Το 1922 σηματοδοτεί το τέλος του εθνικού μεγαλοϊδεατισμού και την οδυνηρή μετακίνηση στην Ελλάδα των μικρασιατών προσφύγων. Οι τεράστιες στεγαστικές ανάγκες θα έχουν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία πολυάριθμων προσφυγικών συνοικισμών, κατ’ αρχήν στην Αθήνα, που μαζί με τους παράνομους οικισμούς των αυτοχθόνων θα διαμορφώσουν στη συνέχεια το πολεοδομικό μόρφωμα της ελληνικής πρωτεύουσας. Το 1922 δεν είναι όμως μόνο έτος εθνικής ενδοσκόπησης αλλά και «έτος της ωριμότητας» σε ό,τι αφορά τη μεταστροφή της ελληνικής αρχιτεκτονικής: την αναζήτηση δηλαδή του περίφημου εθνικού χαρακτήρα και ενός σύγχρονου κτιριακού πολιτισμού που να βασίζεται στην ανώνυμη αρχιτεκτονική παράδοση.
Για την έναρξη αυτών των αναζητήσεων πρέπει να ανατρέξουμε στο 1911, όταν ο μακεδόνας αρχιτέκτονας Αριστοτέλης Ζάχος, με την αυτογνωσία που κατακτά χάρη στις σπουδές στη Γερμανία, δημοσιεύει στο περιοδικό «Ο Καλλιτέχνης» το άρθρο με τον αποκαλυπτικό τίτλο «Λαϊκή Αρχιτεκτονική», τη μεταβυζαντινή και τη μακεδονική της ηπειρωτικής Ελλάδας. Λίγο πριν, το 1908, ο γλύπτης Θωμάς Θωμόπουλος έγραφε για αυτόν στο περιοδικό «Παναθήναια»: «Μελετώντας διά της τέχνης την ζωήν του Ελληνος μέσω των αιώνων, [ο Ζάχος] ζητεί να δημιουργήση τύπον ελληνικού ρυθμού σύμφωνον με το κλίμα μας, απηλλαγμένον όλων εκείνων των ελαττωμάτων με τα οποία η τέχνη του βορρά ζητεί να κατακτήσει την ωραίαν πατρίδα μας». Τα χρόνια αυτά είναι κρίσιμα. Το 1908 ιδρύεται η Ελληνική Λαογραφική Εταιρεία, την ίδια χρονιά που ο Μανώλης Καλομοίρης δημοσιεύει το μανιφέστο για την Εθνική Σχολή Μουσικής. Σε άλλες χώρες, κυρίως της Ανατολικής Ευρώπης, ο προβληματισμός γύρω από τον εθνικό χαρακτήρα της τέχνης γνωρίζει επίσης την περίοδο αυτή μεγάλη ανάπτυξη.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος