Λαοί με μεγάλη ιστορία, όπως για παράδειγμα οι Ελληνες και οι Ιταλοί, έχουν ανεπτυγμένο σε υπερβολικό βαθμό το αίσθημα της αυτοκριτικής: της συλλογικής αυτομαστίγωσης για την κατάσταση των πραγμάτων, για τις συνθήκες της εθνικής ζωής, για τις διαφαινόμενες προοπτικές των χωρών τους. Πιθανώς τούτο να οφείλεται στη συνείδηση της μακράς πορείας τους στον χρόνο, στην κληροδοτημένη αντίληψη πλούσιων και διαχρονικών πολιτισμικών εμπειριών που έχουν οξύνει τις συλλογικές ευαισθησίες και προικίζουν τους ανθρώπους με περισσή αμφιβολία αλλά και σοφία, ή ακόμη και στο σύμπλεγμα κατωτερότητας βασισμένο στην έξωθεν εμμονική διάκριση μεταξύ ακμαίου, ηθικού και προοδευτικού Βορρά και προβληματικού, καθυστερημένου και διεφθαρμένου Νότου.
Ας βγάλουμε αμέσως από τη συζήτηση την τελευταία διαπίστωση, καθώς κάθε γενίκευση είναι εξ ορισμού παραπλανητική. Δακτυλοδεικτεί συνολικά τους «παραβάτες του Νότου» ενώ ανάγει σε πρότυπο την «προτεσταντική ηθική» του όποιου Βορρά. Η οποία, κάτω από το πέπλο της ηθικής ανωτερότητας, μπορεί να είναι εξόχως ιδιοτελής σε ό,τι αφορά τα αντίστοιχα εθνικά συμφέροντα και να έχει ως στόχο την επιβολή σε κάθε επίπεδο, πολιτικό, οικονομικό ή πολιτισμικό. Ας μην παραβλέπουμε ωστόσο και το εξής: αλλού η διαφθορά μπορεί να χαρακτηρίζει μεμονωμένες περιπτώσεις σημαντικών παικτών της πολιτικής και οικονομικής ζωής με δυνατότητες παρεμβολής στα δημόσια πράγματα, ενώ στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον οι πολίτες συμπεριφέρονται με βάση συλλογικά ισχύοντες και αποδεκτούς κανόνες. Στα καθ’ ημάς η μικρο-διαφθορά είναι διάχυτη, είναι πάνδημα αποδεκτή: ακόμη περισσότερο από το παγκάλειο «όλοι μαζί τα φάγαμε» ισχύει το «όλοι μαζί τα κάναμε».
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.