Το υπόβαθρο των Δεκεμβριανών ήταν εσωτερικό, αλλά η έκβασή τους καθορίστηκε από το διεθνές πλαίσιο. Η Ελλάδα, από τον Κριμαϊκό Πόλεμο και μετά, συνιστούσε, με διακυμάνσεις, χώρο επιρροής της Βρετανικής Αυτοκρατορίας, κυρίαρχης ναυτικής δύναμης στην Ανατολική Μεσόγειο. Το βρετανικό ενδιαφέρον για τη χώρα είχε υπογραμμιστεί με την αποστολή εκστρατευτικής δύναμης το 1941, την υποδοχή της εξόριστης κυβέρνησης και των υπολειμμάτων των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων στην υπό βρετανικό έλεγχο Αίγυπτο, στην υποστήριξη της Βρετανίας προς τον βασιλιά Γεώργιο Β΄ ως φορέα της νομιμότητας και πίστης στην αγγλο-ελληνική συμμαχία και της εγκατάστασης μιας Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής στην ορεινή Ελλάδα, μετά το σαμποτάζ του Γοργοποτάμου, τον Νοέμβριο του 1942. Ο έλεγχος της χώρας ήταν ζωτικής σημασίας για την αποκατάσταση της βρετανικής επιρροής στον ευρύτερο χώρο της Μέσης Ανατολής.
Την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1944 η προέλαση του Ερυθρού Στρατού στην Ανατολική και την Κεντρική Ευρώπη και τα Βαλκάνια σήμαινε την ανάδυση της Σοβιετικής Ενωσης ως δεσπόζουσας δύναμης στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Η βρετανική κυβέρνηση, ευαίσθητη στην αναδιάταξη των συσχετισμών ισχύος, επεδίωξε τη σύναψη μιας αγγλο-σοβιετικής συμφωνίας η οποία θα διαφύλασσε τον σκληρό πυρήνα των βρετανικών στρατηγικών συμφερόντων. Η συμφωνία, μετά από μια δοκιμαστική περίοδο το καλοκαίρι του 1944, συνάφθηκε στη Μόσχα στις 9-10 Οκτωβρίου 1944 και αντικατόπτριζε την πραγματικότητα επί του εδάφους: η Μόσχα αποκτούσε προβάδισμα στη Ρουμανία και τη Βουλγαρία, χώρες που είχαν καταληφθεί από τον Ερυθρό Στρατό, και το Λονδίνο στην Ελλάδα. Η επιρροή στη Γιουγκοσλαβία παρέμεινε, θεωρητικά μόνο, μοιρασμένη καθώς ο στρατάρχης Τίτο, ηγέτης ενός αυτοδύναμου κινήματος αντίστασης υπό κομμουνιστικό έλεγχο, ενθάρρυνε τους έλληνες κομμουνιστές σε αδιάλλακτη στάση έναντι των Βρετανών και σε έξοδο στο Αιγαίο. Η συμφωνία των ποσοστών, όπως αποκλήθηκε, ήταν συμφέρουσα για τη Βρετανία. Αν και φαινομενικά ήταν ισότιμη σύμμαχος, ήταν οικονομικά εξαντλημένη. Οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν η ανερχόμενη παγκόσμια δύναμη με ασύγκριτη οικονομική και στρατιωτική ισχύ. Η Ουάσιγκτον απέβλεπε σε έναν μεταπολεμικό κόσμο ανοιχτών συνόρων. Παρά την επιφύλαξή της έναντι των βρετανικών πρωτοβουλιών δεν τις υπονόμευσε καθώς οι αμερικανοί ιθύνοντες συνειδητοποιούσαν και αυτοί την ανάδυση της σοβιετικής ισχύος. Οι Σοβιετικοί αποδέχθηκαν τη συμφωνία καθώς το τέρμα του πολέμου απείχε και είχαν ανάγκη της αμερικανικής βοήθειας.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.