεκτημένα που δεν είναι οριστικά κερδισμένα, δεν υπάρχουν αμετάκλητες κατακτήσεις. Κοιτάς προς το αδύνατο, προς το άπιαστο, γιατί είναι ο μοναδικός τρόπος να μην κυλήσεις στη ματαίωση, την απόγνωση.
Αυτό το κοίταγμα λείπει σήμερα. Οχι μόνο από εμάς αλλά από όλη την Ευρώπη. Η πεποίθηση πως ο μόνος τρόπος είναι ο δοκιμασμένος δεν είναι πραγματισμός και ρεαλισμός, είναι αδυναμία και φόβος. Είναι αρκετά παράδοξο πως η επανάσταση του Διαδικτύου που θα έπρεπε λογικά να μας βγάλει όλους σε μια ανοιχτωσιά, σε μια ευρυχωρία, μας έχει αντιθέτως συρρικνώσει γύρω από ξεπερασμένα και φοβικά σχήματα ερμηνείας του κόσμου, μας έχει κάνει μικρούς και υπάκουους, να ονειρευόμαστε μια καθημερινή, προσωπική «σωτηρία».
Δεν μιλάμε πια για αυτά, δεν υπάρχει ούτε χώρος ούτε διάθεση. Τα τρέχοντα είναι τόσο πιεστικά που το μόνο αύριο είναι το αύριο κυριολεκτικά.
Αυτό είναι μια μοναδικότητα για την εποχή μας.