Η ελληνική Δικαιοσύνη είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη στο θέμα της προστασίας της προσωπικότητας, της τιμής και της υπόληψης και επιβάλλει ποινές για χαρακτηρισμούς τους οποίους κρίνει προσβλητικούς. Λ.χ. δεν μπορείς κάποιον αποδεδειγμένα απατεώνα να τον χαρακτηρίσεις απατεώνα χωρίς να κριθείς ένοχος για προσβολή της τιμής του. Διότι το πρέπον (το μη προσβλητικό) θα ήταν να διατύπωνες τον χαρακτηρισμό του όχι μονολεκτικά αλλά περιφραστικά (λ.χ. «διέπραξε απάτη» ή «απάτες»).

Αυτή η ευαισθησία της Δικαιοσύνης μας δεν υπολείπεται της ευρωπαϊκής. Τι γίνεται όμως όταν οι εφαρμόζοντες τις διατάξεις των νόμων – και αναφέρομαι σε όλες τις βαθμίδες της δικαστικής ιεραρχίας (από τον πρωτοδίκη ως τον Πρόεδρο του Αρείου Πάγου) – δεν έχουν την απαιτούμενη καλλιέργεια, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να εκδικάσουν σωστά μια αγωγή για προσβολή της τιμής ενός ανθρώπου ή μια περίπτωση απάτης, ή αδυνατούν να διακρίνουν την έννοια του πνευματικού ανθρώπου από εκείνη του μη πνευματικού, ή τα όρια της σωστής απονομής της δικαιοσύνης από τα όρια του προσωπικού τους συμφέροντος;

Περιεχόμενο για συνδρομητές

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Έχετε ήδη
συνδρομή;

Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω

Θέλετε να γίνετε συνδρομητής;

Μπορείτε να αποκτήσετε την συνδρομή σας από εδω